Του Χάρη Φλουδόπουλου
Η ενεργειακή πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο παύει πλέον να είναι απλώς ένα ζήτημα τεχνικής φύσης ή ανταλλαγής ηλεκτρισμού. Οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις αποκτούν χαρακτήρα στρατηγικό και διπλωματικό, καθώς εμβαθύνουν τις πολιτικές σχέσεις, επηρεάζουν τις γεωοικονομικές ισορροπίες και διαμορφώνουν νέα δεδομένα στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη. Στο πλαίσιο αυτό, η χώρα μας βρίσκεται στο επίκεντρο τριών μεγάλων διακρατικών σχεδίων, με την Κύπρο και το Ισραήλ, με την Ιταλία και με την Αίγυπτο, που, εκτός από την ενεργειακή τους σημασία, έχουν αποκτήσει και ευρύτερη οικονομική και πολιτική διάσταση.
Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ
Η πρόσφατη απόφαση του Ισραήλ και της Κύπρου να προχωρήσουν τη μεταξύ τους ηλεκτρική διασύνδεση αποτελεί μια εξέλιξη που αλλάζει τις ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο. Η συμφωνία Χριστοδουλίδη-Νετανιάχου, η οποία έχει ήδη δρομολογηθεί για υπογραφή εντός του 2025, σηματοδοτεί τη βούληση των δύο πλευρών να ξεπεράσουν τα γεωπολιτικά εμπόδια και να προχωρήσουν στη δημιουργία ενός στρατηγικού ηλεκτρικού διαδρόμου.
Η συμφωνία αυτή έρχεται σε μια περίοδο στασιμότητας για το “παγωμένο” κομμάτι της διασύνδεσης Κύπρου-Ελλάδας, γνωστό ως Great Sea Interconnector, που είχε συναντήσει εμπόδια χρηματοδότησης, αδειοδοτήσεων αλλά και πολιτικής στήριξης. Ωστόσο οι εξελίξεις στο τμήμα Ισραήλ-Κύπρου λειτουργούν πλέον ως καταλύτης που οδηγεί, αναπόφευκτα, στην ενεργοποίηση και του ελληνικού τμήματος.
Η επιλογή του Ισραήλ να εμπλακεί άμεσα έχει ευρύτερη σημασία. Η χώρα έχει αναβαθμιστεί σε καθαρό εξαγωγέα ενέργειας, λόγω των σημαντικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου Tamar και Leviathan. Η ένταξή της στο ευρωπαϊκό ηλεκτρικό δίκτυο μέσω της Κύπρου και της Ελλάδας αποτελεί στρατηγικό στόχο. Παράλληλα, η διασύνδεση μειώνει την εξάρτησή της από γεωπολιτικά ευμετάβλητες περιοχές και ενισχύει την ασφάλεια του ενεργειακού της εφοδιασμού.
Στο παρασκήνιο, η Τουρκία επιχείρησε να ασκήσει πίεση, χαρακτηρίζοντας το έργο “μονομερή ενέργεια”. Η απάντηση του Τελ Αβίβ ήταν σαφής: η Κύπρος αποτελεί στρατηγικό εταίρο και το έργο θα προχωρήσει ανεξαρτήτως των τουρκικών ενστάσεων.
Την ίδια στιγμή, το κομμάτι της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου βρέθηκε εκ νέου στο επίκεντρο. Πληροφορίες που κυκλοφόρησαν περί ενδεχόμενης ακύρωσης του Great Sea Interconnector διαψεύστηκαν. Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο ΑΔΜΗΕ έχει ήδη καταβάλει προκαταβολή ύψους 200 εκατ. ευρώ στη Nexans, την κατασκευάστρια εταιρεία του καλωδίου. Εάν δεν υπάρξει σαφής δέσμευση για την ολοκλήρωση του έργου και η Nexans δεν αποζημιωθεί για τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, πέραν των άλλων προβλημάτων, θα δημιουργηθεί σοβαρό ζήτημα για τον ΑΔΜΗΕ και την υλοποίηση του επενδυτικού του προγράμματος, που είναι κρίσιμο για τον σχεδιασμό ενεργειακής μετάβασης της χώρας.
