Σε πρόκληση για τη δημόσια υγεία έχει εξελιχθεί η μείωση ενδιαφέροντος για εμβολιασμό, καθώς μία από τις… παρενέργειες της πανδημίας ήταν (και) η κόπωση των πολιτών. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως ένας από τους πλέον επίκαιρους ερευνητικούς στόχους είναι η «απλοποίηση» της διαδικασίας μέσω της ανάπτυξης συνδυαστικών εμβολίων που θα παρέχουν ικανοποιητική ανοσοποίηση σε περισσότερα από ένα παθογόνα – όπως είναι η γρίπη και o SARS-CoV-2. Ωστόσο, πόσο κοντά βρισκόμαστε σε ένα «διπλό» τσίμπημα;
Ο καθηγητής Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ, Δημήτρης Παρασκευής, στο κείμενο που ακολουθεί αναλύει όλες τις εξελίξεις αντλώντας δεδομένα από κλινική δοκιμή που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό «JAMA».
Αναλυτικότερα και όπως εξηγεί η συγκεκριμένη μελέτη αφορά μια τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή φάσης 3 που αξιολόγησε την ανοσογονικότητα και ασφάλεια ενός συνδυαστικού εμβολίου (mRNA-1083) κατά της εποχικής γρίπης (γρίπη τύπου Α και Β) και του SARS-CoV-2. Η μελέτη πραγματοποιήθηκε σε ενηλίκους με ηλικίες άνω των 50 ετών, και συγκεκριμένα περιελάμβανε δύο ηλικιακές ομάδες: άτομα με ηλικίες 50-64 ετών και άτομα με ηλικίες ≥65 ετών. Οι συμμετέχοντες έλαβαν είτε το mRNA-1083 είτε ξεχωριστά εμβόλια για εποχική γρίπη και SARS-CoV-2.
Ετσι, στους συμμετέχοντες που ανήκαν στη δεύτερη ομάδα τα άτομα με ηλικίες ≥65 ετών έλαβαν το ενισχυμένο τετραδύναμο εμβόλιο γρίπης σε συνδυασμό με εμβόλιο κατά του SARS-CoV-2 (mRNA-1273), ενώ στους συμμετέχοντες με ηλικίες 50-64 ετών χορηγήθηκε το εποχικό τετραδύναμο (μη ενισχυμένο) εμβόλιο γρίπης σε συνδυσμό με το εμβόλιο κατά του SARS-CoV-2 (mRNA-1273).
Το προφίλ ασφάλειας. Οι πρωταρχικοί στόχοι της μελέτης, όπως σημειώνει ο καθηγητής, ήταν να διερευνηθεί η μη κατωτερότητα της ανοσολογικής απόκρισης και το προφίλ ασφάλειας του συνδυαστικού εμβολίου έναντι των δύο εμβολίων όταν χορηγούνται ξεχωριστά. Το προφίλ ασφάλειας μελετήθηκε μέσω καταγραφής ανεπιθύμητων ενεργειών, και σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών.
«Οι μελέτες μη κατωτερότητας (non-inferiority trials) αφορούν τη σύγκριση μιας νέας θεραπείας ή εμβολίου με την ήδη υπάρχουσα (εναλλακτική), για να διαπιστωθεί αν δεν είναι σημαντικά χειρότερη από την υπάρχουσα» διευκρινίζει ο ίδιος.
Και συνεχίζει: «Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι το συνδυαστικό εμβόλιο mRNA-1083 δεν έδειξε στοιχεία “μη κατωτερότητας” σε σχέση με τα υπάρχοντα εγκεκριμένα εμβόλια όταν χορηγούνται ξεχωριστά. Τα αποτελέσματα “μη κατωτερότητας” αφορούσαν όλα τα στελέχη εποχικής γρίπης και τον SARS-CoV-2 και στις δύο ηλικιακές ομάδες». Αναλυτικότερα, στην ηλικιακή ομάδα 50-64 ετών, το συνδυαστικό εμβόλιο προκάλεσε ισχυρότερη ανοσολογική απόκριση για όλα τα στελέχη, ενώ στην ομάδα με ηλικίες ≥65 ετών η ισχυρότερη απόκριση αφορούσε τρία στελέχη γρίπης και τον SARS-CoV-2. Το συνδυαστικό εμβόλιο βρέθηκε, επίσης, να είναι ασφαλές, αφού παρατηρήθηκαν υψηλότερα ποσοστά ανεπιθύμητων ενεργειών στα άτομα που έλαβαν το συνδυαστικό εμβόλιο mRNA-1083, αλλά οι περισσότερες εξ αυτών ήταν ήπιας ή μέτριας σοβαρότητας και βραχυχρόνιας διάρκειας.
Τα πλεονεκτήματα. Ενα συνδυαστικό εμβόλιο κατά της γρίπης και του SARS-CoV-2 πλεονεκτεί σημαντικά έναντι των αντίστοιχων μεμονωμένων εμβολίων, τονίζει ο κ. Παρασκευής. «Κατ’ αρχάς το συνδυαστικό εμβόλιο θα μπορούσε να αυξήσει την αποδοχή του εμβολίου και τα ποσοστά κάλυψης στην κοινότητα, προκαλώντας ανοσοποίηση έναντι και των δύο ιών με μία μόνο δόση. Η προσέγγιση αυτή μπορεί να αυξήσει σημαντικά, επίσης, τη συμμόρφωση με τις κατευθυντήριες γραμμές εμβολιασμού, οδηγώντας σε μεγαλύτερη προστασία των ευάλωτων ομάδων πληθυσμού τόσο από τη γρίπη όσο και από την COVID-19».
Ο ίδιος όμως εστιάζει και στα πλεονεκτήματα νεότερων τεχνολογιών. «Η τεχνολογία mRNA που χρησιμοποιείται για το συνδυαστικό εμβόλιο (mRNA-1083) παρέχει πρόσθετα οφέλη, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας ανάπτυξης ευρύτερης ανοσίας καθώς και ανοσολογικής απάντησης μέσω Τ-κυττάρων. Η τεχνολογία mRNA επιτρέπει επίσης την ταχεία ανάπτυξη επικαιροποιημένων μορφών εμβολίου ανάλογα με τις παραλλαγές ή υποπαραλλαγές των ιών που κυκλοφορούν κάθε φορά».
«Παράλληλα μπορεί να χορηγηθεί επιπλέον το εμβόλιο κατά του SARS-CoV-2, εάν θεωρηθεί αναγκαία η λήψη αυξημένης δοσολογίας ή αν χρειαστεί να πραγματοποιηθεί εμβολιασμός με επικαιροποιημένο εμβόλιο για νέες αναδυόμενες παραλλαγές» συμπληρώνει ο ίδιος.
Και καταλήγει: «Αυξάνοντας δυνητικά τα ποσοστά εμβολιασμού μέσω ενός συνδυαστικού εμβολίου θα μπορούσε να επιτευχθεί σημαντική μείωση της νοσηρότητας και θνητότητας. Ο συστηματικός εμβολιασμός θα έχει σημαντικά οφέλη ιδίως σε ενηλίκους ηλικίας άνω των 50 ετών που διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο για σοβαρή νόσηση από γρίπη και SARS-CoV-2».
Πηγή: tanea.gr