Τραμπισμός και άλλα αυταρχικά αφηγήματα

Τραμπισμός και άλλα αυταρχικά αφηγήματα

Ο μακαρθισμός* πέρασε στη γλώσσα για να δηλώνει το κυνήγι ιδεών, την πολιτική καταστολή και τη λαϊκιστική χρήση του φόβου για πολιτικά οφέλη. Εμεινε στην ιστορία για να χαρακτηρίσει μια κρίσιμη ψυχροπολεμική συγκυρία στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία αμέσως μετά το 1950 όταν η εκστρατεία εντοπισμού και εξουδετέρωσης υποτιθέμενων κομμουνιστών κορυφώθηκε με τις γνωστές μας «μαύρες λίστες» του Χόλιγουντ και με διώξεις δεκάδων χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων ανάμεσα στους οποίους και δεκάδων πανεπιστημιακών που αρνήθηκαν να συνεργαστούν με τις Αρχές στο κυνήγι των αριστερών ιδεών. Και στις περισσότερες περιπτώσεις δεν χρειάζονταν αποδείξεις. Αρκούσαν οι καταγγελίες. Η επιτομή της κατάρρευσης της ελευθερίας του λόγου και της πολιτικής έκφρασης και της αμφισβήτησης του κράτους δικαίου. Και πέρασε στη γλώσσα και στην ιστορία με αρνητικό πρόσημο χάρη στην αντίσταση που προβλήθηκε από τον προοδευτικό κόσμο και την ανάσχεσή του ως ακραίου παραδείγματος πολιτικών διώξεων σε μια κοινοβουλευτική δημοκρατία δυτικού τύπου.

Υπάρχουν άραγε αναλογίες με τον τραμπισμό; Αν και η Ιστορία διδάσκει ότι τα ιστορικά φαινόμενα είναι μοναδικά ή καλύτερα ειδοποιά και δεν επαναλαμβάνονται αντίθετα με την ευρεία απήχηση της αντίθετης άποψης είναι λογικό να έχει ανασυρθεί τελευταία ο μακαρθισμός για να συνδεθεί με τη ρητορική και την πολιτική του Τραμπ απέναντι στην ακαδημαϊκή ελευθερία και τον πολιτισμικό πόλεμο που διεξάγει με αιχμή τη λεγόμενη woke ατζέντα. Στο στόχαστρό του είναι τα πανεπιστήμια, τα σχολεία, η ανεξάρτητη ειδησεογραφία, οι εστίες της Αλλης Αμερικής, αυτής που ντρέπεται για τον πρόεδρό της και παρακολουθεί αμήχανη τα καμώματά του και πολύ περισσότερο της Αμερικής που αντιστέκεται: των πανεπιστημίων που απέρριψαν την πίεση για «πατριωτική» και αντικριτική εκπαίδευση, των προέδρων πανεπιστημίων και κολλεγίων συμπεριλαμβανομένων των Χάρβαρντ, Πρίνστον και Μπράουν που έβαλαν την υπογραφή τους σε κοινή δήλωση καταδίκης της κυβερνητικής παρέμβασης στην εκπαίδευση, των καθηγητών που με την πένα τους πολεμούν την Αμερική του Τραμπ, των δικαστηρίων που λειτουργούν ως ανάχωμα στα προεδρικά διατάγματα, των τοπικών κυβερνήσεων που εφαρμόζουν αντίπαλες πολιτικές για τους μετανάστες και τις μετανάστριες, των ΜΜΕ και των  δημοσιογράφων που παρά τις απειλές συνεχίζουν την κριτική ειδησεογραφία αλλά και των κινημάτων των μαύρων, των γυναικών, των φοιτητών και φοιτητριών, της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας που δραστηριοποιούνται για να υπερασπιστούν τα αυτονόητα που δεν είναι πια δεδομένα.

Ποιες είναι λοιπόν οι αναλογίες ανάμεσα στον μακαρθισμό και τον τραμπισμό αλλά και στον κυβερνητικό αυταρχισμό ή ακόμα και τον ολοκληρωτισμό; Πολλές αν και τα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτισμικά συμφραζόμενα διαφορετικά. Οπως άλλωστε και οι διαφορές. Υπάρχει ωστόσο μια κοινή βάση. Είναι ο απόλυτος έλεγχος της εκπαίδευσης, επιδίωξη ρεαλιστική όταν αφορά στην υποχρεωτική εκπαίδευση κυρίως όταν αυτή είναι συγκεντρωτική και ελέγχεται αποκλειστικά από ένα κεντρικό υπουργείο όπως στην ελληνική περίπτωση. Η κυβέρνηση διαμορφώνει τα προγράμματα σπουδών, στέλνει τα βιβλία, ένα για κάθε μάθημα, επιλέγει και διορίζει τους / τις εκπαιδευτικούς, ορίζει τις σχολικές γιορτές και όλο το πλαίσιο της σχολικής κουλτούρας. Δεν λείπουν βέβαια και στην περίπτωση αυτή οι αποκλίσεις. Το σχολείο όσο και αν ελέγχεται κεντρικά έχει τη δυνατότητα δημιουργίας πυρήνων αυτονόμησης. Και έχει διαφορετική δυναμική όταν η εξουσία της υποχρεωτικής εκπαίδευσης μοιράζεται στην κεντρική αφενός και τοπική αφετέρου εξουσία και πολύ περισσότερο και με ανεξάρτητα από την κεντρική κυβέρνηση σχολικά συμβούλια όπως είναι στις ΗΠΑ.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_m1’); });

