Ο δεύτερος καύσωνας του φετινού καλοκαιριού έχει επιφέρει πλήθος προειδοποιήσεων από το υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας και έκτακτων δελτίων καιρού από την ΕΜΥ, όμως το βασικό ερώτημα μοιάζει να μένει αναπάντητο: Διαθέτει η χώρα μας σύστημα πρόληψης απέναντι στη θερμική καταπόνηση των πολιτών;
Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική σύμφωνα με τον Χρήστο Γιάνναρο, μεταδιδακτορικό ερευνητή, μέλος της ομάδας meteo του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και επιστημονικό υπεύθυνο του ερευνητικού έργου HΕΑΤ-ALARM.
Το HEAT-ALARM είναι ένα βιομετεωρολογικό σύστημα προειδοποίησης για τη θερμική επιβάρυνση. Το σύστημα, το οποίο έτρεξε πιλοτικά πέρυσι και φέτος, λειτουργεί πλέον επίσημα με την υποστήριξη του meteo.gr και αξιολογεί καθημερινά τον βαθμό και την επικινδυνότητα της θερμικής επιβάρυνσης στην ανθρώπινη υγεία για τις επόμενες τρεις ημέρες σε κάθε περιφερειακή ενότητα της Ελλάδας.
Συνδυάζει μετεωρολογικoύς παράγοντες (θερμοκρασία, υγρασία, άνεμο, ακτινοβολία), με ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά (φύλο, ηλικία, βάρος, ύψος), αλλά και τη σωματική δραστηριότητα ανθρώπων διαφορετικών πληθυσμιακών ομάδων, συμπεριλαμβανομένων ανθρώπων μεγαλύτερης ηλικίας και εργαζομένων σε εξωτερικούς χώρους που ανήκουν στις πιο ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες. Στην ίδια ομάδα ανήκουν και τα παιδιά, οι έγκυες γυναίκες, οι ασθενείς με διαβήτη, όσοι πάσχουν από καρδιαγγειακά νοσήματα και οι ασθενείς με ΧΑΠ (χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια).
Όσον αφορά το τρέχον επεισόδιο καύσωνα, ο κ. Γιάνναρος το αξιολογεί ως «ένα σημαντικό επεισόδιο ζέστης που θα προκαλέσει εξίσου σημαντική επιβάρυνση των πολιτών επί δύο μέρες. Ηλικιωμένοι, παιδιά, έγκυες και εργαζόμενοι σε εξωτερικές εργασίες είναι όπως πάντα οι πιο ευάλωτες ομάδες απέναντι στην έντονη ζέστη».
Σημειώνεται πως οι υψηλότερες μέγιστες τιμές της θερμοκρασίας θα σημειωθούν αύριο Τρίτη στα ανατολικά ηπειρωτικά και το Αιγαίο με το θερμόμετρο να φτάνει ακόμη και τους 42 βαθμούς.
Σύμφωνα με τον κ. Γιάνναρο για αύριο Τρίτη η επικινδυνότητα για θερμική επιβάρυνση είναι «πολύ υψηλή», ενώ για την Τετάρτη «υψηλή». Όπως σημειώνει ο ίδιος, «την Τρίτη ο πολύ υψηλός κίνδυνος αφορά την Κεντρική Μακεδονία, τη Θεσσαλία, τη Στερεά Ελλάδα και την Αττική».
Ευτυχώς, αυτή τη φορά, σύμφωνα με τον κ. Γιάνναρο οι θερμοκρασίες θα πέφτουν κατά τις βραδινές ώρες. Εξαίρεση αποτελεί το Λεκανοπέδιο όπου ακόμα και τις νυχτερινές ώρες το θερμόμετρο δεν θα πέφτει κάτω από τους 25 βαθμούς Κελσίου, λόγω του φαινομένου της αστικής θερμικής νησίδας.
