Η συντριπτική νίκη του Λι Τζάε Μιουνγκ στις εκλογές στη Νότια Κορέα αποτελεί το επισφράγισμα της πορείας των τελευταίων μηνών που σημαδεύτηκαν από μαζικές κινητοποιήσεις και όξυνση της πόλωσης αφού κατέρρευσε, υπό το βάρος της λαϊκής πίεσης, η απόπειρα του πρώην συντηρητικού προέδρου, Γιουν Σουκ Γεόλ, να κάνει πραξικόπημα.
Συγκεντρώνοντας στο πρόσωπό του τις προσδοκίες για ένα καλύτερο μέλλον με περισσότερη δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη ο ηγέτης του Δημοκρατικού Κόμματος της Νότιας Κορέας έχει μπροστά του έναν δύσβατο δρόμο καθώς η στρατηγική συμμαχία της χώρας με τις ΗΠΑ τίθεται σε δοκιμασία ενώ στο εσωτερικό οι πολιτικοί του αντίπαλοι καιροφυλακτούν για να επιστρέψουν στα πράγματα με την πρώτη ευκαιρία.
Από τις φτωχογειτονιές στην προεδρική καρέκλα
Γεννημένος το 1963 μέσα στη φτώχεια ο Λι κατάφερε να φτάσει μέχρι την προεδρική καρέκλα μιλώντας για την ανάγκη να εξαλειφθεί η ανισότητα. Ήταν ο πέμπτος από τα επτά παιδιά της οικογένειας του και όταν γεννήθηκε το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της Νότιας Κορέας συγκρίνονταν με τα κράτη της υποσαχάριας Αφρικής.
Η ακριβή ημερομηνία γέννησής του παραμένει μυστήριο, όπως και πολλών συνομηλίκων του, καθώς η παιδική θνησιμότητα ήταν τόσο μεγάλη που οι γονείς καθυστερούσαν να δηλώσουν τη γέννηση των παιδιών τους.
Στις αρχές της εφηβείας εγκατέλειψε το σχολείο και μετακόμισε σε μία πόλη κοντά στη Σεούλ για να δουλέψει σε εργοστάσιο προκειμένου να βοηθήσει την οικογένεια. Στα 15 του χρόνια υπέστη εργατικό ατύχημα σε εργοστάσιο κατασκευής γαντιών του μπέιζμπολ με αποτέλεσμα να φέρει μόνιμη βλάβη στο αριστερό του χέρι.
Κατάφερε να αποφοιτήσει από το γυμνάσιο και το λύκειο μελετώντας μόνος του τις ώρες που δεν δούλευε.
Το 1982, έγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο Chung-Ang της Σεούλ για να σπουδάσει νομικά και τέσσερα χρόνια αργότερα πέρασε τις εξετάσεις του δικηγορικού συλλόγου.
Έγινε γνωστός για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των αδύναμων αναλαμβάνοντας υποθέσεις θυμάτων εργατικών ατυχημάτων και ανθρώπων που έχαναν τα σπίτια τους λόγω αναγκαστικών εξώσεων που ακολούθησαν την πολιτική των αστικών αναπλάσεων.
Η ενασχόληση με την πολιτική
Από το 2006 άρχισε η ενασχόλησή του με την πολιτική που σημαδεύτηκε με αρκετές αποτυχημένες υποψηφιότητες σε διάφορα αξιώματα.
Κατάφερε εν τέλει να εκλεγεί δήμαρχος και κυβερνήτης όπου προσέλκυσε την ευρύτερη προσοχή για μια σειρά οικονομικών μέτρων, συμπεριλαμβανομένης μιας περιορισμένης μορφής καθολικού βασικού εισοδήματος.
Έθεσε υποψηφιότητα για πρόεδρος της Νότιας Κορέας στις εκλογές του 2022 που έχασε από τον Γιουν Σουκ Γεόλ με λιγότερο από 1% διαφορά.
«Η φτώχεια δεν είναι αμαρτία, αλλά ήμουν πάντα ιδιαίτερα ευαίσθητος στις αδικίες που βίωνα λόγω της φτώχειας», είχε δηλώσει ο Λι σε ομιλία του το 2022.
«Ο λόγος για τον οποίο ασχολούμαι τώρα με την πολιτική είναι για να βοηθήσω όσους εξακολουθούν να υποφέρουν εγκλωβισμένοι στη φτώχεια και την απόγνωση από την οποία κατάφερα να ξεφύγω, χτίζοντας μια δίκαιη κοινωνία και έναν κόσμο με ελπίδα».
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ο Λι υποβάθμισε τα προοδευτικά διαπιστευτήριά του υπέρ μιας πιο «ρεαλιστικής» και πιο ήπιας πολιτικής προβάλλοντας στρογγυλεμένη την οικονομική του ατζέντα που τροφοδότησε την άνοδό του στην εξουσία.
