Πώς η αμερικανική διπλωματία χρησίμευσε ως κάλυψη για την ισραηλινή αιφνιδιαστική επίθεση στο Ιράν

Πώς η αμερικανική διπλωματία χρησίμευσε ως κάλυψη για την ισραηλινή αιφνιδιαστική επίθεση στο Ιράν

Οι διαπραγματεύσεις των ΗΠΑ με το Ιράν, με στόχο τον περιορισμό του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης, θεωρήθηκαν ευρέως ως ένας σημαντικός τρόπος για τη διατήρηση της περιφερειακής ειρήνης. Κατέληξαν όμως να είναι η τέλεια κάλυψη για μια αιφνιδιαστική ισραηλινή επίθεση, σημειώνει χαρακτηριστικά η αμερικανική εφημερίδα Wall Street Journal.

Με τον έκτο γύρο συνομιλιών μεταξύ του απεσταλμένου της κυβέρνησης Τραμπ, Στιβ Γουίτκοφ, και των Ιρανών ομολόγων του να έχει οριστεί για την Κυριακή στο Ομάν, Ισραηλινοί και Αμερικανοί αξιωματούχοι προειδοποίησαν για στρατιωτική δράση εάν το Ιράν δεν συμφωνήσει να τερματίσει την παραγωγή σχάσιμου υλικού που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πυρηνικά όπλα.

Αντ’ αυτού, το Ισραήλ χτύπησε πρώτο, επιτυγχάνοντας τακτικό αιφνιδιασμό μέσω μιας καταστροφικής σειράς χτυπημάτων, που σκότωσαν τρεις κορυφαίους Ιρανούς στρατηγούς και βασικούς πυρηνικούς επιστήμονες, αλλά και πάνω από 7ο πολίτες, και έπληξαν τοποθεσίες που συνδέονται με τα πυρηνικά προγράμματα της χώρας.

Οι αντιφατικές δηλώσεις του Τραμπ

Το πρωί της Παρασκευής, ο Ντόναλντ Τραμπ, σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έγραψε: «Έδωσα στο Ιράν την ευκαιρία να κάνει μια συμφωνία», αλλά «απλά δεν μπόρεσαν να την κάνουν». Είπε ότι τα ισραηλινά πλήγματα πραγματοποιήθηκαν λόγω της αδιαλλαξίας της Τεχεράνης και κάλεσε τους Ιρανούς να καταλήξουν σε συμφωνία «πριν δεν απομείνει τίποτα».

Εδώ και μήνες, δήλωνε τακτικά την επιθυμία του να δώσει στη διπλωματία την ευκαιρία να πετύχει πριν από οποιαδήποτε στροφή στη στρατιωτική βία, και η προγραμματισμένη συνάντηση της Κυριακής στο Ομάν επρόκειτο να είναι ένα ακόμη βήμα σε ένα ταξίδι με υψηλά ρίσκα.

Το Ιράν αναμενόταν να απαντήσει τότε σε μια πρόταση του Γουίτκοφ για ένα πλαίσιο επίλυσης της διαμάχης σχετικά με τις πυρηνικές προσπάθειες της Τεχεράνης. Οι δύο πλευρές βρίσκονταν σε αντιπαράθεση – οι ΗΠΑ επέμεναν ότι το Ιράν θα έπρεπε τελικά να σταματήσει τον εμπλουτισμό ουρανίου, κάτι που η Τεχεράνη αρνείται να κάνει. Αλλά ακόμη και εν μέσω σημάτων ότι ένα ισραηλινό χτύπημα γινόταν όλο και πιο πιθανό, η προσδοκία ήταν ότι οι συνομιλίες θα συνεχίζονταν.

Την Πέμπτη, ο Τραμπ δήλωσε ότι δεν πιστεύει πως μια ισραηλινή επίθεση είναι επικείμενη, «αλλά είναι κάτι που θα μπορούσε κάλλιστα να συμβεί», ενώ μία ημέρα μετά, δηλαδή ύστερα από τις ισραηλινές επιθέσεις στο Ιράν, παραδέχθηκε στην WSJ ότι γνώριζε για τα σχέδια του Τελ Αβίβ!

