Μπορεί η αμερικανική πολιτική στη Μέση Ανατολή να ενισχύει την αστάθεια, διακινδυνεύοντας τα μεγαλόπνοα οικονομικά σχέδια της Κίνας στη περιοχή, αλλά για το Πεκίνο υπάρχει και άλλο: Οι επιθέσεις στο Ιράν αναδεικνύουν περαιτέρω το απρόβλεπτο ύφος του Τραμπ και αυτό μπορεί να επεκταθεί μέχρι την Ταϊβάν.
Ο βομβαρδισμός των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν δημιουργεί μια νέα κατάσταση για τους ηγέτες της Κίνας που προσπαθούν να κατανοήσουν πώς θα χειριστεί ο Αμερικανός πρόεδρος μια πιθανή σύγκρουση γύρω από την Ταϊβάν.
Όπως αναφέρουν οι New York Times, οι Κινέζοι αξιωματούχοι και ειδικοί αξιολογούν τις επιθέσεις στο Ιράν για να αντλήσουν νέες πληροφορίες σχετικά με τον Τραμπ, ο οποίος είχε αρχικά αντιταχθεί σε στρατιωτική δράση ενώ προωθούσε τη διπλωματία, για να ακολουθήσει στη συνέχεια με πυραυλικές επιδρομές και βομβαρδισμούς σε τρεις βασικές πυρηνικές εγκαταστάσεις.
Για την Κίνα, ο Τραμπ αποτελεί μια απρόβλεπτη παράμετρο στα σενάρια για το πώς οι ΗΠΑ θα αντιδρούσαν σε μια προσπάθεια του Πεκίνου να υποτάξει την Ταϊβάν, συμπεριλαμβανομένης μιας πιθανής στρατιωτικής εισβολής. Οι ΗΠΑ παραδοσιακά υποστήριζαν την Ταϊβάν στρατιωτικά, πουλώντας όπλα και κρατώντας ανοιχτό το ενδεχόμενο αποστολής δυνάμεων σε περίπτωση πολέμου.
Μερικοί Κινέζοι αναλυτές διερωτώνται αν, με την κατάλληλη πειθώ ή προειδοποιήσεις, ο Τραμπ θα μπορούσε να πειστεί να μειώσει την υποστήριξη των ΗΠΑ προς την Ταϊβάν.
Άλλωστε, στον εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, ο Τραμπ εναλλασσόταν μεταξύ επιβολής υπερβολικών δασμών και συμφωνίας προσωρινής ανακωχής, υποχωρώντας μετά από μπλοκάρισμα αποστολών κρίσιμων πρώτων υλών από την Κίνα. Οι επιθέσεις στο Ιράν αναδεικνύουν περαιτέρω το απρόβλεπτο ύφος του Τραμπ.
«Μετά τις επιθέσεις στο Ιράν, υποψιάζομαι ότι οι Κινέζοι ηγέτες θα είναι πιο νευρικοί να δοκιμάσουν την αποφασιστικότητα του Τραμπ σχετικά με την Ταϊβάν», σχολίασε ο Ζακ Κούπερ, ανώτερος συνεργάτης στο American Enterprise Institute. «Η προσοχή είναι απαραίτητη, τόσο γιατί ο Τραμπ φαίνεται πιο πρόθυμος να χρησιμοποιήσει στρατιωτική δύναμη απ’ ό,τι πολλοί ανέμεναν, όσο και επειδή οι ενέργειές του φαίνονται λιγότερο προβλέψιμες.»
Προτού πραγματοποιηθεί η επίθεση, η Κίνα είχε εντείνει τις προσπάθειες να αντιληφθεί τη σκέψη του Τραμπ για την Ταϊβάν. Κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνομιλίας νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ τόνισε τη σημασία της Ταϊβάν και πρότεινε ότι εκείνος και ο Τραμπ θα έπρεπε να είναι σαν συμπλοίαρχοι που κυβερνούν το «μεγάλο πλοίο των σχέσεων Κίνας-ΗΠΑ», σε μια προσπάθεια να δημιουργήσει διχασμό ανάμεσα στον Τραμπ και τους σκληροπυρηνικούς Αμερικανούς αξιωματούχους.
