Όσο έρχονται στο φως αποκαλύψεις για την αμαρτωλή ιστορία των αγροτικών επιδοτήσεων, όπως περιγράφεται στην (πρώτη) δικογραφία της ευρωπαϊκής εισαγγελίας, τόσο η κυβέρνηση και τα κόμματα της αντιπολίτευσης αναπροσαρμόζουν τις στρατηγικές και τη ρητορική τους – μέρα μέρα. Και όσο η υπόθεση εξελίσσεται, τόσο δυσκολεύει η εκτίμηση για τον αντίκτυπό της στο πολιτικό σκηνικό.
Δεν θα κλείσει γρήγορα, όπως ενδεχομένως να ήθελε η κυβέρνηση που είχε επενδύσει σε μια «θετική» εκστρατεία για περαιτέρω δημοσκοπική ανάκαμψη. Και αυτό για δύο λόγους: πρώτον, η έρευνα έχει δρόμο μπροστά της από τη στιγμή που οι εισαγγελείς ακόμα αξιολογούν στοιχεία, αναμένοντας απαντήσεις από όσα εντόπισαν πρόσφατα στις εφόδους τους σε γραφεία του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Δεύτερον, γιατί εκτός από τους δύο πρώην υπουργούς Μάκη Βορίδη και Λευτέρη Αυγενάκη, για τους οποίους αναμένονται οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες την ερχόμενη εβδομάδα (πρόταση ΠΑΣΟΚ για προανακριτική), στο κάδρο της διερεύνησης μπαίνουν και βουλευτές, ώστε να διαπιστωθεί εάν ενδεχομένως υπάρχει ποινική εμπλοκή τους.
Αυτό σημαίνει ότι ανεξάρτητα από τις διαδικασίες τους πρώην υπουργούς, ουδείς μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενοι οι εισαγγελείς να στέλνουν κάθε τόσο αιτήματα στη Βουλή, ζητώντας άδεια ώστε να κληθούν με την ιδιότητα του υπόπτου.
Ήδη πάντως η βόμβα ΟΠΕΚΕΠΕ φέρνει… σκάγια στην αυλή του Μαξίμου, προκαλώντας σοβαρά τραύματα σε τέσσερα επίπεδα.
Το δημοσκοπικό φρένο
Το πρώτο είναι η νέα – δημοσκοπική – πίεση. Πάνω που η κυβέρνηση είχε πετύχει μια έστω μερική ανάκαμψη και έριχνε το βάρος στα «παραδοτέα» και στον «θετικό» λόγο για να φτάσει στη ΔΕΘ με τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις, ήρθε ξαφνικό φρένο.
Σύμφωνα με πληροφορίες στην κυβέρνηση προσπαθούν να μετρήσουν – κυριολεκτικά, μέσα από κυλιόμενες έρευνες κοινής γνώμης – το πως «γράφουν» οι εξελίξεις των ημερών. Ασφαλές συμπεράσματα δεν μπορεί να προκύψει ακόμα, καθώς το κουβάρι του σκανδάλου ξετυλίγεται, αλλά η πρώτη εικόνα είναι καταγράφεται οριακή κάμψη, ακόμα κι αν κανείς από τους πολιτικούς αντιπάλους της κυβέρνησης δεν εμφανίζει κέρδη.
Το αφήγημα
Το δεύτερο πλήγμα καταγράφεται στο ίδιο το κυβερνητικό αφήγημα: το μεταρρυθμιστικό. Στην κυβέρνηση αντιλαμβάνονται ότι οι αδιανόητοι διάλογοι που βγαίνουν στη δημοσιότητα «καίγοντας» πρόσωπα, «καίνε» επίσης και βασικούς πυλώνες στο αφήγημα Μητσοτάκη, επιτρέποντας τη διατύπωση κατηγοριών από την αντιπολίτευση περί διαφθοράς και παλαιοκομματισμού.
Γι’ αυτό και η κυβέρνηση επιμένει στην κυβερνητική «καθημερινότητα», επιχειρώντας να φέρνει στην πρώτη γραμμή θέματα που απασχολούν τους πολλούς: την οικονομία και τη δημόσια υγεία, για παράδειγμα. Στο συνέδριο του Economist, ο Μητσοτάκης αναγνώρισε τα ανοιχτά στοιχήματα και τις προκλήσεις της κυβέρνησης, αλλά έσπευσε σε νέες διαβεβαιώσεις ότι προτεραιότητα είναι «το μέρισμα της προόδου να κατανέμεται δίκαια στην κοινωνία, με αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων, μείωση φόρων και στήριξη της μεσαίας τάξης και των ασθενέστερων κοινωνικών στρωμάτων».
Η πολιτική διαχείριση
Το τρίτο «χτύπημα» αφορά την πολιτική διαχείριση του θέματος. Δεν φαντάζει εύκολο για το Μαξίμου να διαχειριστεί άλλους δύο πρώην υπουργούς του (ύστερα από τον Κώστα Αχ. Καραμανλή και τον Χρήστο Τριαντόπουλο στη διερεύνηση της τραγωδίας των Τεμπών), για τους οποίους η αντιπολίτευση ζητάει προανακριτική επιτροπή.
Σε κυβέρνηση και κόμμα αναγνωρίζουν ότι μπορεί να έρθουν ξανά αντιμέτωποι είτε με «πυρά» περί «συγκάλυψης» είτε με αναταράξεις (και εσωτερικές) διαρκείας, ανάλογα με τον τρόπο που θα επιλέξει η κυβερνητική πλειοψηφία να απαντήσει στο – τουλάχιστον ένα, από το ΠΑΣΟΚ – αίτημα για σύσταση προανακριτικής επιτροπής.
Τα εσωκομματικά
Το τέταρτο επίπεδο στο οποίο υπάρχουν οι πρώτες παρενέργειες των αποκαλύψεων για τον ΟΠΕΚΕΠΕ είναι το εσωκομματικό – ενδοκυβερνητικό κλίμα. Και εδώ, πάνω που το Μαξίμου πίστεψε ότι πέτυχε μια εσωτερική ηρεμία ύστερα από μήνες εντάσεων από τις αρχές του έτους, ακούγονται ξανά γκρίνιες, διαπιστώνεται δυσφορία και, γενικώς, βουλευτές και κομματικά στελέχη λειτουργούν υπό πίεση.
Όσο κι αν Μαξίμου και Πειραιώς ξορκίζουν τις εσωτερικές τριβές, τα μέλη της γαλάζιας κοινοβουλευτικής ομάδας εκφράζονται με διάφορους τρόπους στις κατ’ ιδίαν συνομιλίες τους. Ήδη κάποιοι έχουν τοποθετηθεί και δημοσίως, κάπως αιχμηρά, ενώ δεν είναι βέβαιο ότι υπάρχει προθυμία αλληλοϋποστήριξης. Ενδεικτικό το φαρμακερό σχόλιο του Θεόδωρου Καράογλου, «σε τελική ανάλυση, δεν είμαστε όλοι ίδιοι».
Πηγή: tanea.gr