Τα αποτελέσματα της πρώτης πιλοτικής εφαρμογής του HΕΑΤ-ALARM
«Πέρυσι εκδόθηκαν 50 έως 60 ειδοποιήσεις του HEAT-ALARM για θερμική επιβάρυνση, με επικινδυνότητα από μέτριο επίπεδο και πάνω. Το περσινό καλοκαίρι ήταν ακραίο σε θερμοκρασίες – ειδικά ο Ιούνιος και ο Ιούλιος – κάτι που δεν φαίνεται να ισχύει για το φετινό», σημειώνει ο κ. Γιάνναρος.
Ο ίδιος προσθέτει πως φέτος έχει ήδη εκδοθεί μια ειδοποίηση για πολύ υψηλό κίνδυνο θερμικής επιβάρυνσης, για την Κρήτη στις 24 Μαΐου, όταν το θερμόμετρο έδειξε 39 βαθμούς Κελσίου.
«Αυτό είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα απορρύθμισης του κλίματος και της τάσης, οι ζεστές μέρες να κάνουν όλο και πιο νωρίς την εμφάνιση τους», σημειώνει ο κ. Γιάνναρος.
Αντίθετα, όπως έδειξαν και οι περσινές μετρήσεις του HEAT-ALARM, στα νησιά του Αιγαίου η θερμική καταπόνηση είναι αισθητά μικρότερη χάρη στα μελτέμια.
Οι Ελληνες δεν έχουμε επίγνωση της ζέστης – Τα λάθη που κάνουμε
«Πολλοί πολίτες δεν γνωρίζουν καν ότι εμφανίζουν συμπτώματα, δεν έχουν αντίληψη της θερμικής καταπόνησης που βιώνουν, αλλά ούτε και πώς να αντιδράσουν», δίνει μια άλλη πτυχή του προβλήματος ο κ. Γιάνναρος.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα σύμφωνα με τον ίδιο είναι πως μεγάλη μερίδα πολιτών επιλέγει να πάει για μπάνιο στη θάλασσα τις μεσημεριανές ώρες, στην κορύφωση της ζέστης. «Πιστεύουν πως επειδή κάθονται κάτω από την ομπρέλα ή κάτω από ένα αρμυρίκι, προστατεύονται, αλλά αυτό δεν ισχύει σε καμία περίπτωση. Στην πραγματικότητα, έχουν κάνει την χειρότερη επιλογή. Ο πρόσφατος θάνατος ενός παιδιού από θερμοπληξία σε παραλία στην Πάρο δείχνει την άγνοια μας γύρω από το θέμα», σημειώνει ο κ. Γιάνναρος.
Σε αυτό το σημείο, ο κ. Γιάνναρος αναφέρει ποια είναι η καλύτερη συμπεριφορά που πρέπει να υιοθετούμε στα σπίτια μας – και αυτή δεν περιλαμβάνει τη συνεχή χρήση του κλιματιστικού: «Τα κλιματιστικά είναι μέρος του προβλήματος μιας και κατά τη χρήση τους εκλύουν θερμότητα, τροφοδοτώντας σημαντικά το φαινόμενο της “αστικής θερμικής νησίδας”. Με άλλα λόγια, η συνεχής χρήση κλιματιστικού τελικά κοστίζει και στη δική μας καθημερινότητα».
Τι μπορεί να αντικαταστήσει τα κλιματιστικά; «Η καλύτερη επιλογή είναι οι κατεβασμένες τέντες, οι κλειστές κουρτίνες και τα κλειστά παράθυρα. Με αυτόν τον τρόπο, μειώνουμε τη ζέστη που μπαίνει στο σπίτι μέσω της ακτινοβολίας και με τη μορφή ζεστού αέρα. Επίσης, η ταυτόχρονη χρήση του κλιματιστικού με ανεμιστήρα είναι μια πολύ πιο αποδοτική λύση και για το περιβάλλον και για την τσέπη του καταναλωτή».
