Το περασμένο καλοκαίρι, τρία χρόνια μετά την άνοδό τους στην εξουσία τον Αύγουστο του 2021, η κλίμακα της φιλοδοξίας των Ταλιμπάν να εξαλείψουν τις γυναίκες από τη δημόσια ζωή αποκαλύφθηκε με την παρουσίαση ενός εκτενούς συνόλου νόμων «αρετής και αμαρτίας».
Σύμφωνα με τους νέους κανόνες, οι γυναίκες υποχρεώνονται να καλύπτουν πλήρως το σώμα τους όταν βρίσκονται εκτός σπιτιού, να μην μιλούν δυνατά, να εμφανίζονται σε δημόσιους χώρους μόνο συνοδευόμενες από άνδρα και να μην κοιτάζουν ποτέ άνδρες που δεν είναι άμεσοι συγγενείς τους.
Όταν ανακοινώθηκαν οι κανόνες, δεν ήταν σαφές πώς ένας σχετικά μικρός αριθμός «αστυνομικών ηθικής» που απασχολούνται από τους Ταλιμπάν θα επιβάλουν και θα εφαρμόσουν αυτούς τους κανόνες.
Ωστόσο, τους μήνες που ακολούθησαν την ανακοίνωση των κανόνων, ήταν οι πατέρες, οι αδελφοί και οι σύζυγοι που έγιναν, στην πράξη, άμισθοι στρατιώτες που επιβάλλουν το καταπιεστικό καθεστώς των Ταλιμπάν στις γυναίκες και τα κορίτσια του Αφγανιστάν.
Δεν τους οδηγεί μόνο ο φόβος για το τι θα συμβεί στις γυναίκες αν συλληφθούν από τους Ταλιμπάν. Σύμφωνα με τους νέους κανόνες των Ταλιμπάν, αν μια γυναίκα κριθεί ότι παραβιάζει τους κανόνες ηθικής, είναι ο άνδρας συγγενής της, και όχι η ίδια, που μπορεί να τιμωρηθεί και να αντιμετωπίσει πρόστιμα ή ακόμη και φυλάκιση.
Η εφημερίδα The Guardian και το Rukhshana Media μίλησαν με περισσότερους από δώδεκα άνδρες, καθώς και με νεαρές γυναίκες σε ολόκληρο το Αφγανιστάν, για το πώς οι νόμοι ηθικής των Ταλιμπάν άλλαξαν τη στάση και τη συμπεριφορά τους απέναντι στις γυναίκες της οικογένειάς τους.
Η περίπτωση του Αμίρ
Το να είσαι πατέρας κοριτσιών στο Αφγανιστάν των Ταλιμπάν έχει γίνει καθημερινός εφιάλτης για τον Αμίρ.
Τώρα, λέει, είναι περισσότερο φυλακισμένος παρά στοργικός γονιός, ένας απρόθυμος και άμισθος εκτελεστής ενός συστήματος φυλετικού διαχωρισμού που απεχθάνεται, αλλά αισθάνεται υποχρεωμένος να επιβάλλει στις δύο έφηβες κόρες του για να τις προστατεύσει από τα αντίποινα των Ταλιμπάν.
Μόλις πριν από λίγα χρόνια, οι κόρες του Αμίρ είχαν μια ζωή και ένα μέλλον. Πήγαιναν στο σχολείο, έβλεπαν τους φίλους τους και κυκλοφορούσαν στην κοινότητά τους.
Τώρα, λέει ότι θα προτιμούσε οι κόρες του να μην βγαίνουν ποτέ από το σπίτι.
Όπως πολλοί άλλοι πατέρες στο Αφγανιστάν, έχει ακούσει ιστορίες για το τι μπορεί να συμβεί σε νεαρές γυναίκες που βρίσκονται στο στόχαστρο της «αστυνομίας ηθών» των Ταλιμπάν.
Στις σπάνιες περιπτώσεις που οι ικεσίες και οι παρακλήσεις τους να τις αφήσει να βγουν έξω γίνονται αφόρητες για τον ίδιο, φροντίζει να τις συνοδεύει κάποιο αρσενικό μέλος της οικογένειας και να είναι πλήρως καλυμμένες.
«Επιμένω να φορούν το χιτζάμπ και τους λέω ότι δεν επιτρέπεται να γελάνε έξω από το σπίτι ή στην αγορά», λέει.
«Η «αστυνομία ηθών» είναι πολύ αυστηρή και αν δεν συμμορφωθούν, μπορεί να τις συλλάβουν».
Ένα καθεστώς φόβου
«Οι άνδρες έχουν γίνει άμισθοι στρατιώτες των Ταλιμπάν», λέει ο Τζαγούιντ Χακίμι, από την επαρχία Μπαμιάν.
«Είμαστε αναγκασμένοι, για χάρη της τιμής, της φήμης και της κοινωνικής μας θέσης, να επιβάλλουμε τις εντολές των Ταλιμπάν στις γυναίκες των οικογενειών μας. Μέρα με τη μέρα, η κοινωνία προσαρμόζεται στους κανόνες των Ταλιμπάν, και οι περιορισμοί τους αναδιαμορφώνουν σταδιακά την κοινωνία σύμφωνα με το όραμά τους – και νιώθουμε υποχρεωμένοι να ευθυγραμμίσουμε τις οικογένειές μας με τις προσδοκίες τους. Είναι μια ασφυκτική ατμόσφαιρα».
