Πολωνία, Ρουμανία, Πορτογαλία: οι δρόμοι τριών πολύ διαφορετικών κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης τέμνονται αύριο Κυριακή στις κάλπες. Το συνδυαστικό αποτέλεσμα των εκλογών που διεξάγονται – πρώτος προεδρικός γύρος στην Πολωνία, δεύτερος προεδρικός γύρος στη Ρουμανία, πρόωρες κοινοβουλευτικές εκλογές στην Πορτογαλία – θα επηρεάσει υποχρεωτικά και την πορεία όλης της ΕΕ,
προς το καλύτερο ή το χειρότερο.
Ράφαου Τσασκόφσκι, η μεγάλη ελπίδα του Ντόναλντ Τουσκ
Οπως επιβεβαίωσε η επίσκεψη που πραγματοποίησε το περασμένο Σάββατο στο Κίεβο μαζί με τους ηγέτες της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Βρετανίας, ο Ντόναλντ Τουσκ, ο πρωθυπουργός της Πολωνίας, έχει πια ανέβει στην premier league των ευρωπαίων ηγετών. Ηγείται μιας χώρας που υπερηφανεύεται για τις υψηλότερες αμυντικές δαπάνες μεταξύ των μελών του ΝΑΤΟ, έχει τον μεγαλύτερο στρατό στην Ευρώπη με εξαίρεση την Τουρκία και μία οικονομική ανάπτυξη από τις καλύτερες παγκοσμίως. Ομως η λάμψη της εξωτερικής του πολιτικής υπονομεύεται από τις επιδόσεις του εντός των πολωνικών τειχών, με τον απερχόμενο πρόεδρο της Πολωνίας, τον Αντρέι Ντούντα, ένα σύμμαχο του εθνικιστικού αντιπολιτευόμενου κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS), να μπλοκάρει τη μεταρρυθμιστική του ατζέντα.
Απ’ όταν επέστρεψε ο Τουσκ στην πρωθυπουργία, τον Δεκέμβριο του 2023, έπειτα από οκτώ χρόνια διακυβέρνησης του PiS, ο Ντούντα έχει επανειλημμένως ασκήσει βέτο σε κυβερνητικά νομοσχέδια και συγκρουστεί με τον φιλοευρωπαϊκό κυβερνητικό συνασπισμό για τις δικαστικές μεταρρυθμίσεις που προωθεί. Μία νίκη του Ράφαου Τσασκόφσκι, του δημάρχου της Βαρσοβίας, και εκλεκτού της Πλατφόρμας Πολιτών, στις προεδρικές εκλογές που διεξάγονται αύριο (και εφόσον χρειαστεί δεύτερος γύρος την 1η Ιουνίου) στην Πολωνία, μπορεί να αλλάξει αυτό το σενάριο – και να επιτρέψει, επιτέλους, στην κυβέρνηση Τουσκ να υλοποιήσει βασικές προεκλογικές της υποσχέσεις, όπως η άρση της ουσιαστικής απαγόρευσης που είχε επιβάλει η κυβέρνηση PiS στις αμβλώσεις και η αποκατάσταση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης. Παρότι το Politico προειδοποιεί πως είναι πάντα επικίνδυνο να προβλέπει κανείς το αποτέλεσμα προεδρικών εκλογών στην Πολωνία, οι δημοσκοπήσεις θέλουν τον 53χρονο Τσασκόφσκι, που είναι δήμαρχος της Βαρσοβίας από το 2018, και είχε ηττηθεί οριακά από τον Ντούντα στις προεδρικές εκλογές του 2020, να προηγείται με 31% έναντι 25% του υποψήφιου του PiS, Κάρολ Ναβρόσκι –ενός 42χρονου συντηρητικού ιστορικού, νυν επικεφαλής στο Ινστιτούτο Εθνικής Μνήμης της Πολωνίας και πρώην επικεφαλής στο Μουσείο του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου στο Γκντανσκ. Ομως αυτές οι εκλογές δεν θα είναι μία ακόμα συνηθισμένη σύγκρουση ανάμεσα στο εθνικιστικό PiS και την κεντρώα Πλατφόρμα Πολιτών: όπως συνήθως στις ευρωπαϊκές ιστορίες των τελευταίων χρόνων, ένας ακροδεξιός διεκδικεί πρωταγωνιστικό ρόλο με αξιώσεις.