«Ένας προοδευτικός πραγματιστής»
Ως πρόεδρος, ο Λι δεσμεύτηκε να δώσει προτεραιότητα στην οικονομία, προτείνοντας, μεταξύ άλλων, μια σημαντική ενίσχυση των επενδύσεων στην τεχνητή νοημοσύνη, την καθιέρωση μιας εβδομάδας εργασίας τεσσεράμισι ημερών και φοροαπαλλαγές για τους γονείς ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών τους.
Όσον αφορά τις εξωτερικές υποθέσεις, υποσχέθηκε να βελτιώσει τις σχέσεις με τη Βόρεια Κορέα, πιέζοντας παράλληλα για την τελική αποπυρηνικοποίησή της – σύμφωνα με την παραδοσιακή στάση του Δημοκρατικού Κόμματός του – και να διατηρήσει τη συμμαχία ασφαλείας των ΗΠΑ και της Κορέας χωρίς να αποξενώσει την Κίνα και τη Ρωσία.
Η δύσκολη αυτή εξίσωση περιπλέκεται από το γεγονός ότι ένοικος του Λευκού Οίκου είναι ο Ντόναλντ Τραμπ. Οι δασμοί 25% που επέβαλε ο αμερικανός πρόεδρος σε όλες τις κορεάτικες εισαγωγές τον Απρίλιο αφού είχε ήδη χτυπήσει τη χώρα με δασμούς στις βασικές της βιομηχανίες – τον χάλυβα και τα αυτοκίνητα.
Εάν αυτοί οι δασμοί τεθούν σε ισχύ «θα μπορούσαν να προκαλέσουν οικονομική κρίση», δήλωσε ένας έμπειρος σύμβουλος του Δημοκρατικού Κόμματος του Λι, ο Μουν Τσουνγκ-ιν.
Νότια Κορέα, ΗΠΑ και Κίνα
Πριν από τις ανακοινώσεις του Τραμπ, η οικονομία της Νότιας Κορέας είχε ήδη επιβραδυνθεί. Το χάος του στρατιωτικού νόμου την περιόρισε περαιτέρω. Στη συνέχεια, το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, συρρικνώθηκε.
Χωρίς πρόεδρο, οι συνομιλίες με τον Τραμπ είχαν ανασταλεί αλλά πλέον δεν υπάρχουν περιθώρια άλλης αναβολής. Και το παζάρι για αυτές τις συνομιλίες μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα σκληρό.
Οι ΗΠΑ διαθέτουν μία δύναμη 28.5000 στρατιωτών στη Νότια Κορέα για «ασπίδα προστασίας» από μια πιθανή επίθεση της Βόρειας Κορέας.
Ο Τραμπ έχει υπονοήσει ότι είναι πιθανόν να ζητήσει από τη Νότια Κορέα να πληρώσει για αυτή την προστασία, συνδέοντας το ζήτημα της ασφάλειας με την επιβολή δασμών.
Την ίδια στιγμή ωστόσο η βασική προτεραιότητα των ΗΠΑ στην Ασία είναι να περιορίσουν τις στρατιωτικές φιλοδοξίες της Κίνας με φόντο την αντιπαράθεση για την Ταϊβάν.
Μια επιλογή της Ουάσιγκτον είναι τα στρατεύματα που σταθμεύουν στη Νότια Κορέα να στραφούν στον περιορισμό της Κίνας. Μια άλλη επιλογή, που προωθήθηκε από δύο αξιωματούχους της αμερικανικής άμυνας τον περασμένο μήνα, είναι οι χιλιάδες στρατιώτες να απομακρυνθούν συνολικά από τη χερσόνησο και ο στρατός της Σεούλ να αναλάβει να διαδραματίσει ρόλο στην αποτροπή του Πεκίνου.
Αυτό θα μπορούσε να εμπλέξει τη Νότια Κορέα πιο βαθιά στους ανταγωνισμούς στην περιοχή και να τη φέρει σε ευθεία αντιπαράθεση με την Κίνα.
Ο πρόεδρος Λι, ο οποίος ιστορικά ήταν επιφυλακτικός απέναντι στη συμμαχία της Κορέας με τις ΗΠΑ, θέλει να χρησιμοποιήσει την προεδρία του για να βελτιώσει τις σχέσεις με την Κίνα, τον ισχυρό γείτονα και εμπορικό εταίρο της Νότιας Κορέας. Έχει δηλώσει αρκετές φορές ότι η Νότια Κορέα θα πρέπει να μείνει έξω από μια σύγκρουση μεταξύ της Κίνας και της Ταϊβάν.
«Πρέπει να κρατήσουμε αποστάσεις από ένα ενδεχόμενο σύγκρουσης Κίνας-Ταϊβάν. Μπορούμε να τα πάμε καλά και με τους δύο», δήλωσε κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής συζήτησης τον περασμένο μήνα.
Με πληροφορίες από Al Jazeera και BBC
Πηγή: in.gr