Το προπατορικό αμάρτημα του Τζο Μπάιντεν

Το προπατορικό αμάρτημα του Τζο Μπάιντεν

Είναι ικανός ο Ντόναλντ Τραμπ να δείξει ενσυναίσθηση; Οπως απέδειξε αυτή την εβδομάδα, είναι ικανός να την προσποιηθεί, αλλά κι αυτό μόνο για λίγες ώρες – όσες μεσολάβησαν ανάμεσα στις «θερμές ευχές» για «ταχεία και επιτυχή ανάρρωση» που έστειλε στον Τζο Μπάιντεν μετά την ανακοίνωση του γραφείου του πως πάσχει από επιθετική μορφή καρκίνου του προστάτη που έχει κάνει μετάσταση στα οστά και στη θεωρία συνωμοσίας που διέσπειρε πως ο Μπάιντεν και το περιβάλλον του γνώριζαν από καιρό για τον καρκίνο και το έκρυβαν. Η αλήθεια είναι βέβαια πως για κάποιον όπως ο Τραμπ, ο οποίος κατηγορεί ανά τακτά χρονικά διαστήματα τον προκάτοχό του για κάθε πρόβλημα της κυβέρνησής του, των ΗΠΑ, του κόσμου γενικότερα, η έκπληξη θα ήταν να μην επιχειρήσει να συνδέσει τη διάγνωση του καρκίνου με τις αναφορές ότι οι συνεργάτες του Μπάιντεν απέκρυψαν την πνευματική και σωματική του εξασθένηση στη διάρκεια της προεδρίας του. Βοήθησε και το τάιμινγκ: μέσα στην εβδομάδα κυκλοφόρησε το βιβλίο «Original Sin», «Προπατορικό Αμάρτημα», των δημοσιογράφων Τζέικ Τάπερ (CNN) και Αλεξ Τόμσον (Axios). Ο υπότιτλός του είναι και η καλύτερη περίληψη: «Η κατάπτωση του προέδρου Μπάιντεν, η συγκάλυψή της και η καταστροφική επιλογή του να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα».

Οπως σημειώνουν βέβαια οι «New York Times», παρότι οι συγγραφείς μιλούν για «συγκάλυψη», εμφανίζουν το στενό περιβάλλον του Τζο Μπάιντεν να περνάει περισσότερο χρόνο με το συλλογικό του κεφάλι χωμένο στην άμμο όσον αφορά τις μειωμένες ικανότητες του προέδρου, παρά σχεδιάζοντας να κρύψει στοιχεία για τις ανεπάρκειές του. Παράλληλα, απεικονίζουν έναν πρόεδρο και το στενό περιβάλλον του τόσο ερωτευμένους με τη «μυθολογία του Μπάιντεν» – ανθεκτικός και αγέρωχος απέναντι στις αντιξοότητες, ο μόνος ικανός να νικήσει τον Ντόναλντ Τραμπ – που οποιοσδήποτε σκεπτικισμός ήταν απαγορευμένος. Περιγράφει όμως και ένα πολιτικό κόμμα πρόθυμο να επιρρίψει σε έναν αποδιοπομπαίο τράγο, τον Τζο Μπάιντεν, την ευθύνη για όλα τα εκλογικά του προβλήματα – είναι άλλωστε πιο εύκολο να βρεις έναν αποδιοπομπαίο τράγο παρά μια ταυτότητα. Οι περισσότερες από τις 200 πηγές των δύο συγγραφέων δέχθηκαν να τους μιλήσουν μόνο μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου και στη συντριπτική τους πλειοψηφία υπό την κάλυψη της ανωνυμίας. Οπως γράφουν οι Τάπερ και Τόμσον, «ορισμένοι δήλωσαν μετανιωμένοι που δεν είχαν κάνει περισσότερα ή που περίμεναν τόσο πολύ για να μιλήσουν. Πολλοί ήταν θυμωμένοι και ένιωθαν βαθιά προδομένοι, όχι μόνο από τον Μπάιντεν αλλά και από τον στενό κύκλο των συμβούλων του, τους συμμάχους και την οικογένειά του». Ενοχές, κατηγορίες αλλά και νίψιμο των χειρών είναι συνήθεις παρορμήσεις της ηττημένης πλευράς σε τέτοιου είδους βιβλία.

