Η δημοσιονομική πειθαρχία από μόνη της δεν θα λύσει τα υποκείμενα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας διαμηνύει στη συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» ο Τσαρλς Νταλάρα, ο πρώην επικεφαλής του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (IIF) που διαπραγματεύτηκε την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.
«Χρειάζεται ένα ενιαίο όραμα για την οικοδόμηση μιας νέας αμυντικής στρατηγικής για την Ευρώπη συνολικά»
Παράλληλα, ο πρόεδρος σήμερα της αμερικανικής εταιρείας επενδύσεων σε ιδιωτικές αγορές στην Ευρώπη Partners Group προειδοποιεί για τους κινδύνους από το χρέος των ΗΠΑ, ενώ αμφιβάλλει αν επαρκούν τα εργαλεία της ΕΕ για να αντιμετωπίσει μια κρίση δημόσιου χρέους εάν ξεσπάσει σε μια μεγάλη οικονομία.
«Οι κίνδυνοι που σχετίζονται με το αυξανόμενο χρέος των ΗΠΑ είναι σημαντικοί. Ενώ εκτιμώ το αίσθημα συνέχισης των φορολογικών περικοπών που έθεσε σε εφαρμογή ο πρόεδρος Τραμπ κατά την πρώτη του θητεία, δεν μου είναι σαφές εάν μπορούμε να το αντέξουμε οικονομικά χωρίς σημαντικές περικοπές δαπανών. Βρισκόμαστε σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον ασφάλειας που απαιτεί ισχυρή αμερικανική πολιτική άμυνας. Πρέπει να γίνουν δύσκολες επιλογές. Διαφορετικά, υπάρχει ο κίνδυνος οι αγορές να αναγκάσουν τις ΗΠΑ να κάνουν επιλογές, μια διαδικασία που θα μπορούσε να προκαλέσει διαταραχή. Είναι καιρός οι ΗΠΑ να συνειδητοποιήσουν ότι το χρέος και το έλλειμμα αποτελούν μεγάλη πρόκληση και πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε με πιο ουσιαστικό τρόπο από ό,τι μέχρι τώρα» τονίζει ο κ. Νταλάρα.
Μπορούμε να φτάσουμε σε ένα σημείο όπου μια νέα οικονομική κρίση θα εξαπλωθεί στην Ευρώπη, τον ρωτάμε ευλόγως. «Αυτό δεν είναι πιθανό. Η Ευρώπη παραμένει ευάλωτη σε μεγάλο βαθμό λόγω των δικών της προκλήσεων. Η ανάπτυξη παραμένει πολύ αργή. Ζούμε σε έναν ασυνήθιστο κόσμο όπου οι πιο γρήγορα αναπτυσσόμενες οικονομίες στην Ευρώπη είναι οι νότιες οικονομίες. Το βλέπετε στην Ελλάδα και την Ισπανία, όπου οι οικονομίες αναπτύσσονται σταθερά πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Οι βόρειες ευρωπαϊκές οικονομίες πρέπει να ξεπεράσουν το ασφυκτικό ρυθμιστικό περιβάλλον που εμποδίζει την καινοτομία και την ανάληψη κινδύνων» απαντά.
Η έκθεση Ντράγκι
«Ορισμένα από τα μαθήματα που θα έπρεπε να είχαν αντληθεί ως αποτέλεσμα της ελληνικής κρίσης δεν έχουν απορροφηθεί πλήρως. Είναι τα εργαλεία που έχει θεσπίσει η Ευρώπη την τελευταία δεκαετία επαρκή για να αντιμετωπίσει μια κρίση δημόσιου χρέους εάν ξεσπάσει σε μια μεγάλη οικονομία; Δεν μου είναι πολύ σαφές ότι είναι. Είναι η Ευρώπη ικανή να ενισχύσει πραγματικά την ανταγωνιστικότητά της; Βλέπετε πολλές ελκυστικές προτάσεις στην έκθεση Ντράγκι, αλλά δεν βλέπετε μια συνολική προσέγγιση, ικανή για μια αποφασιστική, συνεκτική και πειστική διαδικασία λήψης αποφάσεων, η οποία θα απελευθέρωνε κέρδη ανταγωνιστικότητας για την Ευρώπη.
»Θα ενθάρρυνα την Ευρώπη να αντιμετωπίσει την έκθεση Ντράγκι με επείγουσα ανάγκη. Ζήσαμε την κρίση του ευρώ και μια επώδυνη διαδικασία λήψης αποφάσεων για την επίλυση της ελληνικής κρίσης. Είδαμε σημαντική δυσλειτουργία στη λήψη αποφάσεων. Εάν η Ευρώπη θέλει να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που παρέχουν στην Ευρώπη οι παγκόσμιες μετατοπίσεις δυνάμεων, πρέπει να αλλάξει τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και να μεταβεί από ομόφωνες σε πλειοψηφικές αποφάσεις σε στρατηγικά ζητήματα. Η απάντηση της Ευρώπης στις επείγουσες αμυντικές προκλήσεις της έχει μια εθνικιστική ώθηση που φαίνεται να προσανατολίζεται γύρω από την αμυντική βιομηχανία κάθε χώρας. Χρειάζεται ένα ενιαίο όραμα για την οικοδόμηση μιας νέας αμυντικής στρατηγικής για την Ευρώπη συνολικά» τόνισε.
