Οι κλινικές υπεύθυνες για την εκτόξευση των ιδιωτικών ασφαλίστρων…

Οι κλινικές υπεύθυνες για την εκτόξευση των ιδιωτικών ασφαλίστρων...

Του Νίκου Κωτσικόπουλου

Σε κλινικές αποδίδει το αυξημένο κόστος για υπηρεσίες υγείας η Τράπεζα της Ελλάδος, αφιερώνοντας μάλιστα ειδικό πλαίσιο στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικές Σταθερότητας. Σύμφωνα με την ΤτΕ, το μοντέλο με το οποίο τιμολογούν οι κλινικές “τείνει να οδηγεί σε υπερπαροχή υπηρεσιών, λόγω των κινήτρων που παρέχει για όγκο υπηρεσιών ανεξάρτητα από τις ανάγκες των ασθενών και για μεγαλύτερης διάρκειας νοσηλείες”.

Ως αποτέλεσμα, η ΤτΕ διακρίνει στην Έκθεσή της, δύο σοβαρές επιπτώσεις

-Στην πρώτη περίπτωση, οι ασφαλιστικές εταιρίες δεν κάνουν πλέον μακροχρόνια προγράμματα υγείας, εξέλιξη σε βάρος των ασφαλισμένων. Αντίθετα κάθε χρόνο ανανεώνουν τη σύμβαση, μετακυλίοντας τις αυξήσεις στους ασφαλισμένους, πράγμα που δεν μπορούν να κάνουν με τις μακροχρόνιες συμβάσεις.

Σχετικά με την “υπερπαροχή υπηρεσιών” που φουσκώνει τις τιμές, η ΤτΕ αναφέρει ότι “σε πολλές δε περιπτώσεις, ο τιμοκατάλογος των υπηρεσιών διαφοροποιείται αναλόγως της κατηγορίας νοσηλείας (ενδεικτικά, διαφορετικές χρεώσεις για την ίδια ακριβώς επέμβαση ανάλογα αν ο ασθενής βρίσκεται σε μονόκλινο, δίκλινο κ.λπ.)”.  

-Η δεύτερη επίπτωση που διακρίνει η ΤτΕ, είναι σε βάρος των ασφαλιστικών εταιριών και απειλεί να τις καταστήσει αφερέγγυες, να μην αποζημιώσουν δηλαδή τους πελάτες τους όπως υποχρεούνται, έναντι των συμβολαίων με τα οποία έχουν δεσμευτεί. 

Αυτό λέει η ΤτΕ προκαλείται λόγω “αυξημένων τεχνικών προβλέψεων, οι οποίες αντανακλούν τόσο το αυξημένο τρέχον κόστος αγοράς υπηρεσιών υγείας όσο και τις μελλοντικές αυξήσεις του καθ’ όλη τη διάρκεια των ασφαλιστικών συμβάσεων”. Προκαλείται επίσης, “λόγω αυξημένων κεφαλαιακών απαιτήσεων, οι οποίες αντανακλούν την αυξημένη αβεβαιότητα στο κόστος αγοράς των υπηρεσιών υγείας. 

Τα δύο ανωτέρω σημεία, δεδομένης της δυσκολίας μετακύλισης του κόστους στους ασφαλισμένους, προκαλούν μείωση του δείκτη φερεγγυότητας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η πιθανότητα να αθετήσουν τις υποσχέσεις τους προς τους ασφαλισμένους λόγω αφερεγγυότητας”. 

Πρόκειται για πλήρη επιβεβαίωση των δημοσιεύσεων του Capital.gr.

Έμμεση πρόταση για νέο σύστημα τιμολόγησης με DRG’s και ΣΔΙΤ

Ωστόσο η ΤτΕ δεν μένει σε αυτό, αλλά εμμέσως προτείνει ένας άλλο μοντέλο τιμολόγησης αντί του σημερινού. Όπως εξηγεί, “οι παράγοντες που συμβάλλουν στον καθορισμό των επιπέδων τιμών περιλαμβάνουν ενδεικτικά το κόστος παροχής υπηρεσιών, τους μισθούς για ειδικό ιατρικό προσωπικό και άλλους εργαζομένους στον τομέα της υγείας, καθώς και τη βαρύτητα της ασθένειας και την πολυπλοκότητά της.

Η κοστολόγηση και, κατ’ επέκταση, η τιμολόγηση των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας από τα νοσηλευτικά ιδρύματα προς τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα σήμερα ακολουθούν το μοντέλο της διακριτής τιμολόγησης εκάστης υπηρεσίας (fee-for-service, FFS). 

Το μοντέλο FFS έχει ως βασικό πλεονέκτημα την αυξημένη ικανοποίηση των ασθενών, καθώς διαθέτουν περισσότερες θεραπευτικές επιλογές και απολαμβάνουν καλή εξυπηρέτηση κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στα νοσηλευτικά ιδρύματα. Το μοντέλο όμως αυτό έχει και αρκετά σημαντικά μειονεκτήματα καθώς τείνει να οδηγεί σε υπερπαροχή υπηρεσιών, λόγω των κινήτρων που παρέχει για όγκο υπηρεσιών ανεξάρτητα από τις ανάγκες των ασθενών και για μεγαλύτερης διάρκειας νοσηλείες”. 

Έτσι η ΤτΕ αναφέρεται σε μοντέλα που χρησιμοποιούνται εναλλακτικά στην τιμολόγηση των υπηρεσιών υγείας, “κυρίως μέσω ομογενών διαγνωστικών ομάδων (diagnosis related groups).

Το σύστημα DRG περιλαμβάνει την ομαδοποίηση, για σκοπούς τιμολόγησης, εξετάσεων, διαδικασιών και θεραπειών με γνώμονα τη διάγνωση με την οποία σχετίζονται. Στο πλαίσιο αυτό, η χρέωση διαφοροποιείται ανά διάγνωση, ανεξαρτήτως των ιατρικών υπηρεσιών που πράγματι προσφέρθηκαν και της ποσότητας των υλικών που πράγματι χρησιμοποιήθηκαν. 

Περιλαμβάνουν τη διεύρυνση των διαθέσιμων παρόχων από τους οποίους οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις μπορούν να αγοράσουν υπηρεσίες υγείας. Τέτοια μέθοδος αποτελεί η υιοθέτηση ενός μοντέλου λειτουργίας στη βάση σύμπραξης ιδιωτικού και δημόσιου τομέα (ΣΔΙΤ), βάσει του οποίου, ενδεικτικά, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις μπορούν να αγοράσουν υπηρεσίες υγείας και από τα δημόσια νοσοκομεία, υπό όρους και προϋποθέσεις, ώστε μια σειρά ιατρικών πράξεων να εκτελούνται στα δημόσια νοσοκομεία, με αυξημένο όφελος τόσο για το δημόσιο σύστημα υγείας όσο και για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις”.

Πηγή: capital.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