Το «Original Sin» δεν είναι απόλυτο σχετικά με το πότε ξεκίνησε η παρακμή του Μπάιντεν. Λέει απλώς ότι τα σημάδια ήταν συχνά και διήρκεσαν αρκετά χρόνια, ενώ πολλές φορές έμοιαζαν να επιδεινώνονται σε περιόδους οικογενειακών δυσκολιών. Για κάποιους, ξεκίνησε σοβαρά το 2015, με τον θάνατο του μεγαλύτερου γιου του. «Ο θάνατος του Μπο τον κατέστρεψε» λέει στους συγγραφείς ένας ανώτερος σύμβουλος του Λευκού Οίκου. «Ενα μέρος του δεν επανήλθε ποτέ». Τα μεταγενέστερα νομικά προβλήματα του άλλου του γιου, του Χάντερ – ιδιαίτερα η απόρριψη, το 2023, από δικαστή του διακανονισμού που είχε επιτευχθεί για τις κατηγορίες της φοροδιαφυγής και της οπλοκατοχής -, αποδείχθηκαν επίσης ένα «σημείο καμπής». Το βιβλίο απαριθμεί πολλές περιπτώσεις, ήδη από το 2019, που ο Μπάιντεν ξεχνούσε ή μπέρδευε τα ονόματα συνεργατών του ή ανθρώπων που γνώριζε χρόνια. Και όλες τις προσπάθειες που έκανε το στενό του περιβάλλον για να τον προστατέψει, από τη συγκέντρωση των ραντεβού του μεταξύ 10 π.μ. και 4 μ.μ. μέχρι τη συντόμευση των ομιλιών του και τον περιορισμό των ανθρώπων που είχαν πρόσβαση στον πρόεδρο. Οταν βρισκόταν στην Ουάσιγκτον, συνήθιζε να δειπνεί στις 4.30 μ.μ. και να αποσύρεται στα ιδιωτικά του διαμερίσματα στις 5.15 μ.μ. Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του, συχνά παρέλειπε τις ενημερώσεις, ενώ είχε καθημερινό πρωινό ραντεβού με μακιγιέζ για να καλύπτει τις ρυτίδες και τις κηλίδες στο δέρμα του.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_m1’); });

Αυτό που έβλεπε το κοινό τα τελευταία χρόνια της θητείας του, γράφουν οι δύο συγγραφείς, ήταν ήδη ανησυχητικό. Αλλά αυτό που συνέβαινε κατ’ ιδίαν ήταν χειρότερο: «Ενώ ο Μπάιντεν σε καθημερινή βάση μπορούσε σίγουρα να λαμβάνει αποφάσεις και να επιβεβαιώνει τη σοφία του και να ενεργεί ως πρόεδρος, υπήρχαν διάφορα σημαντικά ζητήματα που περιέπλεκαν την προεδρία του: ένα όριο στις ώρες κατά τις οποίες μπορούσε να λειτουργήσει αξιόπιστα και ένας αυξανόμενος αριθμός στιγμών που φαινόταν να παγώνει, να χάνει τον ειρμό της σκέψης του, να ξεχνά τα ονόματα κορυφαίων βοηθών ή να μη θυμάται στιγμιαία φίλους που γνώριζε δεκαετίες. Για να μην αναφέρουμε τις δυσκολίες στην ικανότητά του να επικοινωνεί – που δεν σχετίζονταν με τον χρόνιο τραυλισμό του».

Δεν ήταν βέβαια, σύμφωνα πάντα με το «Προπατορικό Αμάρτημα», μια ευθεία γραμμή η εξασθένηση του Μπάιντεν. Υπήρχαν καλές και κακές μέρες. Ηταν σταθερή όμως η άρνηση της πραγματικότητας – μέχρι το ντιμπέιτ της 27ης Ιουνίου του 2024 με τον Ντόναλντ Τραμπ. Τη συνέχεια την έχει γράψει πια η Ιστορία.

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_middle_2’); });

«Μας την έφερε τόσο άσχημα»

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_m2’); });

Την επομένη των εκλογών του 2024, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν σηκώθηκε από το κρεβάτι πεπεισμένος ότι είχε αδικηθεί. Οι ελίτ, τα στελέχη των Δημοκρατικών, τα μέσα ενημέρωσης, η Νάνσι Πελόζι, ο Μπαράκ Ομπάμα – δεν έπρεπε να τον είχαν διώξει από την κούρσα. Αν είχε μείνει εντός, θα είχε νικήσει τον Ντόναλντ Τραμπ. Αυτό έδειχναν οι δημοσκοπήσεις, θα έλεγε ξανά και ξανά.

Οι δημοσκόποι του μας είπαν ότι δεν υπήρχαν τέτοιες δημοσκοπήσεις. Δεν υπήρχαν αξιόπιστα στοιχεία που να στηρίζουν την άποψη ότι θα είχε κερδίσει. Ολες οι μη επεξεργασμένες πληροφορίες έδειχναν ότι θα ήταν μια ήττα, πιθανότατα θεαματική, πολύ χειρότερη από εκείνη που υπέστη η αντικαταστάτριά του ως υποψήφια των Δημοκρατικών, η αντιπρόεδρος Καμάλα Χάρις.

