Στην πιο σύντομη ίσως Σύνοδο Κορυφής της ιστορίας της που επίσης ολοκληρώθηκε με ένα τηλεγραφικό κοινό ανακοινωθέν, η Ατλαντική Συμμαχία συμφώνησε να προχωρήσει την επόμενη δεκαετία σε μια τεραστίων διαστάσεων αύξηση των αμυντικών δαπανών των χωρών-μελών. Ηταν το αποτέλεσμα των πιέσεων της αμερικανικής πλευράς και ενδεχομένως το αντίτιμο για την παραμονή των ΗΠΑ στη Συμμαχία. Η σημερινή δυσαναλογία μιλάει από μόνη της – 67% περίπου του προϋπολογισμού του ΝΑΤΟ καταβάλλεται από τις ΗΠΑ και το 33% από όλες τις άλλες χώρες. Στην αριθμητική επομένως ο Τραμπ έχει δίκιο. Οι ευρωπαίοι σύμμαχοι συμφώνησαν να αλλάξει αυτός ο συσχετισμός. Πώς θα το πετύχουν; Αυτή είναι μια εξίσωση για δυνατούς λύτες και έχει πολλές διαστάσεις:
Πρώτον, το χρονοδιάγραμμα. Στα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής ορίζεται το 2029 για επανεξέταση των στόχων και το 2035 ως καταληκτική ημερομηνία. Καλό είναι να θυμόμαστε ότι και το 2014 είχε τεθεί ο στόχος του 2% και μέχρι σήμερα κάποιες χώρες δεν τον έχουν εκπληρώσει. Στα συμπεράσματα υπάρχει επίσης η διατύπωση ότι «χώρες-μέλη» συμφώνησαν να φθάσουν το 5% του ΑΕΠ τους για αμυντικές δαπάνες και όχι «όλες οι χώρες-μέλη». Αυτή ήταν η διατύπωση για να ικανοποιηθεί η Ισπανία και να συμφωνήσει στο ανακοινωθέν που απαιτεί ομοφωνία προκαλώντας τη μήνιν του Τραμπ που απείλησε να την «ταράξει στους δασμούς».
Δεύτερον, η άμυνα είναι εθνική υπόθεση όπως και η επιλογή των εξοπλισμών κάθε χώρας. Δεν υπαγορεύει κανείς στην Ελλάδα για παράδειγμα πώς θα οργανώσει την άμυνά της ή ποια αμυντικά συστήματα θα προμηθευθεί. Αν όμως μιλάμε για οικονομίες κλίμακας και εξορθολογισμό δαπανών, θα έπρεπε οι χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ να προχωρήσουν σε μια πιο συλλογική προσπάθεια ώστε να μεγιστοποιήσουν τις αμυντικές τους δυνατότητες από κοινού. Αυτό είναι μάλλον mission impossible. Το ΝΑΤΟ είναι διακυβερνητικός οργανισμός και κάθε χώρα διατηρεί το δικαίωμα βέτο αν κάποια απόφαση ή ενέργειά του δεν τη βρίσκει σύμφωνη. Μπορούμε να φανταστούμε την Ελλάδα και την Τουρκία να συμφωνούν σε εξοπλιστικά προγράμματα στο όνομα του συμμαχικού συμφέροντος; Είναι λοιπόν κενό γράμμα οι αποφάσεις που έλαβαν οι 32 χώρες-μέλη στη Σύνοδο Κορυφής αυτή την εβδομάδα; Οχι ως προς την πρόθεση να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες αλλά ως προς την ταχύτητα υλοποίησης υπάρχει ακόμη μεγάλη απόσταση να διανυθεί.
Τρίτον, από την εξίσωση δεν μπορεί να λείπει η Ευρωπαϊκή Ενωση. Η πλειονότητα των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ είναι και μέλη της ΕΕ. Οι αμυντικές τους δαπάνες αφορούν και τους δύο οργανισμούς. Συνεπώς, θα πρέπει να υπάρξει συνεργασία μεταξύ τους που να υπερβαίνει το σημερινό επίπεδο των σχέσεών τους που περιορίζεται σε πολιτικό διάλογο και ανταλλαγή πληροφοριών.
Επομένως οι αποφάσεις του ΝΑΤΟ επηρεάζουν τη διαδικασία που ξεκίνησε μερικούς μήνες πριν στην Ευρωπαϊκή Ενωση για τη δημιουργία αμυντικού πυλώνα. Οι χώρες μέλη που ανήκουν και στους δύο οργανισμούς δεν μπορούν να έχουν δύο αμυντικούς προϋπολογισμούς. Οι αμυντικές τους δαπάνες δεν θα διαχωρίζονται μεταξύ ΝΑΤΟ και ΕΕ. Είναι μάλιστα πολύ πιθανό στη μεταβατική περίοδο όπου οι ΗΠΑ χωρίς να αποχωρήσουν από το ΝΑΤΟ θα μειώνουν τη συμμετοχή τους, ο ευρωπαϊκός πυλώνας του να ενισχυθεί. Αυτή η προοπτική θέτει βεβαίως πρόβλημα για την Ελλάδα και την Κύπρο που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με ευχολόγια ή αφορισμούς.
Η Ινώ Αφεντούλη είναι εκτελεστική διευθύντρια του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων
Πηγή: tanea.gr