Πιστωτικά ουδέτερη θα είναι για την Ελλάδα η πρόωρη εξόφληση των δανείων του πρώτου μνημονίου, σύμφωνα με τους αναλυτές του διεθνούς οίκου αξιολόγησης Standard & Poor’s, καθώς δεν θα επηρεάσει ούτε αρνητικά, αλλά ούτε και θετικά το ελληνικό αξιόχρεο.
Στο πλαίσιο διαδικτυακής ενημέρωσης, οι αναλυτές του οίκου εξήγησαν ότι η μείωση των ταμειακών διαθεσίμων του Ελληνικού Δημοσίου δεν θα επηρεάσει την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας ή την προοπτική αναβάθμισης καθώς η εξέλιξη αυτή δεν επιδεινώνει την πορεία μείωσης του Δημοσίου Χρέους. Ο οίκος προβλέπει ότι το χρέος θα υποχωρήσει στο 114% του ΑΕΠ έως το 2028.
Υπενθυμίζεται εδώ ότι η αποπληρωμή των δανείων του πρώτου μνημονίων θα χρηματοδοτηθεί εν μέρει από τα ρευστά διαθέσιμα του Δημοσίου -τα οποία σύμφωνα με τα στοιχεία του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους ανέρχονταν στα 40,1 δισ. ευρώ στο τέλος του α’ τριμήνου 2025.
Σύμφωνα με το υφιστάμενο χρονοδιάγραμμα, η τελευταία αποπληρωμή αυτών των δανείων είχε προγραμματιστεί για το 2041, αλλά η κυβέρνηση τώρα θέλει να εξοφλήσει ολόκληρο το ποσό μέχρι το 2031.
Oι αναλυτές εκτίμησαν ότι αν μειωθούν οι εξωτερικές ανισορροπίες ενδεχομένως να υπάρξει αναβάθμιση
Πιθανή μία ακόμη αναβάθμιση
Αναφορικά με την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας, οι αναλυτές εκτίμησαν ότι αν μειωθούν οι εξωτερικές ανισορροπίες ενδεχομένως να υπάρξει αναβάθμιση. Υπενθυμίζεται εδώ ότι στις 18 Απριλίου ο οίκος διατήρησε ως «σταθερή» την προοπτική της ελληνικής οικονομίας αναβαθμίζοντας μόνο την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας στο ΒΒΒ/Α2. Τότε είχε αναφέρει ότι «οι διεθνείς ανισορροπίες της ελληνικής οικονομίας αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα για την περαιτέρω αναβάθμιση.
Σήμερα, τα στελέχη του διεθνούς οίκου επεσήμαναν ότι προβλέπουν έως το 2026 τη μείωση του ελλείμματος στο Ισοζύγιο Εξωτερικών Συναλλαγών της χώρας, αποτυπώνοντας τη βελτίωση των εξωτερικών ανισορροπιών της χώρας. Στα θετικά είναι ότι η ελληνική οικονομία έχει περιορισμένη στις ΗΠΑ, μετά την επιβολή δασμών από την κυβέρνηση Τραμπ.
Θετικές οι τράπεζες στον τραπεζικό κλάδο
Ο οίκος επανέλαβε τη θετική στάση του για τον τραπεζικό κλάδο, υπενθυμίζοντας ότι ήδη δύο εξαυτών (Εθνική και Eurobank) διαθέτουν την λεγόμενη επενδυτική βαθμίδα. Στα θετικά είναι ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν βελτιώσει την ποιότητα του ενεργητικού τους και καταβάλλουν προσπάθειες προκειμένου να πράξουν το ίδιο και για ίδια κεφάλαιά τους.
Μάλιστα, οι αναλυτές του οίκου επικρότησαν το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες αναζητούν τρόπους προκειμένου να αναπληρώσουν την απώλεια των εσόδων από τόκους που υφίστανται μετά την μείωση των επιτοκίων.
Ιδιαίτερη αναφορά έγινε στις κινήσεις που έκαναν η Alpha Bank αγοράζοντας την Astrobank και η Eurobank την Hellenic Bank σε μία προσπάθεια γεωγραφικής διαφοροποίησης των πηγών εσόδων. Επίσης ιδιαίτερη μνεία έγινε στην εξαγορά της Axia Ventrures από την Alpha Bank η οποία αντανακλά την επιδίωξη της τράπεζας να διευρύνει τις επενδυτικές της δυνατότητες. Καθώς και τη διαφαινόμενη επέκταση των τραπεζών στην αγορά των τραπεζοασφαλειών αναφέροντας ως παράδειγμα την εξαγορά της Eθνικής Ασφαλιστικής από την Τράπεζα Πειραιώς και της CNP Assurance από την Eurobank.
Ο οίκος αναμένει ότι ο δείκτης NPE των ελληνικών εγχώριων συστημικά σημαντικών τραπεζών (DSIBs) θα κυμανθεί μεταξύ 2,5% και 4,0% από το τέλος του 2024. Κατά την άποψή του, η μείωση των τελών αναδιάρθρωσης, σε συνδυασμό με τα μεγάλα περιθώρια των τραπεζών, έχουν υποστηρίξει την αποκατάσταση των κατώτατων γραμμών των τραπεζών. Αναμένει, επίσης, ότι η απόδοση των ιδίων κεφαλαίων (ROE) του τραπεζικού συστήματος θα προσγειωθεί περίπου στο 13,5% στο τέλος του 2024.
Πηγή: ot.gr