Δημόσιο Χρέος: «Πέφτει» ως ποσοστό του ΑΕΠ αλλά… – Η ανησυχία της ΤτΕ –

Δημόσιο Χρέος: «Πέφτει» ως ποσοστό του ΑΕΠ αλλά… – Η ανησυχία της ΤτΕ

Την προσοχή της στη διατήρηση της βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους στρέφει την προσοχή της η Τράπεζα της Ελλάδος. Αυτό έδειξε τουλάχιστον η τελευταία έκθεση του διοικητή Γιάννη Στουρνάρα για Νομισματική Πολιτική.  Οι διατυπώσεις που χρησιμοποιήθηκαν είναι σαφείς και έχουν σχέση και με το θέμα της ρήτρας διαφυγής. Αλλά όχι μόνο. «Η οικονομική πολιτική θα πρέπει να μείνει προσηλωμένη στη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής και δημοσιονομικής σταθερότητας και στη διατηρήσιμη μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση. Ούτε λίγο ούτε πολύ η έκθεση της ΤτΕ αφήνει να εννοηθεί ότι εάν δεν υπάρξουν συγκεκριμένες πολιτικές προς αυτήν την κατεύθυνση, αυτή η βιωσιμότητα δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη.

Η Τράπεζα της Ελλάδος προειδοποιεί πως ναι μεν η ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής παρέχει πολύτιμο χώρο για την κάλυψη επειγουσών αμυντικών αναγκών, αλλά ταυτόχρονα αυξάνει τον κίνδυνο για υψηλότερα ελλείμματα και χρέος στο μέλλον. Η ΤτΕ τονίζει ότι «δημοσιονομικά, οι υψηλότερες αμυντικές δαπάνες αναμένεται να επιβαρύνουν το χρέος, αν και η προσωρινή ευελιξία στους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ και η ευρωπαϊκή συγχρηματοδότηση θα μετριάσουν εν μέρει την αντίδραση των αγορών, ιδίως για τις χώρες με αυξημένες προκλήσεις δημοσιονομικής βιωσιμότητας».

Ακόμη, υπάρχει και η φράση γεμάτη νόημα όπου αναφέρεται πως «η έλλειψη δημοσιονομικού χώρου ή/και το υψηλό δημόσιο χρέος συνεπάγονται μεγαλύτερη δυσκολία στη χρηματοδότηση μιας αύξησης των αμυντικών δαπανών, η οποία στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να προέλθει κυρίως από την αύξηση των φόρων, μειώνοντας το θετικό αντίκτυπο της αμυντικής δαπάνης στην οικονομία», στην οποία αποτυπώνεται η έντονη ανησυχία σε σχέση με τα μελλούμενα.

Οι κίνδυνοι για το δημόσιο χρέος

Οι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους εκτιμάται ότι παραμένουν οριοθετημένοι μεσοπρόθεσμα, υπό την προϋπόθεση της διαφύλαξης της δημοσιονομικής αξιοπιστίας και της αποτελεσματικής απορρόφησης των ευρωπαϊκών πόρων. Αυτό οφείλεται εν πολλοίς στους ευνοϊκούς όρους αποπληρωμής των υποχρεώσεων προς τον επίσημο τομέα, οι οποίες αποτελούν το μεγαλύτερο τμήμα του συνολικού χρέους, σε συνδυασμό με την έγκαιρη σύναψη συμβάσεων ανταλλαγής επιτοκίων (swap), οι οποίες έχουν “κλειδώσει” τα ιστορικώς χαμηλά επιτόκια των προηγούμενων ετών.

Ωστόσο, τα υφιστάμενα θετικά χαρακτηριστικά του συσσωρευμένου δημόσιου χρέους δεν είναι μόνιμα. Παρέχουν μόνο ένα σημαντικό παράθυρο ευκαιρίας προκειμένου το δημόσιο χρέος να παραμείνει βιώσιμο κατά την επερχόμενη σταδιακή λήξη και αντικατάσταση των ευνοϊκών δανείων που χορηγήθηκαν στο πλαίσιο των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής με νέο δανεισμό σε όρους αγοράς.

Η πορεία

Πάντως, η ΤτΕ αναγνωρίζει πως η πορεία του δημοσίου χρέους στην Ελλάδα ως προς το ΑΕΠ είναι πτωτική. Παράλληλα, το δημόσιο χρέος μειώθηκε αισθητά κατά 10,3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, από 163,9% του ΑΕΠ το 2023 σε 153,6% του ΑΕΠ το 2024 – το χαμηλότερο επίπεδο από το 2010. Η αποκλιμάκωση αυτή οφείλεται τόσο στην αύξηση του ΑΕΠ όσο και στη μείωση του χρέους σε ονομαστικούς όρους κατά 4,2 δισ. ευρώ. Συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, η Ελλάδα πέτυχε τη μεγαλύτερη μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ και το τέταρτο υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ είναι μία από τις έξι μόλις χώρες που κατέγραψαν πλεονασματικό συνολικό προϋπολογισμό.

Σύμφωνα πάντα με την έκθεση της ΤτΕ, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία και τις παρεμβάσεις που έχουν εξαγγελθεί, το πρωτογενές πλεόνασμα το 2025 προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 3,2% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος να αποκλιμακωθεί περαιτέρω σε 145,4% του ΑΕΠ. Σε συνδυασμό με την επίτευξη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων, η συνεχιζόμενη βελτίωση της οικονομικής δραστηριότητας αναμένεται να διατηρήσει την έντονα μειωτική επίδραση του ονομαστικού ΑΕΠ στο λόγο δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ και τα επόμενα έτη, παρά την εκτιμώμενη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού.

Μεσοπρόθεσμα, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα αποκλιμακωθεί γρηγορότερα έναντι του αρχικού σχεδιασμού στην Ετήσια Έκθεση Προόδου Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού-Διαρθρωτικού Σχεδίου (ΜΔΣ) 2025-2028, εφόσον ληφθεί υπόψη η πρόσφατη ανακοίνωση για πρόωρη αποπληρωμή του υπολειπόμενου ποσού των διμερών δανείων του πρώτου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής (GLF), ύψους 31,6 δισ. ευρώ, μέχρι το 2031, δέκα έτη νωρίτερα από την προβλεπόμενη λήξη τους. Ο εν λόγω σχεδιασμός εκπέμπει ένα ακόμη θετικό μήνυμα σε μια δύσκολη συγκυρία και αναμένεται να συμβάλει στη βελτίωση της πιστοληπτικής αξιολόγησης του Ελληνικού Δημοσίου.

Πηγή: ot.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