Ο Γκαμπριέλ Ζουκμάν, ο Ολιβιέ Μπλανσάρ και ο Ζαν-Πιζανί Φερί είναι τρεις από τους πιο γνωστούς οικονομολόγους της Γαλλίας – καθηγητής στην Ecole normale supérieure ο πρώτος, στην Ecole d’économie ο δεύτερος, που είναι και πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, στη Sciences Po του Παρισιού, το ινστιτούτο Bruegel των Βρυξελλών και το Peterson Institute for International Economics της Ουάσιγκτον ο τρίτος, που υπήρξε και αρχιτέκτονας του οικονομικού προγράμματος του Εμανουέλ Μακρόν το 2017. Τρεις καταξιωμένοι οικονομολόγοι, λοιπόν, με διαφορετικές απόψεις σχετικά με τη φύση του ιδανικού φορολογικού συστήματος. Εκείνη που έχουν κοινή, είναι η διαπίστωση ότι οι πλουσιότεροι άνθρωποι δεν συνεισφέρουν σήμερα όσο άλλες κοινωνικές ομάδες.
Το έδειξε άλλωστε και μία μελέτη του Ινστιτούτου Δημόσιων Πολιτικών της Γαλλίας: ενώ οι Γάλλοι στο σύνολό τους καταβάλλουν περίπου το 50% του εισοδήματός τους σε φόρους και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, το ποσοστό αυτό πέφτει στο 27% για τους δισεκατομμυριούχους, σχεδόν στο μισό. Ο τρόπος; Διάφορες τεχνικές «βελτιστοποίησης», όπως η χρήση εταιρειών χαρτοφυλακίου. Το γεγονός αυτό, όμως, παραβιάζει τη συνταγματική αρχή της ισότητας ενώπιον του νόμου. Από το συγκεκριμένο πρόβλημα, και με σκοπό να βρεθεί μία λύση, προέκυψε ο επονομαζόμενος «νόμος Ζουκμάν» – με εμπνευστή τον Γκαμπριέλ Ζουκμάν και υποστηρικτές τους δύο συναδέλφους του.
Ο νόμος προέβλεπε την εφαρμογή ενός ελάχιστου φόρου 2% επί του πλούτου των φορολογούμενων νοικοκυριών των οποίων η περιουσία υπερβαίνει τα 100 εκατομμύρια ευρώ. Το μέτρο απευθυνόταν σε 1.800 φορολογούμενους. Μια στενή φορολογική βάση, αλλά με δυνητική απόδοση μεταξύ 15 και 25 δισεκατομμυρίων ευρώ. Γιατί ο φόρος θα εφαρμοζόταν και στο εισόδημα, το οποίο διαφεύγει σήμερα σε μεγάλο βαθμό της φορολογίας, αλλά και στα περιουσιακά στοιχεία των επιχειρήσεων, που μέχρι τώρα απαλλάσσονται.
Ο «νόμος Ζουκμάν» κατατέθηκε στη γαλλική Εθνοσυνέλευση από τους Οικολόγους, στηρίχτηκε από όλη τη γαλλική Αριστερά και ψηφίστηκε, στις 20 Φεβρουαρίου, σε πρώτη ανάγνωση, από το Σώμα, με ψήφους 116-39, χάρις στην απόφαση της Ακροδεξιάς να απόσχει. Εξαρχής, ωστόσο, η νίκη αυτή χαρακτηρίστηκε «πρωτίστως συμβολική»: γιατί σειρά είχε η Γερουσία, όπου κυριαρχεί η Δεξιά, κι αυτή τέτοιους φόρους τους θεωρεί ένα « εξοντωτικό χτύπημα», μια «μη ρεαλιστική ληστεία» που θα διώξει τους πλούσιους, θα αποδώσει ελάχιστα και θα αποδειχθεί «καταστροφική για την απασχόληση». Μάταια προσπάθησε ο ίδιος ο Γκαμπριέλ Ζουκμάν να πείσει τους γερουσιαστές πως ο φόρος αυτός ούτε «δημευτικό χαρακτήρα» έχει («Οι ενδιαφερόμενοι έχουν