Τον ρωτήσαμε για την ελληνική οικονομία. «Η Ελλάδα έχει κάνει πολλά για να αποκαταστήσει την οικονομική της ζωτικότητα τα τελευταία έξι χρόνια. Είναι αξιοσημείωτο πόσα έχουν επιτευχθεί, βγάζοντας την Ελλάδα από τα βάθη της οικονομικής κρίσης. Εχουν γίνει βήματα για την αποκατάσταση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας. Το πρωτογενές πλεόνασμα είναι ενδεικτικό της δέσμευσης της κυβέρνησης να συνεχίσει σε αυτή την πορεία, αλλά η δημοσιονομική πειθαρχία από μόνη της δεν θα λύσει τα υποκείμενα οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας.
»Ως εκ τούτου, είμαι πολύ ευχαριστημένος που βλέπω τις μεταρρυθμίσεις που έχουν εφαρμοστεί τα τελευταία χρόνια, από την ψηφιοποίηση των κυβερνητικών υπηρεσιών έως την επίλυση πολλών μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς και τις βελτιώσεις στον φορολογικό κώδικα που καθιστούν την Ελλάδα πιο φιλική προς τους επενδυτές. Καταβάλλονται επίσης προσπάθειες για την εξάλειψη ορισμένων από τους περιττούς κανονισμούς που εμποδίζουν τη δραστηριότητα του ιδιωτικού τομέα. Η πρόσφατη αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα για το ελληνικό δημόσιο χρέος δείχνει την ισχύ των πολιτικών που η Ελλάδα έχει ακολουθήσει σταθερά τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, υπάρχει ακόμη περιθώριο να γίνουν περισσότερα. Χαιρετίζω τις προσπάθειες της κυβέρνησης να ενισχύσει το πλαίσιο λογοδοσίας στη δημόσια διοίκηση, κάτι που είναι απολύτως απαραίτητο» τόνισε.
Οι επενδύσεις
Θεωρεί επίσης ότι «οι βελτιώσεις στα μακροοικονομικά έχουν ωθήσει τις επενδύσεις». Αναφερόμενος μάλιστα στην επένδυση της Partners Group στην Pharmathen τονίζει ότι «βλέπουμε από πρώτο χέρι τι μπορούν να κάνουν κορυφαίοι έλληνες επιστήμονες και επιχειρηματίες, καθώς η Ελλάδα έχει αναπτύξει έναν φαρμακευτικό τομέα παγκόσμιας κλάσης. Οπως ο τουρισμός και η αγροτική βιομηχανία, τα φαρμακευτικά προϊόντα έχουν γίνει ένας ανταγωνιστικός τομέας στην Ευρώπη και παγκοσμίως».
Αναπόφευκτα σε μια συζήτηση με τον κ. Νταλάρα δεν μπορεί να μην υπάρξει και «επιστροφή» στην εποχή της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, για την οποία μίλησε μάλιστα και πρόσφατα σε συζήτηση στη δεξαμενή σκέψης Bruegel στις Βρυξέλλες.
«Κοιτάζοντας πίσω στην περίοδο της κρίσης, ίσως ήταν λάθος ότι πιστέψαμε αρχικά ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να τα καταφέρει χωρίς πρόγραμμα του ΔΝΤ και χωρίς αναδιάρθρωση χρέους. Σχετικά με το τελευταίο ζήτημα το 2011, προέκυψε μια πολύ επώδυνη συζήτηση, ιδιαίτερα εντός της ΕΚΤ, η οποία δεν ήθελε να αναγνωρίσει ότι μια χώρα που ήταν μέρος του ευρώ θα μπορούσε να έχει μια δημοσιονομική κρίση που θα απαιτούσε αναδιάρθρωση χρέους. Αυτή η συζήτηση οδήγησε σε καθυστερήσεις στην αναδιάρθρωση που κόστισαν στην ελληνική οικονομία. Το πρόγραμμα προσαρμογής, υπό την ηγεσία του ΔΝΤ, επικεντρώθηκε επίσης υπερβολικά στη δημοσιονομική λιτότητα και αυτό οδήγησε σε μια βαθύτερη ύφεση από ότι ήταν απαραίτητο».
Premium έκδοση «Τα ΝΕΑ»
Πηγή: in.gr