Διαδίκτυο: Τα πληκτρολόγια του… μίσους

Διαδίκτυο: Τα πληκτρολόγια του… μίσους

Ο κακοποιητικός λόγος παραμένει πάντα επώδυνος για τους αποδέκτες του. Όταν, ωστόσο, εκείνος που τον εκφέρει έχει τη δυνατότητα να κρυφτεί, έστω και πρόσκαιρα, πίσω από την ανωνυμία ενός πληκτρολογίου, είναι δεδομένο πως η ποσότητα, η έκταση και η ταχύτητα διάδοσης του μίσους στο Διαδίκτυο αυξάνονται ανεξέλεγκτα.

Οι καταγεγραμμένες υποθέσεις εκδικητικής πορνογραφίας από μηδενικές το 2021 έφτασαν τις 256 το 2024

Μοιραία, οι διαδικτυακοί κακοποιητές ξεφυτρώνουν σαν τα κεφάλια μιας ηλεκτρονικής Λερναίας Ύδρας, η οποία εμφανίζεται απόλυτα επιθετική και επικίνδυνη για τα θύματά της. Τα τελευταία στέκονται συχνά αβοήθητα απέναντι στους θύτες τους, με αποτέλεσμα το διαδικτυακό μίσος να συνεχίζει να διαχέεται μέσω του πληκτρολογίου.

Αυτό, άλλωστε, επιβεβαιώνουν τα στοιχεία τoυ υπουργείου Προστασίας του Πολίτη για τις υποθέσεις κακοποιητικού λόγου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που έχουν περιέλθει σε γνώση του, φανερώνοντας ότι οι καταγγελίες σε σύγκριση με τα περιστατικά είναι ελάχιστες. Ενδεικτικά, ενώ οι καταγεγραμμένες υποθέσεις εκδικητικής πορνογραφίας κατά τα έτη 2020 και 2021 ήταν μηδενικές, το 2024 έφτασαν τις 256. Από την άλλη, οι περιπτώσεις συκοφαντικής δυσφήμησης από 434 το 2020 μέσα σε μία πενταετία αυξήθηκαν σε 636.

«ΤΑ ΝΕΑ» εξασφάλισαν μαρτυρίες θυμάτων κακοποιητικού λόγου, στις οποίες καταθέτουν τη δική τους οδυνηρή εμπειρία. Παράλληλα, παρουσιάζεται το ψυχολογικό αποτύπωμα του διαδικτυακού μίσους για τους αποδέκτες του, αλλά και τα μέσα που διαθέτει το εγχώριο νομικό μας οπλοστάσιο στην καταπολέμηση του φαινομένου.

«Είναι κάτι που δεν μπορείς να αποτινάξεις από πάνω σου»

Η Κ.Τ. ήρθε πριν από 20 χρόνια στην Αθήνα από την επαρχιακή πόλη όπου ζούσε, για σπουδές και αναζήτηση ενός καλύτερου επαγγελματικού μέλλοντος. Στα 24 της ξεκίνησε μια φιλική σχέση με έναν συνάδελφό της που στη συνέχεια εξελίχθηκε σε ερωτική. Τα πράγματα, όμως, δεν εξελίχθηκαν όσο ιδανικά ξεκίνησαν. «Στη διάρκεια της σχέσης έδειξε ένα άλλο πρόσωπο και άρχισε να γίνεται πάρα πολύ πιεστικός. Αρχισα να ασφυκτιώ και του ζήτησα να διακόψουμε τη σχέση μας. Αυτό δεν έγινε αποδεκτό και η αντίδρασή του υπήρξε πάρα πολύ έντονη».

Ο ίδιος έφτιαξε, εν αγνοία της, ένα ψεύτικο προφίλ στο Facebook με το όνομά της. Σε αυτό υπήρχαν άσεμνες φωτογραφίες της, με κάποιες από αυτές να είναι πλαστές και κατασκευασμένες από τον ίδιο. Αλλεπάλληλα αιτήματα φιλίας στέλνονταν από το συγκεκριμένο προφίλ με αποδέκτες φίλους και γνωστούς της Κ.Τ. «Ενα βράδυ ενώ κοιμόμουν, περίπου στις 4 τα ξημερώματα με πήραν τηλέφωνο κάποιοι φίλοι μου από την επαρχιακή πόλη που κατάγομαι. Στην αρχή δεν κατάλαβα τι έγινε, αλλά αμέσως μετά σοκαρίστηκα».

Μετά το αρχικό σοκ απευθύνθηκε στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος. «Το έκανα με πολύ μεγάλη δυσκολία και πολλή ντροπή γιατί ένιωθα εν μέρει υπεύθυνη. Τι να εξηγούσα, ότι εγώ αυτόν μέχρι χθες τον εμπιστευόμουν;». Στον κατηγορούμενο απαγγέλθηκαν πάντως κατηγορίες, με τη νεαρή γυναίκα να βρίσκεται κάποια στιγμή ενώπιον των δικαστών και του κακοποιητή της.

