BofA: Φθηνές οι ελληνικές τράπεζες

BofA: Φθηνές οι ελληνικές τράπεζες

Του Νίκου Κωτσικόπουλου

Αναβαθμίζει τις ελληνικές τράπεζες η Bank of America εκτιμώντας ότι εξακολουθούν να παραμένουν φθηνές παρά την άνοδο 50% από την αρχή του έτους, με καλύτερη απόδοση κεφαλαίων RoTE, ωθούμενη,  από τα καθαρά έσοδα από τόκους που θα αρχίσουν να αυξάνονται σύντομα, συγχωνεύσεις και εξαγορές, και χαμηλότερο κόστος κινδύνου CoR.

Ο οίκος δίνει αυξημένες τιμές στόχους που προβλέπουν άνοδο για όλες τις συστημικές τράπεζες από 9% έως 44%, δίνει σύσταση αγοράς για Eurobank, Alpha Bank και Πειραιώς, αναβαθμίζει τη σύσταση σε ουδέτερη λόγω ισχυρών ιδίων κεφαλαίων CET1 και αξιόλογου κεφαλαιακού μαξιλαριού για την Εθνική Τράπεζα και τοποθετεί ως νέα κορυφαία επιλογή την Eurobank.

Ειδικότερα οι νέες τιμές στόχοι είναι:

– Alpha Bank στα 3,59% από 2,08 ευρώ με σύσταση αγοράς
– Eurobank στα 4,08 ευρώ από 3,20 ευρώ με σύσταση αγοράς
– Εθνική Τράπεζα στα 12,11 ευρώ από 8,73 ευρώ με ουδέτερη σύσταση 
– Τράπεζα Πειραιώς στα 6,88 ευρώ από 5,44 ευρώ με σύσταση αγοράς.

Ο τίτλος της έκθεσης αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας, καθώς ο οίκος βλέπει ότι οι αναβαθμίσεις και τα re-ratings για την ελληνική οικονομία έχουν ακόμα δρόμο. Αναφέρει ότι οι 3 από τις 4 ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να διαπραγματεύονται με τιμές προς (ενσώματη) λογιστική αξία P/TBV ≤1  ίση ή κάτω της μονάδας και ο πολλαπλασιαστής κερδών είναι στα επίπεδα του 7 ή λιγότερο P/E ≤7 για το 2026, έναντι αποδόσεων ιδίων κεφαλαίων RoTE, που συμβαδίζουν με την Ευρώπη. Βλέπουμε τα discounts να κλείνουν  στο 5-10% των ενσώματων τιμών προς λογιστική αξία P/TBV, αναφέρει.

Η Εθνική Τράπεζα σχολιάζει αναβαθμίζεται σε Ουδέτερη θέση λόγω ισχυρού αποθέματος ιδίων CET1 (4,6 μονάδες βάσης πάνω τους στόχους της για το οικονομικό έτος 2027).

Στις άλλες τρεις τράπεζες επαναλαμβάνουμε τη σύσταση για αγορά, αναφέρει με την Eurobank ως κορυφαία επιλογή.

Βελτίωση των προφίλ απόδοσης ιδίων κεφαλαίων 

Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες αναπτύσσονται άρα είναι ακόμα φθηνές παρά την άνοδό τους είναι το σκεπτικό του οίκου.

Παρά την άνοδο 50% του δείκτη απόδοσης RoTE από την αρχή του έτους, πιστεύουμε ότι το στόρυ επαναξιολόγησης των ελληνικών τραπεζών έχει ακόμη δρόμο μπροστά, καθώς εξακολουθούν να φαίνονται φθηνές μετά τις πρόσφατες βελτιώσεις του δείκτη RoTE, οι οποίες οφείλονται σε: 

(1) στο δείκτη καθαρών εσόδων από τόκους (NII) που σύντομα θα μεταβληθεί και θα αρχίσει να αυξάνεται, 

(2) στην ισχυρή ανάκαμψη εσόδων από προμήθειες στο 8,5% σωρευτικά μεταξύ 2024-27,

(3) πολλαπλές συμφωνίες συγχωνεύσεων και εξαγορών (M&A) που αυξάνουν τα κέρδη ανά μετοχή (EPS), 

(4) τη μείωση του κόστους κινδύνου CoR και 

(5) την αύξηση των πληρωμών  έως και 70%.

Οι “εκπτώσεις” τιμών των μετοχών προς τις ευρωπαϊκές θα μειωθούν και θα φτάσουν το 5-10% στο P/TBV.

“Τρεις από τις ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να διαπραγματεύονται με P/TBV ≤1 και P/E ≤7 σε ένα περιβάλλον όπου οι περισσότερες ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν ξεπεράσει αυτούς τους πολλαπλασιαστές. Βλέπουμε τα discounts να μειώνονται περαιτέρω στο 5-10% στο P/TBV καθώς:

(1) η ποιότητα του κεφαλαίου και το κόστος κινδύνου CoR συνεχίζουν να βελτιώνονται και

(2) η ιστορία της ανάπτυξης των δανείων λάμπει”.