εισοδήματα που τους επιτρέπουν να πληρώνουν αυτό το ελάχιστο ποσοστό: κατά μέσο όρο, τα περιουσιακά τους στοιχεία τούς αποδίδουν 5% έως 6% ετησίως, δηλαδή πολύ πάνω από 2%»), ούτε «αναποτελεσματικός» είναι («Ο πλούτος των 500 πλουσιότερων ανθρώπων έχει αυξηθεί από λιγότερο από το 10% του ΑΕΠ το 2010 στο 40% το 2024! Ενας μικρός φόρος σε αυτό το 40% θα απέφερε πολλά χρήματα: 20 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Πώς μπορούμε να αγνοήσουμε ένα τέτοιο ποσό στην τρέχουσα δημοσιονομική κατάσταση;») ούτε θα προκαλούσε μια ακανόνιστη φυγή όλων των υπερπλούσιων από τη Γαλλία: «Πιστεύετε ότι αν η Γαλλία επιβάλει μόνη της φόρο σε περιουσιακά στοιχεία αξίας άνω των 100 εκατομμυρίων ευρώ, οι άνθρωποι θα μείνουν ευγενικά στη χώρα να φορολογηθούν;», ζήτησε να μάθει, μέσα Μαΐου, ο Εμανουέλ Μακρόν. Ζουκμάν, Μπλανσάρ και Φερί δεν υποτιμούν τον κίνδυνο, σημειώνουν όμως ότι με βάση τις υπάρχουσες έρευνες, η φυγή είναι περιορισμένη και επιπλέον, με βάση την εκδοχή που επρόκειτο να εξετάσει η Γερουσία, οι υπόχρεοι θα συνέχιζαν να υπόκεινται στον ελάχιστο φόρο πέντε χρόνια μετά την αναχώρησή τους, γεγονός που θα μείωνε τον κίνδυνο μιας «φορολογικής εξορίας».
Μάταιη η επιχειρηματολογία. Στις 12 Ιουνίου, η γαλλική Γερουσία απέρριψε τον «νόμο Ζουκμάν» με 188-129 ψήφους.
Αλλά η συζήτηση δεν τελείωσε. Ακόμα και ο ίδιος ο Μακρόν, που δεν φημίζεται για αριστερές οικονομικές πολιτικές, αξιώνει μία παγκόσμια και συντονισμένη πρωτοβουλία όσον αφορά τη φορολόγηση των υπερπλούσιων. Με τον Τραμπ στις ΗΠΑ, βέβαια, αυτό ακούγεται σαν ανέκδοτο. Δεν είναι όμως. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο κατέκτησε από το πουθενά το χρίσμα του υποψήφιου δημάρχου των Δημοκρατικών στη Νέα Υόρκη ο 33χρονος Ζόραν Μαμντάνι, γιατί επικέντρωσε την εκστρατεία του στην ανάγκη να γίνει πιο προσιτή η πόλη στους ανθρώπους της εργατικής και της μεσαίας τάξης, και πρότεινε να αυξηθούν οι φόροι για τους πλουσιότερους, προκειμένου να χρηματοδοτηθούν μέτρα όπως η κατασκευή κατοικιών χαμηλού κόστους, το πάγωμα των ενοικίων, δωρεάν δημόσια λεωφορεία, ακόμη και δημοτικά παντοπωλεία. Αν ψάξει μάλιστα λίγο κανείς, βλέπει πως πρότεινε, μεταξύ άλλων, και αυτός έναν «νόμο Ζουκμάν»: έναν ενιαίο φόρο 2% για το πλουσιότερο 1% των κατοίκων της Νέας Υόρκης. Είναι να μην τον χαρακτηρίσει ο Τραμπ έναν «μουρλό 100% κομμουνιστή»;
Πολλά, πάρα πολλά έχουν ήδη γραφτεί και ακόμα περισσότερα πρόκειται μελλοντικά να γραφτούν για την άνοδο του Τραμπ και των κάθε λογής ακραίων και λαϊκιστών. Και ακόμα κάποιοι δεν εννοούν να καταλάβουν το προφανές: «Είναι οι ανισότητες, ανόητε». Είναι να μην τρελαίνουν τους ανθρώπους;
Πηγή: tanea.gr