Για υποτίμηση του κινδύνου από το κοινό κάνει λόγο και ο Αποστόλης Δάμκαλης, αναπληρωτής εκπρόσωπος τύπου του ΕΚΑΒ: «Οι Έλληνες υπερεκτιμούμε τις δυνατότητές μας απέναντι στη ζέστη. Δυστυχώς μάλιστα, η ομάδα που το πράττει περισσότερο είναι οι ηλικιωμένοι. Βγαίνουν για παράδειγμα έξω στις 2 το μεσημέρι για να πάνε στη λαϊκή μια μέρα με καύσωνα».
Ο κ. Δάμκαλης αναφέρει πως οι περισσότερες κλήσεις που γίνονται στο ΕΚΑΒ για επεισόδια θερμικής καταπόνησης αφορούν τους ηλικιωμένους. Οι μισές από αυτές καταλήγουν στο νοσοκομείο, και αυτό γιατί η θερμική καταπόνηση έχει πια περάσει στο επόμενο στάδιο, αυτό της θερμοπληξίας.
«Τα υπόλοιπα περιστατικά αντιμετωπίζονται στο σπίτι με επιτόπια φροντίδα από τους διασώστες», εξηγεί ο κ. Δάμκαλης, αναφέροντας επίσης πως βάσει των έκτακτων οδηγιών που έχουν εκδοθεί από χθες για τον καύσωνα, το ΕΚΑΒ με βάση εντολή της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας βρίσκεται σε ετοιμότητα με περισσότερα ασθενοφόρα να βρίσκονται ήδη στους δρόμους.
Αναιμικά σχέδια διαχείρισης σε ένα υποφωτισμένο πρόβλημα
Όσον αφορά στο ερώτημα του αν η Πολιτεία αξιοποιεί με επιχειρησιακό τρόπο εργαλεία όπως το HEAT- ALARM, ο κ. Γιάνναρος απαντά πως «η πληροφορία που παρέχουμε δεν φιλτράρεται από τα υπουργεία και δεν οδηγεί και σε δεσμεύσεις. Σύμφωνα όμως με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό, οι ειδοποιήσεις πρέπει να οδηγούν σε πράξεις. Αυτό που τελικά συμβαίνει τις ημέρες με έντονη ζέστη είναι να εκδίδονται κάποιες εγκύκλιοι για περιορισμό ή απαγόρευση εργασίας σε συγκεκριμένους κλάδους και να ανοίγουν κάποιες κλιματιζόμενες αίθουσες σε κάποιους δήμους. Χρειαζόμαστε όμως ολοκληρωμένα σχέδια διαχείρισης των επιπτώσεων της θερμικής καταπόνησης σε εθνικό και τοπικό επίπεδο. Μόνο ο δήμος της Αθήνας έχει ένα σάιτ με οδηγίες για τους καύσωνες ενώ δουλεύει το θέμα και μέσω του προγράμματος “Βοήθεια στο Σπίτι”».
Για να γίνει αντιληπτή η βαρύτητα του υποφωτισμένου αυτού θέματος στην Ελλάδα, σημειώνεται πως ο ακραίος καύσωνας του Ιουλίου – Αυγούστου 2021 είχε ως αποτέλεσμα να καταγραφούν περισσότεροι από 2.300 πρόωροι θάνατοι σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat. Είναι χαρακτηριστικό πως η θνησιμότητα που σχετίζεται με ακραία θερμές συνθήκες έχει αυξηθεί κατά 30% τα τελευταία 20 χρόνια στο σύνολο σχεδόν της Ευρώπης.
«Πολλοί θάνατοι από θερμοπληξία δεν καταγράφονται»
Στο ίδιο μήκος κύματος και όσα μας είπε ο Ανδρέας Φλουρής, καθηγητής Φυσιολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και διευθυντής του πανεπιστημιακού εργαστηρίου FAME Lab.
