Θα αντέξει η G7 τον Βλάντιμιρ Πούτιν και τον Ντόναλντ Τραμπ;

Θα αντέξει η G7 τον Βλάντιμιρ Πούτιν και τον Ντόναλντ Τραμπ;

Όταν οι ηγέτες των χωρών της G7 συγκεντρωθούν στα Βραχώδη Όρη του Καναδά την επόμενη εβδομάδα, θα έχει περάσει λιγότερο από ένας μήνας από τότε που ο Ντόναλντ Τραμπ επιβεβαίωσε τη συμμετοχή του. Η παρουσία του Αμερικανού προέδρου αποτελεί αξιοσημείωτη εξέλιξη, αν σκεφτεί κανείς ότι μόλις στις 27 Μαΐου είχε δηλώσει πως ο Καναδάς θα έπρεπε να γίνει η 51η πολιτεία των ΗΠΑ.

Εξίσου ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι ο αποκαλούμενος ηγέτης του ελεύθερου κόσμου περίμενε μέχρι την τελευταία στιγμή για να απαντήσει στην πρόσκληση.

Η πρόσκληση για τη G-7 δεν έχει πλέον το κύρος που είχε κάποτε, σημειώνει το Bloomberg.

Πενήντα χρόνια μετά την πρώτη συνάντηση της «αφρόκρεμας» των παγκόσμιων οικονομιών σε ένα κάστρο του 14ου αιώνα, με στόχο τη διαμόρφωση συλλογικής απάντησης στην πετρελαϊκή κρίση, η Ομάδα των Επτά φαίνεται να μην έχει πολύ χρόνο μπροστά της. Το μερίδιο του κόσμου που εκπροσωπεί συρρικνώνεται – αντιστοιχεί πλέον σε λιγότερο από 30% του παγκόσμιου ΑΕΠ και 10% του πληθυσμού – και το ίδιο συμβαίνει με την επιρροή της απέναντι στον Βλαντίμιρ Πούτιν και τον Τραμπ. Η απομάκρυνση του πρώτου από τη λέσχη των εκ των έσω πιθανότατα έθεσε τέλος στις πολιτικές φιλοδοξίες της G7, ενώ η νοοτροπία «Πρώτα η Αμερική» του δεύτερου υπονομεύει πλέον και τις οικονομικές.

Ένας κόσμος αλληλεξάρτησης

Στα τέλη του φθινοπώρου του 1975, σε ένα δάσος όπου ο τελευταίος βασιλιάς της Γαλλίας συνήθιζε να κυνηγά, η Γαλλία, η Δυτική Γερμανία, η Ιταλία, η Ιαπωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ πραγματοποίησαν την πρώτη τους ανεπίσημη συνάντηση. Ο εμπνευστής και οικοδεσπότης της συνόδου, ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν, επιδίωκε ειλικρινείς συζητήσεις συνοδευόμενες από τα καλύτερα κρασιά του Μπορντό, με αντικείμενο τις κοινές οικονομικές ανησυχίες των κορυφαίων βιομηχανικών χωρών – μια σειρά προβλημάτων που ο ίδιος χαρακτήρισε «κρίση του καπιταλισμού».

Η διατύπωση αυτή δεν ήταν υπερβολική. Το σύστημα του Μπρέτον Γουντς είχε καταρρεύσει και ο στασιμοπληθωρισμός κυριαρχούσε στις βιομηχανικές οικονομίες. Ο κόσμος είχε σοκαριστεί από το εμπάργκο πετρελαίου του ΟΠΕΚ, οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν τεράστιο εμπορικό έλλειμμα και το Ηνωμένο Βασίλειο βρισκόταν ένα βήμα πριν ζητήσει ταπεινωτική διάσωση από το ΔΝΤ. Στην Ιταλία, ο τότε πρωθυπουργός Άλντο Μόρο θα απαγόταν και θα δολοφονούνταν εν μέσω ενός δεκαετούς κύματος πολιτικής βίας.

Το αποτέλεσμα αυτής της πρώτης συνόδου ήταν ένα συνοπτικό ανακοινωθέν 15 σημείων, που δεσμευόταν για «στενότερη διεθνή συνεργασία και εποικοδομητικό διάλογο» σε «έναν κόσμο αυξανόμενης αλληλεξάρτησης». Η συνάντηση θεωρήθηκε επιτυχής και αποφασίστηκε να επαναληφθεί. Ο Καναδάς προσχώρησε το 1976, καθιστώντας την ομάδα επίσημα G7, μια ομάδα που τότε εκπροσωπούσε το 70% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Κάθε χρόνο, οι συναντήσεις τους γίνονταν ολοένα και πιο εντυπωσιακές.