«Μας την έφερε τόσο άσχημα ο Μπάιντεν, ως κόμμα» μας είπε ο Ντέιβιντ Πλουφ, ο οποίος βοήθησε στην προεκλογική εκστρατεία της Χάρις. Ο Πλουφ είχε διατελέσει διευθυντής της προεκλογικής εκστρατείας του γερουσιαστή Μπαράκ Ομπάμα το 2008 και ανώτερος σύμβουλος του προέδρου Ομπάμα πριν αποσυρθεί σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική το 2013. Αφού αποσύρθηκε ο Μπάιντεν από την κούρσα, στις 21 Ιουλίου 2024, ο Πλουφ επιστρατεύτηκε για να βοηθήσει τη Χάρις σε αυτό που είδε ως «αποστολή διάσωσης». Η Χάρις, είπε, ήταν «σπουδαίος στρατιώτης», αλλά ο συμπιεσμένος αγώνας των 107 ημερών ήταν «ένας γαμημένος εφιάλτης».

«Και για όλα φταίει ο Μπάιντεν» είπε ο Πλουφ. Με την απόφασή του να διεκδικήσει την επανεκλογή του και κατόπιν να περιμένει περισσότερες από τρεις εβδομάδες μετά το ντιμπέιτ για να αποσυρθεί, πρόσθεσε, «μας γάμ*** εντελώς».

googletag.cmd.push(function() { googletag.display(‘300x250_middle_3’); });

Ηταν ξεκάθαρο ότι δεν είχε αναγνωρίσει τον Κλούνεϊ

Την Πέμπτη, 13 Ιουνίου [του 2024], ο [Τζορτζ] Κλούνεϊ προσγειώθηκε σε ιδιωτικό αεροδρόμιο στην περιοχή του Λος Αντζελες. Το Σάββατο, έφτασε στο Peacock Theatre, χωρητικότητας επτά χιλιάδων εκατό θέσεων, κάπου τέσσερις ώρες πριν από την έναρξη της εκδήλωσης (…) Ο Μπάιντεν ξεπρόβαλε κουτσαίνοντας από τη γωνία. Ο Κλούνεϊ ήξερε ότι ο πρόεδρος είχε μόλις φτάσει από τη σύνοδο κορυφής των ηγετών της G-7 στην Απουλία της Ιταλίας εκείνο το πρωί και ίσως να ήταν κουρασμένος, αλλά, που να πάρει, δεν το περίμενε αυτό.

Ο Πρόεδρος φαινόταν πολύ καταβεβλημένος, σαν να είχε γεράσει μια δεκαετία από την τελευταία φορά που τον είχε δει, τον Δεκέμβριο του 2022. Εκανε μικροσκοπικά βήματα και ένας βοηθός έμοιαζε να τον καθοδηγεί κρατώντας τον από το χέρι.

«Σας ευχαριστώ που είστε εδώ», έλεγε ο Πρόεδρος στους καλεσμένους καθώς περνούσε από μπροστά τους. Ο Κλούνεϊ ένιωσε έναν κόμπο στο στομάχι του καθώς ο Πρόεδρος τον πλησίαζε. Ο Μπάιντεν τον κοίταξε. «Σας ευχαριστώ που είστε εδώ», είπε.

«Ξέρεις τον Τζορτζ», είπε ο βοηθός στον Πρόεδρο, υπενθυμίζοντάς του απαλά ποιος βρισκόταν μπροστά του. «Ναι, ναι», είπε ο Πρόεδρος σε έναν από τους πιο αναγνωρίσιμους άνδρες στον κόσμο, τον οικοδεσπότη αυτής της προσοδοφόρας εκδήλωσης. «Σας ευχαριστώ που είστε εδώ».

«Γεια σας, κύριε Πρόεδρε», είπε ο Κλούνεϊ.

«Πώς είστε;» απάντησε ο Πρόεδρος.

«Πώς ήταν το ταξίδι σας;» ρώτησε ο Κλούνεϊ.

«Μια χαρά», είπε ο Πρόεδρος.

Ηταν ξεκάθαρο ότι ο Πρόεδρος δεν είχε αναγνωρίσει τον Κλούνεϊ.

«Ο Τζορτζ Κλούνεϊ», διευκρίνισε ο βοηθός για λογαριασμό του Προέδρου.

«Ω, ναι!», είπε ο Μπάιντεν. «Γεια σου, Τζορτζ!».

Πηγή: tanea.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