Μετά το κατώτατο σημείο των καθαρών εσόδων τόκων (NII) – η καλύτερη ανάπτυξη δανείων στην Ευρώπη διατηρείται

Μετά από αρκετά τρίμηνα πτώσης των καθαρών εσόδων από τόκους NII, οι μειώσεις επιτοκίων της ΕΚΤ είναι κοντά στην ολοκλήρωσή τους και αναμένουμε ένα κατώτατο σημείο των καθαρών εσόδων στο τρίτο- τέταρτο τρίμηνο του 2025, ακολουθούμενο από μια άνοδο που οφείλεται κυρίως στα εξής:

(1) την ισχυρότερη ανάπτυξη δανείων στην Ευρώπη στο 9% σωρευτικά στο διάστημα 2024-27,

(2) την ανατιμολόγηση των καταθέσεων με καθυστέρηση, με ισχυρή ικανότητα να ωθήσει τις μειώσεις των τιμών των καταθέσεων,

(3) τους ομολογιακούς τίτλους που (εξέδωσαν) και λήγουν σε υψηλότερες αποδόσεις και

(4) τη διατήρηση των αντισταθμίσεων στα έσοδα για αρκετά τρίμηνα. Είμαστε πλέον πιο θετικοί για τα καθαρά έσοδα τόκων NII και ευθυγραμμισμένοι με τη συναίνεση, αλλά βλέπουμε διαφορετική δυναμική για κάθε τράπεζα, με την Alpha και την Eurobank να είναι ισχυρότερες και πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των NII καθαρών εσόδων καταλήγει η BofA

Η ζωή μετά το RRF, τις συγχωνεύσεις και εξαγορές και τις μελλοντικές πληρωμές

Μετά το πρόσφατο ταξίδι μας στην Ελλάδα, εξετάζουμε τις 3 βασικές συζητήσεις που προέκυψαν όταν συναντηθήκαμε με επενδυτές, τράπεζες και κρατικούς αξιωματούχους:

(1) Κεφάλαια RRF: αναμένουμε ισχυρή αύξηση δανείων, αύξηση ΑΕΠ και κάλυψη των κεφαλαιακών δαπανών την επόμενη τριετία, καθώς τα κεφάλαια εκταμιεύονται, αλλά δεν βλέπουμε στοιχεία για θετικό φαινόμενο χιονοστιβάδας μετά τη λήξη τους,

(2) Συγχωνεύσεις και εξαγορές: πιστεύουμε ότι το κύμα ενοποιήσεων θα συνεχιστεί, αλλά με μικρότερες συνεχόμενες εξαγορές στον κλάδο διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων και τις ασφάλειες. Επίσης, η Alpha είναι η μόνη τράπεζα με μεγάλο απόθεμα MREL (300 μονάδες βάσης) που πραγματοποιεί συγχωνεύσεις και εξαγορές χωρίς έκδοση ομολόγων, και

(3) Πληρωμές: αυτές θα πρέπει να συνεχίσουν να αυξάνονται στο 70% για την Εθνική Τράπεζα / 60% για την Alpha / 58% για την Eurobank / 50% για την Πειραιώς έως το οικονομικό έτος 2027.

Συστάσεις αγοράς για Eurobank, Alpha και Πειραιώς- Αναβάθμιση ΕΤΕ 

Διατηρούμε τις 3 αξιολογήσεις Αγοράς μας, λέει ο οίκος:

(1) Η Eurobank είναι η κορυφαία μας επιλογή (42% πιθανή ανοδική πορεία), καθώς πιστεύουμε ότι η απόδοση κεφαλαίου (ROTE) 16% για το 2026 (πάνω από την Αναπτυγμένη Ευρώπη) δεν εκτιμάται από την αγορά με 7x P/E, 1,0x P/TBV και χαμηλή τοποθέτηση,

(2) μας αρέσει η Alpha λόγω της ισχυρότερης δυναμικής καθαρών τόκων και των στρατηγικών επιλογών από τη συνεργασία με την UniCredit, και

(3) μας αρέσει η Πειραιώς, καθώς πιστεύουμε ότι οι εκπτώσεις που ενσωματώνονται στην τιμή από τη χαμηλότερη ιστορική ποιότητα κεφαλαίου και το υψηλότερο κόστος κινδύνου CoR είναι μονόδρομος ότι θα βελτιωθούν, ενώ η απόδοση κεφαλαίου (ROTE) 2027 είναι σύμφωνη με τους ανταγωνιστές της. 

Αυξάνουμε την τιμή-στόχο για ΕΤΕ και αναβαθμίζουμε σε Ουδέτερη, καθώς βλέπουμε περισσότερες επιλογές για το ισχυρό κεφαλαιακό της απόθεμα (4,6 μονάδες βάσης το 2027), καθώς οι τράπεζες αποκτούν μεγαλύτερη ελευθερία να χρησιμοποιούν κεφάλαια.
 

Πηγή: capital.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