Ρωσία και G7

Η σιωπηρή ισχύς των χωρών της G7 και η συλλογική τους ικανότητα να επηρεάζουν τις αγορές δοκιμάστηκαν μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Ωστόσο, η σημασία της ομάδας άρχισε να μειώνεται ταχύτερα εξαιτίας τριών γεγονότων που έπληξαν το πολιτικό κατεστημένο εκτιμά το Bloomberg: τον Πούτιν, το Brexit και τον Τραμπ.

Η Ρωσία εντάχθηκε στη G7 το 1997, μετατρέποντάς την σε G8, και το 2001 ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ότι εμπιστεύθηκε τον Πούτιν. Το 2006, ο Πούτιν φιλοξένησε τη σύνοδο για πρώτη και μοναδική φορά στην Αγία Πετρούπολη – μια πόλη που σχεδιάστηκε τρεις αιώνες νωρίτερα για να αποτελέσει το παράθυρο της Ρωσίας προς την Ευρώπη, όμως κινήσεις όπως η εισβολή στη Γεωργία το 2008, αμαύρωσαν τη συμμετοχή της.

Οι προσπάθειες να περιοριστεί ο Ρώσος ηγέτης αποδείχθηκαν αναποτελεσματικές. Πριν από τη G20 στο Μπρίσμπεϊν το 2014, ο τότε πρωθυπουργός της Αυστραλίας Τόνι Άμποτ απείλησε να επιτεθεί στον Πούτιν, ενώ ο Ρώσος πρόεδρος απλώς αποχώρησε νωρίτερα. Σε αντίθεση με το ΝΑΤΟ, που διαθέτει καταστατικό χάρτη, η έλλειψη κάποιας νομικής δομής της G7 καθιστά τις αποφάσεις της μη δεσμευτικές.

Έτσι, η επιθετικότητα της Ρωσίας έμεινε ουσιαστικά ατιμώρητη, ανοίγοντας τον δρόμο για την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, γεγονός που οδήγησε στον αποκλεισμό της Ρωσίας από την G8 και την εισβολή στην Ουκρανία το 2022. Ολοένα και πιο αποξενωμένος από τη Δύση, ο Πούτιν στράφηκε προς φιλικότερους εταίρους, όπως τους BRICS και άλλους απομονωμένους παίκτες, όπως ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν της Σαουδικής Αραβίας.

Χαμένες ευκαιρίες

Όταν αξιοποιείται πλήρως, η G7 μπορεί να αλλάξει την παγκόσμια δυναμική. Το 2009, η G20 συγκεντρώθηκε στο Λονδίνο για μια «σύνοδο κορυφής για τη σωτηρία του κόσμου» εν μέσω της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Το 2015, οι ηγέτες της G7 δεσμεύτηκαν για πρώτη φορά να καταργήσουν σταδιακά τα ορυκτά καύσιμα έως το 2100, ανοίγοντας τον δρόμο για τη Συμφωνία του Παρισιού. Ακόμη και όταν το πλήρες δυναμικό της δεν αξιοποιούνταν, η G7 λειτουργούσε ως χώρος οικοδόμησης συναίνεσης, όπου οι ηγέτες του κόσμου μπορούσαν να πραγματοποιούν ουσιαστικές, έστω και σύντομες, συναντήσεις.

Σήμερα, και οι δύο αυτές λειτουργίες φαίνεται να χάνουν τη σημασία τους. Όχι μόνο δεν είναι πλέον δεδομένο ένα κοινό ανακοινωθέν – τον περασμένο Νοέμβριο η G20 δεν κατάφερε να βγάλει ούτε μια οικογενειακή φωτογραφία, αλλά στην εποχή του Τραμπ οι σημαντικές συζητήσεις γίνονται αλλού. Οι ηγέτες του κόσμου έχουν περισσότερες πιθανότητες να συναντήσουν τον πρόεδρο των ΗΠΑ στο Mar-a-Lago ή σε κάποιο γήπεδο γκολφ, και καλό θα ήταν να αποφεύγουν να αναφέρουν «έναν κόσμο αυξανόμενης αλληλεξάρτησης».

Το σκηνικό της επόμενης εβδομάδας λειτουργεί ως επίλογος. Η τελευταία φορά που οι ηγέτες της G-7 συγκεντρώθηκαν στο Κανανάσκις του Καναδά ήταν μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, σε μια σύνοδο που έμεινε στη μνήμη για τη δέσμευση στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας – και για τη θερμή αγκαλιά του Πούτιν, που έδειχνε ενθουσιασμένος με το γεγονός ότι στη Ρωσία δόθηκε η έγκριση να φιλοξενήσει μια σύνοδο. Αυτή η αισιοδοξία αποδείχθηκε τελικά αβάσιμη.

Πηγή: ot.gr

Πηγή: in.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