«Ήμουν ένα κορίτσι που έκλαιγε χωρίς δικηγόρο. Αυτό που ζητούσα ήταν ο κατηγορούμενος να με αφήσει στην ησυχία μου καθώς το μόνο που ήθελα ήταν να ζήσω τη ζωή μου χωρίς τον φόβο του. Στην έδρα βρισκόταν μια γυναίκα δικαστής, πιο θυμωμένη από μένα. Δεν θα ξεχάσω τα λόγια της: ‘Aφήστε με να τον τιμωρήσω και μη μου λέτε ότι δεν θέλετε την τιμωρία του αλλά προτιμάτε την ησυχία σας γιατί αυτό που έκανε είναι ανεπίτρεπτο για μια γυναίκα’».

Τελικώς, ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε σε 9 μήνες, ποινή που ωστόσο δεν εξέτισε, μιας και την εξαγόρασε. «Ακόμη και μετά την καταδίκη του συνέχισε να μου στέλνει υβριστικά μηνύματα στο Facebook, δεν τον πτόησε το ότι αμαυρώθηκε το ποινικό του μητρώο».

Η ίδια έχει αφήσει πίσω αυτή τη δύσκολη στιγμή που έζησε, όμως, όπως παραδέχεται στα «ΝΕΑ», «παρά το ότι έχει περάσει σχεδόν μία δεκαπενταετία από τότε που έγινε το συμβάν, με κυριεύει ένα αίσθημα αμηχανίας κάθε φορά που πηγαίνω στην πόλη μου σκεπτόμενη ότι ίσως κάποιος έχει δει εκείνο το προφίλ με τις φωτογραφίες μου. Είναι κάτι που δεν μπορείς να αποτινάξεις από πάνω σου και είναι πραγματικά άδικο γιατί θεωρώ ότι έχεις κάθε δικαίωμα να θες να τελειώσεις μια σχέση».

25% των μαθητών πέφτουν θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης

«Σύμφωνα με στοιχεία από έρευνες του Ελληνικού Κέντρου Ασφαλούς Διαδικτύου, 25% των μαθητών Γυμνασίου και Λυκείου πέφτουν θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης. Πάνω από 300 κλήσεις τον χρόνο δέχεται η γραμμή βοήθειας του ΕΚΑΔ Help-line για θέματα σεξουαλικής παρενόχλησης», λέει στα «ΝΕΑ» ο Γιώργος Κορμάς, υπεύθυνος γραμμής βοήθειας στο Κέντρο. Ο ίδιος μοιράζεται με «ΤΑ ΝΕΑ» μια ιστορία διαδικτυακής κακοποιητικής συμπεριφοράς με αίσιο τέλος.

«Σε γυμνάσιο των βορείων προαστίων της Αττικής μια διευθύντρια απευθύνθηκε στη γραμμή βοήθειας ζητώντας βοήθεια για μια μαθήτρια της Γ’ Γυμνασίου η οποία είχε πέσει θύμα εκβιασμού. Συγκεκριμένα, η μαθήτρια είχε στείλει κάποιες ημίγυμνες φωτογραφίες σε κάποιον ενήλικο, φιλικό πρόσωπο της οικογένειας, και αυτός την απειλούσε ότι αν δεν έστελνε ένα βίντεο με γυμνό μέχρι μια συγκεκριμένη ώρα θα δημοσίευε τις φωτογραφίες».

Η μαθήτρια στράφηκε αμέσως στην καθηγήτριά της καθώς οι γονείς της βρίσκονταν στο νοσοκομείο και κάθε λεπτό που περνούσε ήταν κρίσιμο και βασανιστικό. Η καθηγήτρια αντέδρασε άμεσα απευθυνόμενη στη γραμμή βοήθειας. «Η συμβουλή μας λοιπόν για τη συγκεκριμένη περίπτωση αλλά και για όλες που οι εκβιαστές είναι γνωστοί, είναι να απευθυνθούν στο κοντινότερο αστυνομικό τμήμα για αυτεπάγγελτη δίωξη από τις Αρχές.

Η διευθύντρια, μιας και δεν ήταν δυνατόν να ειδοποιήσει τους γονείς του παιδιού, πήγε μαζί με τη μαθήτρια στο τοπικό ΑΤ και ξεκίνησε η δίωξη, σύλληψη και τιμωρία του δράστη από τη Δικαιοσύνη».

