Από εκεί που όλοι ήταν έτοιμοι (βάσει των δημοσκοπήσεων και των δύο προηγούμενων πρώτων προεδρικών γύρων, όχι αυθαίρετα…) να προσθέσουν τη Ρουμανία στον κατάλογο των ευρωπαϊκών κρατών που αλώνει η Ακροδεξιά (και ο Βλαντίμιρ Πούτιν), αυτή η τόσο κρίσιμη για την ασφάλεια της Ευρώπης έναντι της ρωσικής απειλής χώρα κατέληξε να δίνει μαθήματα πάταξης της Ακροδεξιάς σε χώρες όπως η Πορτογαλία και η Πολωνία, πολύ πιο διαφορετικές βέβαια, που έτυχε όμως να διοργανώνουν την ίδια μέρα εκλογές και κατέληξαν με σαφώς πιο ανησυχητικά αποτελέσματα. Στον πρώτο προεδρικό γύρο που είχε διεξαχθεί τον Νοέμβριο του 2024, και ακυρώθηκε τελικά από το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ρουμανίας βάσει καταγγελιών για εκλογικές παραβιάσεις και ρωσική ανάμειξη, ο ακροδεξιός Κάλιν Γκεοργκέσκου είχε έρθει πρώτος με 23%. Στον πρώτο προεδρικό γύρο που διεξήχθη αρχές Μαΐου, ο ακροδεξιός Τζόρτζε Σιμιόν είχε έρθει πρώτος με 41%, έναντι 21% υπέρ του βασικού αντιπάλου του, του κεντρώου δημάρχου Βουκουρεστίου Νίκουσορ Νταν. Οι δημοσκοπήσεις ήθελαν τον Σιμιόν να επικρατεί προχθές, στον δεύτερο προεδρικό γύρο, με 47%-44% του Νταν. Τελικά, όμως, ο τελευταίος επικράτησε άνετα, με 53,6% έναντι 46,4%, αναγκάζοντας τον Σιμιόν να παραδεχθεί την ήττα του, κι ας είχε επιχειρήσει αρχικά, αντλώντας έμπνευση από το ίνδαλμά του, τον Ντόναλντ Τραμπ, να την αμφισβητήσει. Πώς εξηγείται τελικά αυτή η ανατροπή;
Σημαντικό ρόλο έπαιξε η συμμετοχή, που εκτοξεύτηκε προχθές στο 65%, το υψηλότερο ποσοστό μετά το 1996, από 53% στον πρώτο γύρο. Οχι ότι αρκεί βέβαια μια υψηλή συμμετοχή – στην Πολωνία, όπου η πούρα Ακροδεξιά συγκέντρωσε προχθές στον πρώτο προεδρικό γύρο ένα 21,1%, η συμμετοχή έφτασε το 66,8%, ακόμα και 72,8% μεταξύ των νέων, έναντι 74,38% στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2023, που είχαν σημάνει την ήττα του PiS και την επάνοδο του Ντόναλντ Τουσκ στην πρωθυπουργία. Οσο για την Πορτογαλία, όπου το ακροδεξιό Chega δηλώνει πεπεισμένο ότι θα ανεβεί με τις (μη καταμετρημένες ακόμα) ψήφους της διασποράς στη δεύτερη θέση, η συμμετοχή στις κοινοβουλευτικές εκλογές προχθές έφτασε το 64,3%, έναντι 59,84% στις προηγούμενες κοινοβουλευτικές εκλογές του 2024. Στην περίπτωση της Ρουμανίας, ωστόσο, αύξηση της συμμετοχής σήμαινε κινητοποίηση των ψηφοφόρων που έτρεμαν στην ιδέα ενός «Ρουμάνου Τραμπ» στην προεδρία της χώρας.
Ρόλο στη νίκη του Νταν έπαιξε επίσης, όπως δήλωσε στο Politico ο Μίλαν Νιτς, ερευνητής στο Γερμανικό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων, η στήριξη που έλαβε από την ουγγρική μειονότητα της Ρουμανίας, η οποία «προσήλθε μαζικά στις κάλπες εναντίον του εθνοκυριαρχιστή υποψηφίου που στήριζε ο Βίκτορ Ορμπαν», ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας. Δεν έβλαψαν φυσικά τα ατοπήματα του Σιμιόν μεταξύ πρώτου και δεύτερου γύρου, από την «επιθετικότητα» που επέδειξε μέχρι την αλαζονεία που αποκάλυπτε η απουσία του από πέντε σε σύνολο έξι προγραμματισμένων τηλεμαχιών. Πρωτίστως όμως, και αυτό είναι το βασικότερο δίδαγμα, ρόλο στη νίκη του Νταν έπαιξε ο ίδιος: θεωρούμενος ως χαμηλών τόνων αλλά αποτελεσματικός δήμαρχος της Βαρσοβίας από το 2020, αυτός ο 55χρονος μαθηματικός, διπλωματούχος της Σορβόννης, υπήρξε ακτιβιστής κατά της διαφθοράς προτού μπει στην πολιτική – για να πολεμήσει, ακριβώς, τη διαφθορά του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, κυρίαρχου στη Ρουμανία μετά την πτώση του Κομμουνισμού. Ιδρυτής ενός κεντρώου κόμματος, το οποίο κατόπιν εγκατέλειψε, παρουσιάστηκε ως ανεξάρτητος, και δεν παρέλειπε να θυμίζει πως ήταν κι αυτός ένας «αντισυστημικός» υποψήφιος, ο οποίος υπερασπιζόταν όμως την «ευρωατλαντική» προσέγγιση της Ρουμανίας. Σε μια χώρα όπως αυτή, με την πολιτική κρίση των τελευταίων πέντε μηνών να κλονίζει περαιτέρω την οικονομία, τα δύσκολα μόλις τώρα ξεκινάνε για τον Νίκουσορ Νταν. Αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι ρουμάνοι ψηφοφόροι έκαναν, όπως δήλωσε ο ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, μια «ιστορική επιλογή» την Κυριακή, ψηφίζοντας, όπως επεσήμανε η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, υπέρ μιας «ισχυρής Ευρώπης».
Πηγή: tanea.gr