Ελλάδα – Ιταλία
Την ίδια ώρα, στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, ένα νέο υποθαλάσσιο ηλεκτρικό καλώδιο με την Ιταλία εισέρχεται σε φάση υλοποίησης. Με την υπογραφή του Μνημονίου Συνεργασίας μεταξύ του ΑΔΜΗΕ και της ιταλικής Terna, το έργο GRITA II, συνολικής ισχύος 1.000 MW και μήκους 300 χλμ., προχωρά, με στόχο να τριπλασιάσει τη διασύνδεση των δύο χωρών από τα 500 στα 1.500 MW.
Το έργο έχει τεράστια σημασία για την ελληνική πλευρά. Η Ελλάδα, με αυξανόμενη παραγωγή από ΑΠΕ και περιορισμένες δυνατότητες αποθήκευσης και κατανάλωσης, χρειάζεται διεξόδους εξαγωγής του πλεονάζοντος ρεύματος.
Οι εξαγωγές προς την Ιταλία, όπου οι τιμές είναι υψηλότερες, βρίσκονται ήδη στην ημερήσια διάταξη, αλλά η υφιστάμενη διασύνδεση έχει κορεστεί εδώ και χρόνια. Σε συνδυασμό με τις νέες αποθηκευτικές υποδομές και τους επενδυτικούς σχεδιασμούς για μεταφορά “πράσινης” ενέργειας από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική, το GRITA II καθιστά την Ελλάδα κρίσιμο κόμβο ηλεκτρικής ενέργειας για όλη τη Νότια Ευρώπη.
Για την Ιταλία, η νέα διασύνδεση θα ενισχύσει την ασφάλεια εφοδιασμού της και θα συμβάλει στην αξιοποίηση πράσινων πηγών από τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Όπως σημείωσε και η Ιταλίδα πρωθυπουργός, Τζόρτζια Μελόνι, “το έργο αποτελεί επένδυση στη βιώσιμη ενοποίηση των ευρωπαϊκών ενεργειακών δικτύων”.
Ελλάδα – Αίγυπτος
Ακόμα ένα σημαντικό έργο, που συνδέεται και με τη διασύνδεση προς την Ιταλία, η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας-Αιγύπτου GREGY, σημειώνει σημαντική πρόοδο, ενισχύοντας τη στρατηγική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών και προωθώντας την ενεργειακή μετάβαση της Ευρώπης. Το έργο, συνολικού κόστους περίπου 4,2 δισ. ευρώ, προβλέπει την εγκατάσταση υποθαλάσσιου καλωδίου μήκους σχεδόν 1.000 χιλιομέτρων και ισχύος 3.000 MW, το οποίο θα μεταφέρει καθαρή ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές της Αιγύπτου προς την Ελλάδα και την Ευρώπη.
Πρόσφατα υπογράφηκε συμφωνία επιχορήγησης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD) και της ELICA Interconnector, θυγατρικής του ομίλου Κοπελούζου, για τη χρηματοδότηση των πρώτων μελετών του έργου. Παράλληλα, κατά την πρώτη συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Αιγύπτου στην Αθήνα, οι ηγέτες των δύο χωρών επανέλαβαν τη δέσμευσή τους για την υλοποίηση του GREGY, υπογραμμίζοντας τη σημασία του για την ενεργειακή ασφάλεια και τη βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχής. Το έργο αναμένεται να ενισχύσει τη θέση της Ελλάδας ως ενεργειακού κόμβου, προσφέροντας χαμηλού κόστους πράσινη ενέργεια στην Ευρώπη και συμβάλλοντας στη μείωση της εξάρτησης από ρωσικές πηγές ενέργειας.
Η γεωπολιτική διάσταση των ηλεκτρικών καλωδίων
Το κοινό νήμα σε όλα τα παραπάνω έργα είναι η γεωπολιτική τους σημασία. Η Ελλάδα δεν συμμετέχει απλώς σε τεχνικά έργα υποδομών. Ενισχύει τη θέση της ως ενεργειακού κόμβου ανάμεσα σε τρεις ηπείρους: Ευρώπη, Ασία και Αφρική. Οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις με την Κύπρο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο αποτελούν έργα με στρατηγική σημασία. Την ίδια στιγμή, οι διασυνδέσεις αυτές αναβαθμίζουν συνολικά τον γεωπολιτικό ρόλο της χώρας, καθώς διαμορφώνεται ένας νέος ενεργειακός χάρτης στη Μεσόγειο, με την Ελλάδα στο επίκεντρο.
Πηγή: capital.gr