Ευκαιρία για το Ισραήλ οι συνομιλίες της Κυριακής στο Ομάν

«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αποστολή του Γουίτκοφ συνέβαλε σημαντικά στην έκπληξη», δήλωσε στην WSJ ο Dennis Ross, ο οποίος υπηρέτησε ως ανώτερος αξιωματούχος σε θέματα Μέσης Ανατολής κατά τη διάρκεια των κυβερνήσεων των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικάνων. «Οι Ιρανοί θα υπέθεταν ότι το Ισραήλ δεν θα επιτίθετο, ενώ οι συνομιλίες ήταν σε εξέλιξη και επρόκειτο να πραγματοποιηθεί μια συνάντηση».

Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου είχε θέσει το ενδεχόμενο επιθέσεων στο Ιράν σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τον Τραμπ την Δευτέρα, ανέφεραν άλλωστε δύο Αμερικανοί αξιωματούχοι. Αμέσως μετά, οι ΗΠΑ άρχισαν να μετακινούν ορισμένους διπλωμάτες και στρατιωτικούς από τη Μέση Ανατολή.

Μάλιστα, αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ δήλωσαν την Πέμπτη στην Wall Street Journal ότι το Ισραήλ ήταν έτοιμο να πλήξει το Ιράν εντός ημερών, ενώ επέμειναν το ίδιο βράδυ πως ο Γουίτοφ εξακολουθούσε να σχεδιάζει να συμμετάσχει στις συνομιλίες της Κυριακής.

Όμως η πιθανότητα συνάντησης με τον Ιρανό συνομιλητή του φαίνεται πλέον αβέβαιη, με την Τεχεράνη να ορκίζεται αντίποινα κατά του Ισραήλ και ορισμένους σκληροπυρηνικούς Ιρανούς αξιωματούχους να κατηγορούν την Ουάσινγκτον ότι είναι συνένοχη στην ισραηλινή επίθεση.

Θα στείλουν περισσότερες δυνάμεις στη Μέση Ανατολή οι ΗΠΑ;

Από την πλευρά του, ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο ανέφερε σε δήλωσή του ότι οι ΗΠΑ δεν συμμετείχαν στο χτύπημα του Ισραήλ. Αλλά δεν απέκλεισε τον ρόλο της Ουάσινγκτον να βοηθήσει το Ισραήλ να αμυνθεί απέναντι στα αντίποινα της Τεχεράνης, ένα σενάριο που θα μπορούσε να παρασύρει τις ΗΠΑ στη σύγκρουση και να ωθήσει το Πεντάγωνο να σπεύσει με περισσότερες δυνάμεις στη Μέση Ανατολή.

Το ενδεχόμενο το Ισραήλ να αναλάβει στρατιωτική δράση εναντίον του Ιράν απασχολεί εδώ και καιρό τις αμερικανικές κυβερνήσεις, οι οποίες συμμερίζονται τις ανησυχίες των Ισραηλινών για τις αυξανόμενες πυρηνικές προσπάθειες της Τεχεράνης και την πιθανότητα να αναπτύξει πυρηνικό όπλο.

Μια σημαντική ανησυχία ήταν ότι οι αεροπορικές επιδρομές του Ισραήλ θα μπορούσαν να βλάψουν αλλά όχι να καταστρέψουν το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, επειδή μεγάλο μέρος του ήταν θαμμένο και διασκορπισμένο. Αυτό θα μπορούσε να επιτρέψει στο Ιράν να συνεχίσει το πυρηνικό του πρόγραμμα κρυφά.