H πρώτη απόφαση για κακοποίηση στο Διαδίκτυο

Η περιπέτεια της Σοφίας Ιορδανίδου, δημοσιογράφου και αναπληρώτριας καθηγήτριας Επικοινωνίας και Νέας Δημοσιογραφίας στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου, αναδεικνύει μια πλευρά συκοφαντικής δυσφήμησης με επαγγελματικό αντίκτυπο. Όπως μας λέει, ξεκινά το 2007 «όταν στο ΑΠΘ κάποιοι αποφάσισαν αυθαίρετα ότι δεν τους εξυπηρετούσε η εκλογή μου ως μέλους ΔΕΠ στο Τμήμα Δημοσιογραφίας».

Και συνεχίζει: «Παράλληλα με το Διαδίκτυο ανώνυμοι αποστολείς έστελναν κείμενα, μέσω προσωπικών μηνυμάτων, στους πρυτάνεις, καθηγητές Σχολών Δημοσιογραφίας στα πανεπιστήμια, δημοσιογράφους και πολιτικούς με συκοφαντικό/κακοποιητικό λόγο εναντίον μου». Η ίδια λέει, μάλιστα, στα «ΝΕΑ» ότι «δημιουργήθηκαν ομάδες και σελίδες με περίεργους τίτλους και αναρτούσαν από Internet café κατηγορίες, ψευδή στοιχεία και φανταστικά σενάρια και υποθέσεις, με στόχο να πλήξουν την αξιοπιστία μου και να μην εκλεγώ στο Πανεπιστήμιο, ύστερα από τρία χρόνια διδασκαλίας στο Τμήμα Δημοσιογραφίας του ΑΠΘ».

Η δημοσιογράφος ξεκίνησε έναν χρονοβόρο και κοστοβόρο, σε προσωπικό και οικονομικό επίπεδο, δικαστικό αγώνα προκειμένου να δικαιωθεί. «Ποτέ και για κανέναν λόγο δεν θα εγκατέλειπα τη μάχη. Πιστεύω στην εφαρμογή του Δικαίου, όσο κι αν αυτό μπορεί να εξασθενεί και να μας απογοητεύει πολλές φορές. Εκεί λοιπόν έδωσα τις μάχες μου. Πίστεψα στον αγώνα μου και διεκδίκησα την όποια μορφή δικαίωσης. Οι αποφάσεις του δικαστηρίου καταδίκασαν τον κακοποιητικό λόγο και επέβαλαν σοβαρές αποζημιώσεις». Στην περίπτωσή της επρόκειτο για την «πρώτη απόφαση για κακοποίηση στο Διαδίκτυο, 102 σελίδες απόφαση, έπειτα από οκτώ χρόνια δρόμο γεμάτο αγκάθια», όπως δηλώνει.

Πλέον, στέλνει ένα ηχηρό μήνυμα: «Η γλώσσα είναι το πιο δυνατό και όμορφο εργαλείο έκφρασης που μας χαρίστηκε στη ζωή. Μας καλεί να σκεφτούμε δυο φορές πριν να τη χρησιμοποιήσουμε για να κακοποιήσουμε τον άλλον. Υπάρχουν σοβαρές νομικές ευθύνες και επιπτώσεις γι’ αυτό, οφείλουμε να το γνωρίζουμε ως μέλη μιας οργανωμένης κοινωνίας. Ας τη χρησιμοποιήσουμε με δημιουργικό και παραγωγικό τρόπο, λοιπόν. Μας εξυπηρετεί όλους».

Τι λένε οι ειδικοί

Αγγελική Γαζή, αναπληρώτρια καθηγήτρια Μεθόδων και Εφαρμογών Ψυχολογίας και Τεχνολογίας Μέσων στο Πάντειο: Το ψυχολογικό αποτύπωμα του διαδικτυακής κακοποίησης

Ο κακοποιητικός λόγος στο Διαδίκτυο υποκινείται από έναν δράστη με παρεκκλίνουσα συμπεριφορά. Σύμφωνα με την Αγγελική Γαζή, αναπληρώτρια καθηγήτρια Μεθόδων και Εφαρμογών Ψυχολογίας και Τεχνολογίας Μέσων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, «σε κάποιους διαδικτυακούς χώρους αυτό μπορεί να συμπεριλαμβάνει συμπεριφορές που απλώς δημιουργούν δυσμενή εντύπωση – για παράδειγμα, η δημοσίευση υπερβολικά συναισθηματικών μηνυμάτων, η αναφορά θεμάτων ταμπού ή οι κομπασμοί στο Facebook και στο Twitter».