Η επιδίωξη του ελέγχου της εκπαίδευσης εξελίσσεται σε περίπλοκη επιχείρηση στην περίπτωση των χώρων που παράγεται και επικοινωνείται η γνώση όπως είναι τα  ακαδημαϊκά ιδρύματα. Τα πανεπιστήμια συγκροτούν έναν πολιτισμικό και θεσμικό αστερισμό απέναντι στη μονοδιάστατη θεώρηση της πραγματικότητας που είναι αναγκαία για τα αυταρχικά καθεστώτα. Φιλοξενούν ταυτόχρονα κοινωνικά κινήματα, υπερασπίζονται τη διαφορετικότητα και τη συμπερίληψη, είναι φιλικά με την αμφισβήτηση. Είναι ένα ακαδημαϊκό σύμπαν που συνδέεται με την απειλή στην αυθαιρεσία και την αντίσταση στα προτάγματα της εξουσίας. Τι να πρωτοθυμηθούμε; Τον Μάη του 1968 στη Γαλλία αλλά και τον απόηχό του σε πολλά ευρωπαϊκά πανεπιστήμια; Τις διαδηλώσεις κατά του πολέμου του Βιετνάμ στα αμερικάνικα πανεπιστήμια; Την εξέγερση στην πλατεία Τιεν Αν Μεν; Το Πολυτεχνείο του 1973; Την εξέγερση των φοιτητών της Τεχεράνης; Τις σύγχρονες μας σχεδόν εξεγέρσεις στη Χιλή ή στη Νότια Αφρική; Τι θα ήταν αλήθεια ο κόσμος μας σήμερα χωρίς αυτά τα κινήματα;

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_middle_2’); });

Οι δραστηριότητες, η αυτονομία, οι αρχές, οι κατακτήσεις, η ίδια η παραγωγή και η μετάδοση της γνώσης που υπάρχει στο ακαδημαϊκό DNA,  καθιστούν τα πανεπιστήμια δύσκολους αντιπάλους για κάθε μορφής αυταρχική εξουσία. Γι’ αυτό και στη ρητορική όλων των ολοκληρωτικών ρευμάτων και όσων συνομιλούν με αυτά ή και βρίσκονται στην επήρειά τους σε περίοπτη θέση βρίσκεται η δυσφήμηση των ακαδημαϊκών θεσμών και η υπονόμευση της εμπιστοσύνης στο έργο που παράγουν. Ο πόλεμος αυτός δεν περιορίζεται στο συμβολικό επίπεδο. Ακολουθούν εκτελεστικές παρεμβάσεις αρχικά ως απειλές και στη συνέχεια ως κατασταλτικά μέτρα περιορισμού της ακαδημαϊκής ελευθερίας, της ελευθερίας του λόγου, του ακαδημαϊκού αυτοδιοίκητου αλλά και αποφάσεις που σχετίζονται με τη συνέχιση της λειτουργίας τους, όπως είναι οι περικοπές στη χρηματοδότησή τους. Γι’ αυτό και η υπεράσπιση των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων είναι σήμερα αναγκαία από το σύνολο της προοδευτικής κοινωνίας. Οσες αδυναμίες και αν έχουν ή προβάλλονται ότι έχουν, τα πανεπιστήμια είναι εργαστήρια σκέψης, γνώσης, ελευθερίας και αμφισβήτησης των αυταρχικών αφηγήσεων που απειλούν τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου.

Η Μαρία Ρεπούση είναι ιστορικός, διευθύντρια του Ινστιτούτου Νίκος Πουλατζάς.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_m2’); });

* Πήρε το όνομά του από τον Τζότζεφ Μακάρθι, γερουσιαστή του Ουισκόνσιν (1947-1957) που με ρητορική φόβου κατά του κομμουνισμού ως εσωτερικού εχθρού ηγήθηκε της εκστρατείας των διώξεων. Ηταν επίσης επικεφαλής επιτροπών του Κογκρέσου που ανέκριναν εκατοντάδες πολίτες για πολιτικές απόψεις και σχέσεις με την Αριστερά.

Πηγή: tanea.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