Η διπλωματική διαδικασία επέτρεψε τη στρατιωτική εκστρατεία του Ισραήλ

Ένας άλλος μακροχρόνιος φόβος ήταν ότι το Ιράν θα μπορούσε να απαντήσει σε ένα ισραηλινό χτύπημα με επιθέσεις στις αμερικανικές βάσεις στην περιοχή, στους Άραβες συμμάχους της Ουάσινγκτον και στα φορτία πετρελαίου στον Περσικό Κόλπο, γεγονός που θα τραβούσε τον αμερικανικό στρατό στη μάχη.

Πιέζοντας για πυρηνικές συνομιλίες με το Ιράν νωρίτερα φέτος, ο Τραμπ πρότεινε αρχικά ένα χρονικό πλαίσιο δύο μηνών για την επιτυχία των διαπραγματεύσεων. Η προθεσμία αυτή έληξε την Πέμπτη. Οι Ισραηλινοί φοβήθηκαν ότι οι συνομιλίες θα μπορούσαν να τραβήξουν σε μάκρος, καθώς οι πυρηνικές προσπάθειες του Ιράν προχωρούσαν.

Αλλά υπήρχαν επίσης πιο ελπιδοφόρες εικασίες εδώ και εβδομάδες, ότι η απειλή ισραηλινής ή αμερικανικής στρατιωτικής δράσης θα μπορούσε να επιτρέψει τη διπλωματία του Γουίτκοφ, πιέζοντας την Τεχεράνη να υποχωρήσει στις απαιτήσεις να μειώσει το πυρηνικό της πρόγραμμα και να σταματήσει τον εμπλουτισμό ουρανίου.

Ωστόσο, μετά από πέντε γύρους συνομιλιών στους οποίους οι δύο πλευρές φάνηκε να παραμένουν μακριά, ήταν η διπλωματική διαδικασία που επέτρεψε τη στρατιωτική εκστρατεία του Ισραήλ.

Στο Ισραήλ δόθηκε ένα «εύλογο πράσινο φως… άρνησης»

Παίρνοντας παράδειγμα από την εκστρατεία του κατά της Χεζμπολάχ στον Λίβανο, το Ισραήλ έδωσε έμφαση στα πλήγματα για τον αποκεφαλισμό της στρατιωτικής ηγεσίας του αντιπάλου του, ακόμη και όταν στόχευε βασικές πυρηνικές εγκαταστάσεις.

Αλλά για να γίνει αυτό με επιτυχία, χρειαζόταν ένας αιφνιδιασμός και οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι έπρεπε να αντιμετωπίσουν την πρόκληση ότι είχαν από καιρό γνωστοποιήσει το επικείμενο χτύπημά τους. Η επίθεση πριν από την επικείμενη συνάντηση του Γουίτκοφ στο Ομάν προσέφερε μια διέξοδο.

Ο Τραμπ έχει δηλώσει επανειλημμένα ότι τάσσεται υπέρ της διπλωματικής επίλυσης του πυρηνικού ζητήματος του Ιράν. «Παραμένουμε προσηλωμένοι στη διπλωματική επίλυση του πυρηνικού ζητήματος του Ιράν!» έγραψε την Πέμπτη στο Truth Social πριν ξεκινήσουν τα ισραηλινά πλήγματα.

Αλλά οι σκληροπυρηνικοί του Ιράν βλέπουν ήδη ένα αμερικανικό «χέρι» στις στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ισραήλ. Και ορισμένοι πρώην Αμερικανοί αξιωματούχοι λένε πως δεν θα είναι εύκολο για τον Τραμπ να πάρει αποστάσεις από τη στρατιωτική επιχείρηση του Τελ Αβίβ.

Ο Άαρον Ντέιβιντ Μίλερ, πρώην διαπραγματευτής των ΗΠΑ για την ειρήνη στη Μέση Ανατολή, δήλωσε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις πως ο Λευκός Οίκος ήταν τόσο αντίθετος σε ένα ισραηλινό στρατιωτικό χτύπημα. Στο Ισραήλ, είπε χαρακτηριστικά, δόθηκε ένα «εύλογο πράσινο φως… άρνησης».

Πηγή: in.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