Ποιές οι κόκκινες γραμμές του Τραμπ
Μερικοί Κινέζοι ερευνητές που συναντήθηκαν πρόσφατα με Αμερικανούς ομολόγους τους, φαίνεται να προσπαθούν να διαπιστώσουν τις «κόκκινες γραμμές» του Τραμπ. Η στρατιωτική πίεση της Κίνας συνεχίζεται, με καθημερινές πτήσεις πολεμικών αεροσκαφών κοντά στην Ταϊβάν και μεγάλης κλίμακας ναυτικές ασκήσεις που ξεπερνούν τα παραδοσιακά όρια, προκαλώντας αντιδράσεις από το Τόκιο.
Η Κίνα ετοιμάζεται για κάθε ενδεχόμενο, από γρήγορη κλιμάκωση της έντασης έως ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Παρά τις διαφορές ανάμεσα στην περίπτωση του Ιράν και της Ταϊβάν, το βασικό μάθημα από την επίθεση στο Ιράν είναι ότι «όταν ο Τραμπ κρίνει απαραίτητο, θα επιλέξει τη στρατιωτική δύναμη για να προωθήσει την αμερικανική εξωτερική πολιτική».
Η κυβέρνηση Τραμπ έχει δείξει υποστήριξη προς την Ταϊβάν, ενώ παράλληλα την καλεί να αυξήσει γρήγορα τις στρατιωτικές δαπάνες της. Ωστόσο, είναι ο ίδιος ο Τραμπ που παίρνει τις τελικές αποφάσεις, γεγονός που προκαλεί ανησυχία σε ορισμένους στην Ουάσινγκτον και στην Ταϊπέι.
Κάποιοι ειδικοί στην Ταϊβάν είδαν την επίθεση στο Ιράν ως έμμεσο μήνυμα προς την Κίνα και τη Ρωσία — «χτυπώντας τον μικρότερο αδελφό, το Ιράν, για να προειδοποιήσει τους μεγαλύτερους αδελφούς», όπως είπε ερευνητής του Ινστιτούτου Εθνικής Άμυνας της Ταϊβάν.
Ασάφεια
Όμως, όπως και οι προηγούμενοι Αμερικανοί πρόεδροι, ο Τραμπ παραμένει ασαφής ως προς το αν οι ΗΠΑ θα υπερασπιστούν στρατιωτικά την Ταϊβάν σε περίπτωση κινεζικής επίθεσης. Αυτή η αβεβαιότητα στοχεύει να αποτρέψει την Κίνα, ενώ παράλληλα περιορίζει την προκλητικότητα της Ταϊβάν.
Επίσης, αμφισβήτησε την αποτελεσματικότητα μιας αμερικανικής στρατιωτικής επέμβασης, δεδομένης της εγγύτητας και της ισχύος των κινεζικών δυνάμεων.
Παρά τις επικρίσεις του για τις οικονομικές πρακτικές της Κίνας και τη διαχείριση της πανδημίας, έχει εκφράσει θαυμασμό για τον Σι Τζινπίνγκ, με τους δύο ηγέτες να έχουν αμοιβαία προσκλήσεις για επίσημες επισκέψεις.
Εάν οι ηγέτες συναντηθούν, ακόμα και μικρές υποχωρήσεις του Τραμπ στον τρόπο που εκφράζεται για την Ταϊβάν θα μπορούσαν να θεωρηθούν νίκη για το Πεκίνο, δεδομένης της εξάρτησης του νησιού από τις αμερικανικές εγγυήσεις.
Ωστόσο, η κινεζική ηγεσία είναι προετοιμασμένη για τον κίνδυνο μιας κρίσης σχετικά με την Ταϊβάν και είναι βέβαιη για τη στρατιωτική της ισχύ, η οποία περιλαμβάνει περίπου 3.500 πυραύλους, ένα αυξανόμενο πυρηνικό οπλοστάσιο και έναν γρήγορα αναπτυσσόμενο ναυτικό στόλο.
Όπως σχολίασε ειδικός σε αμερικανική δεξαμενή σκέψης, «οι ΗΠΑ δεν μπορούν απλά να επέμβουν ξαφνικά με επιλεκτικές αεροπορικές επιδρομές και να κερδίσουν» σε μια ενδεχόμενη σύγκρουση για την Ταϊβάν — κάτι που είναι ξεκάθαρο στο Πεκίνο.
Πηγή: in.gr