Η ίδια, ωστόσο, εστιάζει και σε πιο ακραίες περιπτώσεις όπου η συμπεριφορά αυτή μπορεί να υπερβεί τα όρια των ηθικών και κοινωνικών περιορισμών. «Αυτό περιλαμβάνει τη χρήση επιθετικών και βίαιων ενεργειών, όπως διαδικτυακές απειλές βιασμού και η χρήση διαδικτυακού ‘εκδικητικού πορνό’. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι το επίπεδο εχθρικής συμπεριφοράς που απαντάται στο Διαδίκτυο αντιπροσωπεύει μια κουλτούρα σαδισμού, όπου οι άνθρωποι ανέχονται, ακόμα και αναμένουν, παρόμοια συμπεριφορά ή πράξεις».

Επικαλούμενη σχετικές έρευνες, υποστηρίζει ότι τα περισσότερα θύματα κακοποιητικής συμπεριφοράς είναι οι γυναίκες, ενώ κάνοντας λόγο για τις επιπτώσεις, τη συνδέει με «την ψυχική υγεία και συμπεριφορά, όπως η κατάθλιψη και η χρήση ουσιών».

Τέλος, περιγράφοντας το ψυχολογικό αποτύπωμα που προκαλούν οι νέες μορφές διαδικτυακής κακοποίησης, εξηγεί πως «για συμπεριφορές όπως ο διαδικτυακός εκφοβισμός ή η εκδικητική πορνογραφία ή το ‘online grooming’ (η προσέγγιση και σύναψη φιλίας μεταξύ ενηλίκου και ανηλίκων, με απώτερο σκοπό του ενηλίκου την απόκτηση σεξουαλικού φωτογραφικού υλικού, κατόπιν εκβιασμού) αναφερόμαστε σε νέες μορφές εγκληματικών πράξεων και ψυχολογικής τρομοκρατίας που προκαλούν φόβο, αδυναμία, δυσπιστία, άγχος, θλίψη, ντροπή και άλλες τραυματικές επιπτώσεις στα θύματα, οδηγώντας σε συναισθηματική εξάντληση και εξουθένωση».

Βασίλης Σωτηρόπουλος, δικηγόρος: Oι δράστες δρουν με την πεποίθηση ότι δεν θα διωχθούν

Το εγχώριο νομικό μας σύστημα προβλέπει ποινές για τους διαδικτυακούς κακοποιητές. Σύμφωνα με τον δικηγόρο Βασίλη Σωτηρόπουλο, «το έγκλημα της εκδικητικής πορνογραφίας τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 3 ετών, ενώ η ελάχιστη αυτή ποινή αυξάνεται στα 8 χρόνια εάν έχει γίνει στο Διαδίκτυο με αόριστο αριθμό αποδεκτών. Στην περίπτωση, μάλιστα, που το θύμα αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει, τότε το έγκλημα τιμωρείται ως κακούργημα. Αν η πράξη οδήγησε το θύμα στον θάνατο, τιμωρείται τουλάχιστον με 10 χρόνια κάθειρξη (άρθρο 346 Ποινικού Κώδικα).

Ο ίδιος προσθέτει πως η εξύβριση και η συκοφαντική δυσφήμηση μέσω Διαδικτύου, αντίθετα, έχει περιορισμούς στην έκταση της ποινής! Η μέγιστη ποινή είναι 1 έτος φυλάκιση και για συκοφάντηση 3 έτη. Αν δεν είχε τελεστεί διαδικτυακά, θα μπορούσε να φτάσει μέχρι 5 έτη (η απλή δυσφήμηση έχει καταργηθεί ως ποινικό αδίκημα). Υπενθυμίζει, επίσης, πως «ο αντιρατσιστικός νόμος εφαρμόζεται στο Διαδίκτυο και για διαδικτυακές παραβάσεις έχουν επιβληθεί και οι μεγαλύτερες ποινές του, όπως αυτή για την ομοφοβική ανάρτηση του Μητροπολίτη Αμβρόσιου».

Ο Βασίλης Σωτηρόπουλος υπογραμμίζει πως οι δράστες δρουν με την πεποίθηση ότι δεν θα διωχθούν. «Σε αυτό συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό και η ολιγωρία από τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης για πλήρη εποπτεία του περιεχομένου που αναρτούν οι χρήστες. Κατά τη γνώμη μου, εκεί βρίσκεται το κλειδί: εάν οι πλατφόρμες είχαν άμεση αντίδραση, τότε θα αποθαρρύνονταν οι δράστες. Οι δράστες δυστυχώς ενθαρρύνονται κατ’ αποτέλεσμα από τις πλατφόρμες, διότι έτσι θεωρείται ότι θα δημιουργηθεί μεγαλύτερη συμμετοχή του κοινού: με τον προσβλητικό λόγο που προκαλεί διαδικτυακούς καβγάδες».

Premium έκδοση «Τα ΝΕΑ»

Πηγή: in.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