Στην περίπτωση της Πολωνίας, πρόκειται για τον 38χρονο Σλάβομιρ Μέντζεν, ιδιοκτήτη μιας εταιρείας παροχής φορολογικών και συμβουλευτικών υπηρεσιών και υποψήφιο της Συνομοσπονδίας. Αναμειγνύοντας μπόλικη αντισυστημική οργή και ισόποσο σκληροπυρηνικό εθνικισμό και ολίγη υπερφιλελεύθερη οικονομία, ο Μέντζεν, ο οποίος εναντιώνεται στην ΕΕ, τις αμβλώσεις και τα δικαιώματα των ΛΟΑΤ+ διασπείροντας παράλληλα ένα ανοιχτά αντιουκρανικό μήνυμα, έχει καταφέρει να έρχεται τρίτος στις δημοσκοπήσεις, μεταξύ συνολικά 13 προεδρικών υποψηφίων, με ένα 13%. Σύμφωνα με τους δημοσκόπους, έχει κατορθώσει να γίνει ιδιαίτερα δημοφιλής μεταξύ των νέων – σε αυτούς άλλωστε απευθύνονται όλα αυτά τα βιντεάκια που ανεβάζει στο TikTok. «Δεν είναι σαν τους άλλους. Δεν έχει κυβερνήσει ποτέ και έχουμε βαρεθεί τους ατελείωτους πολέμους ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα», εξηγούσε στο Euractiv, στη διάρκεια πρόσφατης προεκλογικής του συγκέντρωσης στη Βαρσοβία, ένας ψηφοφόρος του, ο 21χρονος Πάβελ. Οπως δείχνουν τα πράγματα βέβαια, ο Μέντζεν δύσκολα θα βρεθεί στον δεύτερο γύρο. Διασπώντας όμως τη συντηρητική ψήφο, θα μπορούσε κάλλιστα να τον επηρεάσει και μακροπρόθεσμα να αναδειχθεί σε ρυθμιστή των εξελίξεων.
Τζόρτζε Σιμιόν, ο «εθνοκυριαρχιστής» που θαυμάζει τον Τραμπ
Ο Βίκτορ Βάσιλε είναι δήμαρχος του Τιντέστι, μιας φτωχής αγροτικής κωμόπολης βόρεια του Βουκουρεστίου. Εξελέγη πέρυσι με τα χρώματα του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (PSD), απόγονου του πρώην Κομμουνιστικού Κόμματος, που συνέχισε να κυριαρχεί στη ρουμανική πολιτική μετά την επανάσταση του 1989 μετασχηματιζόμενο σε φιλοευρωπαϊκό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Κι εντούτοις, ένα 55% των κατοίκων του Τιντέστι ψήφισαν στις 4 Μαΐου, στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, υπέρ του Τζόρτζε Σιμιόν, ενός «εθνοκυριαρχιστή» που θαυμάζει ανοιχτά τον Ντόναλντ Τραμπ, δεν σταματάει να επικρίνει την ΕΕ και θέλει να μπει τέλος στη στήριξη που προσφέρει η Ρουμανία στην Ουκρανία. Ο Βάσιλε έχει μια θεωρία για αυτό: «Πολλοί Ρουμάνοι που έχουν φύγει έξω έχουν απειλήσει τους ψηφοφόρους που έχουν μείνει εδώ ότι αν δεν ψηφίσουν τον Σιμιόν, δεν θα τους στείλουν άλλα χρήματα», λέει δείχνοντας τα δύο έως τρία εκατομμύρια Ρουμάνους που έχουν εγκαταλείψει την πατρίδα τους απ’ όταν εντάχθηκε στην ΕΕ, το 2007. Πράγματι, ο Σιμιόν απέσπασε στον πρώτο γύρο 61% μεταξύ της ρουμανικής διασποράς, έναντι 41% μεταξύ του συνόλου των ψηφοφόρων. Ενας από τους λόγους όμως που απειλεί να εκλεγεί πρόεδρος αύριο, επικρατώντας του κεντρώου, φιλοευρωπαίου αντιπάλου του, του δημάρχου Βουκουρεστίου Νίκουσορ Νταν, που κατετάγη δεύτερος στον πρώτο γύρο με 21%, είναι η άρνηση του PSD να δώσει κατευθύνσεις στους ψηφοφόρους του.
