Αναπάντητο μέχρι νεοτέρας το αίνιγμα του σεισμού στη Σαντορίνη

Αναπάντητο μέχρι νεοτέρας το αίνιγμα του σεισμού στη Σαντορίνη

Στη ζωντανή μνήμη που είναι ενεργή στη Σαντορίνη, δεν έχει υπάρξει καμία καταστροφή που να μπορεί να πλησιάσει έστω και προσεγγιστικά το μέγεθος αυτής που προκάλεσαν οι απανωτοί σεισμοί που κλόνισαν το νησί τον περασμένο Φεβρουάριο. Στις τέσσερις και πλέον δεκαετίες που το πάλαι ποτέ δύσβατο και αραιοκατοικημένο ηφαίστειο άρχισε να μεταλλάσσεται σε έναν από τους δημοφιλέστερους προορισμούς της Ελλάδας, της Ευρώπης και σε έναν βαθμό, του κόσμου, τίποτα δεν είχε ανακόψει τη γραμμική αυτή πορεία.

Ακόμα και η οικονομική κρίση, άφησε σχετικά αλώβητο έναν προορισμό που είχε ούτως ή άλλως ατσαλώσει τη δημοφιλία του. Οι καλντέρες του ηφαιστείου συμβόλιζαν τη γραφικότητα και όχι τον κίνδυνο, ενώ το ηφαιστειακό τοπίο χρησίμευε ως επιχρωματισμός στη γνωστή θέα της Οίας, στην οποία συρρέουν ετησίως εκατομμύρια επισκέπτες ανά τον κόσμο.

Αλλά όχι φέτος. Οι πρώτες αναφορές από την έναρξη της τουριστικής σεζόν δείχνουν μια ριζική μείωση στις κρατήσεις της τάξης του 30% -κι αυτό με μειωμένες κατά κύριο λόγο τιμές που επιχείρησαν να εξευμενίσουν τα θορυβημένα πλήθη- δείχνοντας ότι η μακρά σεισμική νηνεμία με τους ήπιους μόνο μετασεισμούς, που ακολούθησε την κατάσταση έκτακτης ανάγκης του Φεβρουαρίου, δεν έχει σταθεί ικανή να κατευνάσει τις ανησυχίες.

Συνέδριο μετά το συμβάν

Αν όμως η τουριστική μνήμη των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών αντιμετωπίζει αυτά τα κρούσματα της πυκνής σεισμικότητας ως μία εξέχουσα, ιδιαίτερη και απρόβλεπτη κρίση, δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για τη γεωλογική μνήμη που είναι πιο συμφιλιωμένη με χρονικότητες εκατομμυρίων ετών.

Συγκεκριμένα, στα τέλη του Μαΐου, την ίδια στιγμή που οι κλάδοι της εστίασης και της φιλοξενίας ετοίμαζαν σεντόνια και τραπεζομάντηλα για ό,τι μπορεί να διασωθεί από τη σεζόν, σε ένα άλλο νησί του Αιγαίου, τη Λέσβο, το 17ο Συνέδριο της Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρείας αφιέρωνε μία ειδική συνεδρία στους σεισμούς του Φεβρουαρίου, η οποία έφερνε σε διάλογο όλες τις ειδικότητες που συνθέτουν τη συγκεκριμένη επιστημονική κοινότητα: σεισμολόγους και ηφαιστειολόγους· θαλάσσιους γεωλόγους· γεωχημικούς, τεκτονικούς γεωλόγους και γεωδαίτες.

Όλες μαζί οι ειδικότητες που είχαν την ευκαιρία να συζητήσουν για πρώτη φορά από το συμβάν, κατάφεραν να φτάσουν σε ένα ελάχιστο consensus: φαίνεται ότι η σεισμική δραστηριότητα που σημειώθηκε στην περιοχή της Σαντορίνης, της Ανύδρου και της Αμοργού είναι ένα επεισόδιο στη γεωλογική εξέλιξη μιας περιοχής που ούτως ή άλλως χαρακτηρίζεται από ηφαίστεια και ρήγματα, τα τελευταία δύο εκατομμύρια χρόνια.

Παράλληλα, οι μέχρι τώρα ενδείξεις φαίνεται να διαψεύδουν τα σενάρια που συζητήθηκαν την περίοδο των σεισμών και τα οποία απέδιδαν τα φαινόμενα σε ηφαιστειακή δραστηριότητα.

Η επικρατούσα υπόθεση στην οποία φαίνεται να ομονοούν οι ειδικοί που συναντήθηκαν στο συνέδριο είναι ότι, λόγω ενός ιδιότυπου φαινομένου κατά το οποίο στην αρχή της σεισμικής κρίσης παρατηρήθηκε μία βορειοανατολική μετατόπιση των σεισμών από την περιοχή του υποθαλάσσιου ηφαιστείου Κολούμπο προς τη νησίδα Άνυδρο στο μεσοδιάστημα της Σαντορίνης με την Αμοργό, εικάζεται ότι πρόκειται για ένα συνδυασμό μαγματικής και τεκτονικής δραστηριότητας, όπου το ρευστό μάγμα σε ένα βάθος χιλιομέτρων, διαχέεται στα υπάρχοντα ρήγματα του φλοιού, μειώνοντας την τριβή και διευκολύνοντας τη σεισμική δραστηριότητα.

