Δασμοί και ενεργειακή μετάβαση: Κίνδυνος ή επιτάχυνση;

Δασμοί και ενεργειακή μετάβαση: Κίνδυνος ή επιτάχυνση;

του Δρ. Κώστα Ανδριοσόπουλου

Μέσα σε κλίμα έντασης και αυξανόμενης πίεσης από την παγκόσμια επιχειρηματική κοινότητα, ανακοινώθηκε μια προσωρινή ανακωχή στον εμπορικό πόλεμο μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας. Οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη συμφώνησαν σε 90ήμερη παύση επιβολής νέων εμπορικών μέτρων, προκειμένου να δοθεί χώρος για διαπραγματεύσεις και αποκλιμάκωση. Στο ίδιο πλαίσιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ανακοινώσει την προσωρινή αναστολή των δικών της αντίμετρων, όσο διαρκούν οι συνομιλίες, ενισχύοντας την ελπίδα για επιστροφή σε πιο συναινετική εμπορική πολιτική.

Υπενθυμίζεται ότι στις 2 Απριλίου, ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, είχε ανακοινώσει μια σειρά από νέους δασμούς σε εισαγόμενα προϊόντα, με στόχο την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής. Η πολιτική αυτή ευθυγραμμίζεται με μια ευρύτερη στρατηγική προστατευτισμού, που επανέρχεται δυναμικά στο προσκήνιο, σε μια περίοδο παγκόσμιων προκλήσεων και γεωοικονομικής ανασφάλειας.

Οι δασμοί περιλάμβαναν μεταξύ άλλων 145% σε εισαγωγές από την Κίνα, 25% από τον Καναδά και το Μεξικό, και 10% από περίπου 60 ακόμη χώρες, ανάμεσά τους και τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προβλέπονταν επίσης πρόσθετοι δασμοί 25% για τον χάλυβα και το αλουμίνιο, καθώς και ισόποσοι για τα εισαγόμενα αυτοκίνητα. Αν και τα περισσότερα ενεργειακά προϊόντα εξαιρέθηκαν, επιβλήθηκε δασμός 10% στις εισαγωγές ενεργειακών προϊόντων από τον Καναδά.

Η Κίνα είχε απαντήσει με επιβολή αντιμέτρων, αυξάνοντας τους δασμούς στις εισαγωγές από τις ΗΠΑ στο 125%.

Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν αυτές οι πολιτικές εμπορικού αποκλεισμού μπορούν πραγματικά να φρενάρουν την παγκόσμια ενεργειακή μετάβαση. Η απάντηση είναι σύνθετη. Είναι αλήθεια πως, για τις ΗΠΑ, η απεξάρτηση από την Κίνα συνεπάγεται υψηλότερα κόστη σε τεχνολογίες καθαρής ενέργειας, περιορισμένη πρόσβαση σε κρίσιμες πρώτες ύλες και γενικότερη καθυστέρηση στην εφαρμογή έργων ΑΠΕ. Η αμερικανική ενεργειακή μετάβαση αναμένεται να επιβραδυνθεί, με πιθανή αναδίπλωση προς τα ορυκτά καύσιμα και παράλληλη ενίσχυση των εξαγωγών LNG.

Αντιθέτως, οι επενδύσεις σε καθαρή ενέργεια αναμένεται να μετατοπιστούν σε άλλες περιοχές του κόσμου, με πιο σταθερό και ανοιχτό επενδυτικό περιβάλλον. Η Κίνα, η Ινδία, η Βραζιλία και φυσικά η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελούν βασικούς αποδέκτες αυτής της αλλαγής. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (IEA), έως το 2030, το 46% της παγκόσμιας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας θα προέρχεται από ΑΠΕ, με την Κίνα να κατέχει μερίδιο 19% και τις ΗΠΑ μόλις 5%.

Στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, οι εξελίξεις αυτές ενδέχεται να αποδειχθούν ευκαιρία. Καθώς η αγορά της Ε.Ε. δεν πλήττεται άμεσα και με την προσωρινή αναστολή των αντίμετρων, είναι πιθανό φθηνότερες τεχνολογίες ΑΠΕ που απορρίπτονται από τις ΗΠΑ να κατευθυνθούν προς την Ευρώπη, και ειδικά προς χώρες όπως η Ελλάδα, όπου η ανάπτυξη ΑΠΕ βρίσκεται σε δυναμική φάση.

Συμπερασματικά, η πολιτική των δασμών ενέχει κινδύνους αλλά και ευκαιρίες. Η παγκόσμια ενεργειακή μετάβαση δύσκολα θα ανακοπεί – το πιθανότερο είναι να αναδιαμορφωθεί γεωγραφικά. Οι χώρες που θα παραμείνουν ανοιχτές, συντονισμένες και καινοτόμες, θα είναι εκείνες που θα καρπωθούν τα οφέλη της επόμενης ημέρας. Η 90ήμερη παύση προσφέρει ένα παράθυρο αναπροσαρμογής· μένει να φανεί αν οι πρωταγωνιστές της διεθνούς σκηνής θα το αξιοποιήσουν.

* Δρ. Κώστας Ανδριοσόπουλος, Διευθυντής HELLENiQ ENERGY Center for Sustainability and Energy @ Alba Graduate Business School

Πηγή: capital.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