Του Κώστα Κατίκου
Δεξαμενή για την αύξηση της απασχόλησης αποτελούν οι νέοι και ο γυναικείος πληθυσμός που σε μεγάλο ποσοστό βρίσκονται εκτός εργατικού δυναμικού. Το ποσοστό απασχόλησης της Ελλάδας είναι στο 63% και αν και αυξανόμενο, απέχει 8 μονάδες από το μέσο όρο της Ευρωζώνης που είναι 71%.
Η Τράπεζα της Ελλάδος στην τελευταία της έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική θέτει ως μια από τις βασικές προτεραιότητες για την αγοράς εργασίας την παροχή κινήτρων για τη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό, κατά κύριο λόγο γυναικών, νέων, αλλά και ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας. Στο πλαίσιο αυτό, η στοχευμένη υποστήριξη για τη φροντίδα των παιδιών και των ηλικιωμένων μπορεί να επιτρέψει στις γυναίκες να εργαστούν εκτός σπιτιού, ενώ προτείνει η ένταξή τους στο εργατικό δυναμικό να συνδυαστεί με μέτρα ενίσχυσης της ευελιξίας της αγοράς εργασίας και μείωσης της φορολογικής επιβάρυνσης της εργασίας.
Καθώς η ελληνική αγορά εργασίας συνεχίζει να ανακάμπτει, με τα τελευταία στοιχεία του α΄ τριμήνου του 2025 να καταγράφουν αύξηση της συνολικής απασχόλησης κατά 1,0% και μείωση της ανεργίας στο 10,4%, η κυβέρνηση στρέφει το ενδιαφέρον της σε στοχευμένες παρεμβάσεις για την ενίσχυση της απασχόλησης σε ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες — ιδιαίτερα τις γυναίκες, τους νέους και τα άτομα ηλικίας 45 ετών και άνω. Στο πλαίσιο αυτό, αναδιαμορφώνονται στρατηγικές απασχόλησης, που εστιάζουν τόσο στην αναβάθμιση δεξιοτήτων όσο και στην άρση των εμποδίων συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό.
Οι γυναίκες στο επίκεντρο
Οι γυναίκες παραμένουν ο κύριος αποδέκτης των νέων προγραμμάτων απασχόλησης και κατάρτισης. Παρά την αύξηση της γυναικείας απασχόλησης κατά 2,7% το πρώτο τρίμηνο του 2025, το ποσοστό τους παραμένει κατά 10 μονάδες χαμηλότερο από εκείνο των ανδρών (45% έναντι 55%), ενώ η ανεργία των γυναικών αγγίζει το 11,6%, έναντι 7,7% στους άνδρες.
Για την ανατροπή αυτής της εικόνας, το νέο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πρόγραμμα 2024-2027 προβλέπει στοχευμένα προγράμματα επιδότησης απασχόλησης, συνολικά για 41.500 ανέργους. Η έμφαση δίνεται στις επιδοτούμενες προσλήψεις γυναικών, καθώς και στην ενίσχυση της εργασιακής εμπειρίας ανέργων ηλικίας 30 ετών και άνω, κυρίως στις ηλικίες 45-64. Οι θέσεις που θα δημιουργηθούν αποτελούν νέες προσλήψεις και όχι αντικατάσταση υφιστάμενου προσωπικού, εξασφαλίζοντας έτσι ουσιαστική επέκταση της απασχόλησης.
Νέοι στην απασχόληση
Οι νέοι εργαζόμενοι αποτελούν επίσης κρίσιμη προτεραιότητα, ιδιαίτερα δεδομένης της μείωσης της απασχόλησης στις ηλικίες 25-29 (-7,7%) και 30-44 (-0,3%). Η στρατηγική απαντά με προγράμματα επαγγελματικής εμπειρίας και κατάρτισης, που δίνουν τη δυνατότητα απόκτησης δεξιοτήτων προσαρμοσμένων στις ανάγκες της αγοράς.
Την ίδια στιγμή, άτομα ηλικίας 45-64 ετών παρουσιάζουν αυξημένη συμμετοχή στην απασχόληση κατά 3,6%, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι η αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού μεγαλύτερης ηλικίας είναι καθοριστική στην προσπάθεια για αντιμετώπιση της δημογραφικής πρόκλησης.
Οι παρεμβάσεις εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλέγμα δράσεων που περιλαμβάνει τη βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος, την αναβάθμιση των προγραμμάτων κατάρτισης ανέργων, την επιστροφή Ελλήνων επιστημόνων από το εξωτερικό και την ενσωμάτωση ξένων εργαζομένων με πολύτιμες δεξιότητες. Ταυτόχρονα, επιδιώκεται η μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης της εργασίας και η ευελιξία της αγοράς.
Στόχος για το 2030 είναι το ποσοστό ανεργίας στα άτομα 20-64 ετών να μειωθεί στο 8%, η μακροχρόνια ανεργία στο 5% και η ανεργία των γυναικών κάτω από το 9%.
Πηγή: capital.gr