Ο ίδιος περιγράφει μιλώντας στο in τη διαχείριση του θέματος στη χώρα μας με μελανά χρώματα. «Περσινή μελέτη του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας σχετικά με τη θερμική καταπόνηση τόνιζε πως εάν ένα κράτος εστιάζει μόνο στους καύσωνες τότε έχει αντιμετωπίσει μόνο το 10% του προβλήματος. Δυστυχώς, αυτό είναι που συμβαίνει στην Ελλάδα. Αγνοούμε πως εννέα στις δέκα εκθέσεις των πολιτών στη θερμική καταπόνηση συμβαίνουν τις μέρες με πολλή ζέστη και όχι στους καύσωνες. Στην Ελλάδα έχουμε ενασχόληση των αρχών με το θέμα μόνο τις μέρες που διαρκεί ένας καύσωνας και όταν το θερμόμετρο πλησιάζει τους 40 βαθμούς. Εν ολίγοις, κοιτάμε μόνο την κορυφή του παγόβουνου».
Αν και, σύμφωνα με τον κ. Φλουρή, τα τελευταία χρόνια έχουν καταρτιστεί καλύτερες οδηγίες για τις ημέρες του καύσωνα και ο κρατικός μηχανισμός είναι σε μεγαλύτερη ετοιμότητα σε σχέση με το παρελθόν, η Ελλάδα δεν διαθέτει καλά θεσμοθετημένο πλαίσιο.
«Αν είμαι εργοδότης και δεν ακολουθήσω τις οδηγίες που έχει εκδώσει το υπουργείο Εργασίας, δεν είναι ξεκάθαρο αν θα υποστώ συνέπειες. Η οδηγία για τους εργαζομένους είναι πολύ συνοπτική και εξαντλείται σε ένα κείμενο μισής σελίδας» εξηγεί ο κ. Φλουρής.
Ο ίδιος μάλιστα περιγράφει πως πριν από τρία χρόνια συμμετείχε σε μια τριμερή ομάδα εργασίας (μαζί με εργοδότες, εκπροσώπους εργαζομένων αλλά και επιστήμονες όπως μετεωρολόγους) του υπουργείου Εργασίας, γύρω από το θέμα της πρόληψης της θερμικής καταπόνησης των εργαζομένων. «Καταθέσαμε ένα πολύ αναλυτικό κείμενο για το τι πρέπει να αλλάξει, όπως για παράδειγμα ότι πρέπει να ομαδοποιήσουμε τα πολλά επαγγέλματα που εμπίπτουν στο πρόβλημα και να μιλάμε με συγκεκριμένες θερμοκρασίες, οι οποίες είναι χαμηλότερες από αυτές που ορίζονται τώρα, αλλά κανείς υπουργός δεν υιοθέτησε τις αναλυτικές προτάσεις μας».
Συμπερασματικά, κατά τον κ. Φλουρή, η αντιμετώπιση της Πολιτείας απέναντι στο ζήτημα είναι επιφανειακή. «Δεν έχουμε πραγματική επαφή με τους ηλικιωμένους την ώρα ενός καύσωνα. Θα μπορούσε αυτό για παράδειγμα να γίνεται μέσω του προγράμματος “Βοήθεια στο Σπίτι”, να τους καλούμε και να τους επισκεπτόμαστε, πριν χρειαστεί να καλέσουν εκείνοι κάποιον για βοήθεια. Και υπάρχει βέβαια και το κομβικό πρόβλημα της μη καταγραφής των περιστατικών θερμοπληξίας αλλά και των θανάτων που οφείλονται σε αυτήν, μέσα στα νοσοκομεία. Ο ΠΟΥ είναι ξεκάθαρος ως προς αυτό: Αν ένας θάνατος ατόμου με υποκείμενο νόσημα επέλθει λόγω θερμοπληξίας, αυτό πρέπει να καταγράφεται με ειδικό κωδικό. Ένα εγκεφαλικό που πυροδοτήθηκε από ακραία ζέστη, στην χώρα μας θα καταγραφεί ως εγκεφαλικό. Αν δεν έχουμε όμως συνολική εικόνα του προβλήματος, πως θα το λύσουμε;»
Πηγή: in.gr