Ο Παρβίζ, ένας νεαρός άνδρας από μια επαρχία στο βορειοανατολικό Αφγανιστάν, λέει ότι όταν η αδελφή του συνελήφθη από την «αστυνομία ηθών» των Ταλιμπάν επειδή δεν φορούσε χιτζάμπ, φοβήθηκε για την ασφάλειά της και αποφάσισε ότι αυτό δεν θα ξανασυμβεί ποτέ.
«Με ανάγκασαν να πάω στο αστυνομικό τμήμα, όπου με πρόσβαλαν και μου είπαν ότι πρέπει να κάνω ό,τι μου λένε οι Ταλιμπάν», λέει.
«Όταν γύρισα σπίτι, ξέσπασα όλη την οργή και την απογοήτευσή μου στη μητέρα και την αδελφή μου».
Όταν ο φόβος γίνεται βία
Άλλοι άνδρες που μίλησαν για το φόβο της κοινωνικής ντροπής αν τιμωρηθούν για «ανήθικη» συμπεριφορά, ανέφεραν ότι αυτό μετατρέπεται σε καταπίεση και βία προς τα θηλυκά μέλη της οικογένειάς τους.
Η Φρέστα, μια νεαρή γυναίκα από την επαρχία Μπαντακσάν, λέει ότι ο σύζυγός της την χτυπάει αν βγει από το σπίτι, ακόμα και για να πάει να αγοράσει τρόφιμα στην αγορά.
«Πήγα στη γωνία του δρόμου για να αγοράσω λαχανικά και φορούσα ένα μακρύ, μαύρο χιτζάμπ, αλλά όχι μπούρκα. Όταν γύρισα, με χτύπησε στο πρόσωπο και με έδειρε.
Μου είπε: «Θέλεις να παραβούμε τους κανόνες; Τι θα γίνει αν σε δει κάποιος από τους συναδέλφους μου;» Εδώ και μήνες δεν έχω βγει σχεδόν καθόλου από το σπίτι. Λέει ότι αν βγω, πρέπει να φορέσω τη μπούρκα».
Ο Ραμπία, 22 ετών, λέει ότι δεν μπορεί να διακινδυνεύσει να υποστεί η οικογένειά του την «ατίμωση» της μεγαλύτερης αδελφής του Μαριάμ να βγει έξω και οι άνθρωποι να πιστέψουν ότι είναι ντυμένη απρεπώς.
«Η περηφάνια μας δεν το επιτρέπει. Έχουμε ντροπή, έχουμε τιμή. Δεν αντέχουμε τη σκέψη ότι, Θεός φυλάξοι, μπορεί να ειπωθεί κάτι για εκείνη στην πόλη ή στην αγορά», λέει.
Εντείνοντας την καταπίεση
Νεαρές γυναίκες μίλησαν για τον πόνο των οικογενειών τους που μετατράπηκαν σε επιβολείς ενός κώδικα ηθικής που τους επιβλήθηκε από μια εξτρεμιστική ιδεολογία που τους είχε ήδη στερήσει το δικαίωμα στην εκπαίδευση, την εργασία και την αυτονομία.
«Η συμπεριφορά του πατέρα μου άλλαξε μετά την έλευση των Ταλιμπάν. Πριν από αυτό, δεν ενδιαφερόταν πολύ για τα ρούχα μας [των κοριτσιών του]», λέει η 25χρονη Μάσα.
«Πριν, δεν μας έλεγε ποτέ να μην φοράμε κάτι ή να αποφεύγουμε ορισμένα μέρη, αλλά μόλις ήρθαν οι Ταλιμπάν, άλλαξε.
Είπε: «Αν με θεωρείτε πατέρα σας και νοιάζεστε για την αξιοπρέπεια της οικογένειάς σας, θα φοράτε το χιτζάμπ. Μην βάζετε μακιγιάζ, δεν πρέπει να φαίνεται ούτε μια τρίχα από τα μαλλιά σας, μην φοράτε ψηλοτάκουνα παπούτσια και μην βγαίνετε τόσο συχνά. Πείτε το σε μένα ή στους αδελφούς σας για να σας τα αγοράσουμε από την αγορά», λέει.
Ο Ρίτσαρντ Μπένετ, ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Αφγανιστάν, αναφέρει ότι, ενώ έχει καταγράψει «πράξεις αντίστασης» από Αφγανούς άνδρες ενάντια στην θεσμοθετημένη καταπίεση των γυναικών από τους Ταλιμπάν, «εντός των οικογενειών, τα αρσενικά μέλη επιβάλλουν όλο και περισσότερους περιορισμούς στις γυναίκες συγγενείς τους, και όλο και περισσότερες γυναίκες αναφέρουν ότι χρειάζονται άδεια για να βγουν από το σπίτι τους. Υπάρχουν επίσης όλο και περισσότερες αναφορές για γυναίκες μέλη της οικογένειας που επιβάλλουν την τήρηση των περιορισμών».
«Η παρουσία de facto αξιωματούχων και ύποπτων πληροφοριοδοτών στις κοινότητες, η απειλή της συνεχούς παρακολούθησης και η απρόβλεπτη επιβολή των μέτρων συμβάλλουν περαιτέρω στο αίσθημα ανασφάλειας, εντείνοντας το ψυχολογικό στρες και το άγχος, ιδίως μεταξύ των νεαρών γυναικών», αναφέρει.
Πηγή: tanea.gr