Εικασίες και υποθέσεις

Οι λέξεις «φαίνεται» και «εικάζεται», ωστόσο, θα παραμείνουν στον διάλογο για πολύ ακόμα, καθώς όπως λέει μιλώντας στο in.gr ο θαλάσσιος γεωλόγος, μέλος των Επιτροπών Σεισμικού Κινδύνου, Παρακολούθησης του Ηφαιστειακού Τόξου και Σεισμοτεκτονικής του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ) και ερευνητής του ΕΛΚΕΘΕ, Δημήτρης Σακελλαρίου, ο οποίος παρευρέθηκε στο συνέδριο, η επιστημονική κοινότητα αυτή τη στιγμή δεν είναι ικανή να αποφανθεί τελεσίδικα για τους λόγους πίσω από τη σεισμική δραστηριότητα του Φεβρουαρίου.

«Είναι μεγάλη ανάγκη να πυκνώσουμε το δίκτυο παρακολούθησης που υπάρχει για τους σεισμούς», επισημαίνει ο κ. Σακελλαρίου. «Με το σεισμογραφικό δίκτυο που υπάρχει δεν μπορούμε να έχουμε ακριβή εικόνα για το πού έχει γίνει ο σεισμός, τι ακριβώς μέγεθος έχει και ποια ήταν τα χαρακτηριστικά του». Για τον κ. Σακελλαρίου, θα χρειάζονταν μια σημαντική επένδυση σε σεισμογράφους, όργανα GPS, επιταχυνσιογράφους και άλλο σχετικό εξοπλισμό που θα επέτρεπε μία πιο λεπτομερειακή καταγραφή της σεισμικής δραστηριότητας, προκειμένου μάλιστα να υπερβεί και τους επιπρόσθετους περιορισμούς που θέτει η ιδιαίτερη γεωγραφία της χώρας: το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος της καλύπτεται από θάλασσα.

Το σεισμολογικό δίκτυο της Ελλάδας επιβλέπεται από το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Αστεροσκοπείου Αθηνών και στις καταγραφές και μελέτες συμβάλλουν μια σειρά Πανεπιστήμια της χώρας. Παρά την καταγεγραμμένη ανάπτυξη των τελευταίων ετών, ωστόσο, οι προϋπολογισμοί των πανεπιστημίων και των ερευνητικών κέντρων παραμένουν καθηλωμένοι στα επίπεδα των 2018.

Ενδεικτική του προβλήματος της διαθεσιμότητας και διαχείρισης των κονδυλίων για την έρευνα στη χώρα υπήρξε και η μαζική παραίτηση των μελών του Εθνικού Συμβουλίου Ερευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας προ μηνών, μεταξύ των οποίων και ο πρόεδρός του, Σπύρος Αρταβάνης-Τσάκωνας, καθηγητής κυτταρικής βιολογίας του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και προσωπική επιλογή του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για τη θέση. Τις παραιτήσεις των μελών συνόδευσαν καταγγελίες για τις ολιγωρίες και τις διαψευσμένες εξαγγελίες του υπουργείου Ανάπτυξης και της κυβέρνησης, ιδίως σχετικά με απευθείας αναθέσεις που πραγματοποιήθηκαν σε πρόγραμμα ΕΣΠΑ και την διετή και πλέον καθυστέρηση στην προκήρυξη του ΕΛΙΔΕΚ για μεγάλο ερευνητικό εξοπλισμό.

Βήματα και ατέλειες

Ωστόσο, στην περίπτωση του σεισμολογικού δικτύου και τη διαλεύκανση του μυστηρίου της Σαντορίνης, έχουν γίνει κάποιες κινήσεις, με το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών να εγκαθιστά σταθμούς παρακολούθησης σε όλη τη ζώνη Σαντορίνης-Ανύδρου-Αμοργού, πράγμα που αναμένεται σύντομα να παράγει μία τελική απάντηση για τα αίτια και τη φύση της σεισμικής δραστηριότητας που παρήγαγε την κρίση του Φεβρουαρίου.

Ο κ. Σακελλαρίου, αλλά και διάφοροι φορείς της επιστημονικής κοινότητας κατά καιρούς έχουν επισημάνει την ανάγκη θέσπισης ενός μακροπρόθεσμου στρατηγικού σχεδιασμού με τακτική χρηματοδότηση, η οποία αυτή τη στιγμή αναπληρώνεται με προγράμματα και έκτακτες χρηματοδοτήσεις. Χαρακτηριστικά, ενώ το υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας έχει δηλώσει την πρόθεσή του να καλύψει το κόστος των σταθμών παρακολουθήσης που ξεκίνησαν να λειτουργούν γύρω από την Άνυδρο μετά τον σεισμό, μέχρι στιγμής η εγκατάσταση και λειτουργία τους καλύπτεται ιδίοις εξόδοις από το Αστεροσκοπείο.

«Κάναμε τώρα κάτι στη Σαντορίνη, αλλά ο επόμενος σεισμός θα γίνει κάπου αλλού και θα αντιμετωπίζουμε τα ίδια προβλήματα», λέει ο κ. Σακελλαρίου. «Για παράδειγμα, για τους τελευταίους σεισμούς στο Άγιον Όρος που φαίνεται να οφείλονται σε υποθαλάσσιο ρήγμα, η τελευταία βυθομετρία που έχουμε είναι από τις αρχές της δεκαετίας του 2000. Καλώς υπάρχει, αλλά δεν έχουμε τίποτα άλλο. Και είναι πάρα πολλές οι αντίστοιχες περιπτώσεις».

Πηγή: in.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