Η πολιτική ζωή στη Ρουμανία έχει βυθιστεί εδώ και μήνες στο χάος. Επειτα από καταγγελίες για εκλογικές παραβιάσεις και ρωσική ανάμειξη, το Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας ακύρωσε, τον περασμένο Δεκέμβριο, τον πρώτο προεδρικό γύρο που είχε διεξαχθεί έναν μήνα νωρίτερα, και μαζί τη νίκη του ακροδεξιού Κάλιν Γκεοργκέσκου – ο οποίος είναι πια κατηγορούμενος για διάφορα εγκλήματα, συμπεριλαμβανομένης της παράνομης προεκλογικής εκστρατείας και της συμμετοχής στη σύσταση οργάνωσης «με φασιστικό, ρατσιστικό ή ξενοφοβικό χαρακτήρα». Η παρέμβαση του δικαστηρίου προκάλεσε διαδηλώσεις και καταγγελίες του αμερικανού αντιπροέδρου, Τζέι Ντι Βανς, ότι η Ευρώπη « υπαναχωρεί» από τη δημοκρατία και την ελευθερία του λόγου. Τελικά, όμως, ο πρώτος προεδρικός γύρος που (ξανα)πραγματοποιήθηκε αρχές Μαΐου ήρθε απλώς να επιβεβαιώσει πόσο ισχυρό είναι το αντικαθεστωτικό συναίσθημα σε μια χώρα όπως η Ρουμανία, όπου πολλοί μοιράζονται την άποψη της 49χρονης Σιλβιάνα Πράντα, κατοίκου του Τιντέστι, ότι το PSD δεν είναι παρά μια ομάδα «ψευτών» και «κλεφτών» που «πήραν όλα τα χρήματα της ΕΕ χωρίς να κάνουν τίποτα»: ο υποψήφιος της κυβερνητικής συμμαχίας PSD και Εθνικού Φιλελεύθερου Κόμματος (PNL), Κριν Αντονέσκου, ήρθε τρίτος με 20,1% και αποκλείστηκε. Την επομένη, ο πρόεδρος του PSD, Μαρσέλ Τσιολάκου, παραιτήθηκε από πρωθυπουργός: υπηρεσιακός πρωθυπουργός ανέλαβε ο υπουργός Εσωτερικών, Καταλίν Πρεντόιου, στέλεχος του PNL. Οι δημοσκοπήσεις για τον αυριανό, δεύτερο προεδρικό γύρο θέλουν τον Τζόρτζε Σιμιόν, που υπόσχεται να «Κάνει τη Ρουμανία Ξανά Σπουδαία», να προηγείται με 47% – 44% του ανεξάρτητου Νίκουσορ Νταν, ενός πρώην ακτιβιστή κατά της διαφθοράς που μπήκε στην πολιτική για να πολεμήσει το PSD και τον νεποτισμό του. Ο Νταν δεν παύει να θυμίζει ότι είναι, όπως και ο Σιμιόν, ένας «αντισυστημικός» υποψήφιος, ενώ παράλληλα υπερασπίζεται τη διατήρηση του «φιλοδυτικού προσανατολισμού» της χώρας. Τον ακούνε όμως κυρίως στην πόλη του, το Βουκουρέστι, στην επαρχία η φωνή του Σιμιόν κυριαρχεί.
Ψηφίζουν
για τρίτη φορά
μέσα σε τρία χρόνια
Αυτές τις εκλογές, δεν τις ήθελε σχεδόν κανείς εκτός από τους ηγέτες των μεγάλων κομμάτων. Οι Πορτογάλοι θα κληθούν αύριο στις κάλπες για τρίτη φορά σε κάτι περισσότερο από τρία χρόνια. Το χειρότερο όμως είναι, όπως λέει χαρακτηριστικά στο Reuters ο πολιτολόγος Ζοζέ Τομάζ Καστέλο Μπράνκο, ότι «την επομένη των εκλογών, η κατάσταση δεν θα διαφέρει πολύ από τη σημερινή». Σύμφωνα βέβαια με τις δημοσκοπήσεις, η κεντροδεξιά Δημοκρατική Συμμαχία (AD) του υπηρεσιακού πρωθυπουργού Λουίς Μοντενέγκρο θα αυξήσει τα ποσοστά της σε σύγκριση με τις πρόωρες εκλογές του 2024, όταν είχε εξασφαλίσει ένα 28,8% έναντι 28% του αντιπολιτευόμενου Σοσιαλιστικού Κόμματος (PS), φτάνοντας στο 33%, έναντι 26% του PS. Ακόμα και έτσι, ωστόσο, θα μείνει μακριά από μία κοινοβουλευτική πλειοψηφία – με βάση το αναλογικό σύστημα της Πορτογαλίας, αυτή μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τουλάχιστον 42% των ψήφων.
Η κυβέρνηση μειοψηφίας της Κεντροδεξιάς κατέρρευσε προ διμήνου, όταν ο Λούις Μοντενέγκρο απέτυχε να λάβει την ψήφο εμπιστοσύνης που ζήτησε ο ίδιος από το Κοινοβούλιο. Είχαν προηγηθεί αποκαλύψεις πως η Spinumviva, η συμβουλευτική εταιρεία της οικογένειάς του λάμβανε μηνιαία αμοιβή από εταιρεία που επεδίωκε να ανανεώσει κυβερνητική άδεια για τη λειτουργία κάποιων καζίνο. Εκτοτε αποκαλύφθηκε ότι η Spinumviva είχε έξι ακόμη πελάτες που συναλλάσσονται με την κυβέρνηση. Στη διάρκεια πρόσφατου ντιμπέιτ με τον σοσιαλιστή αντίπαλό του, τον Πέδρο Νούνο Σάντος, ο Μοντενέγκρο επέμεινε πως δεν έχει λάβει «ούτε ένα ευρώ από ιδιωτική οντότητα» ως πρωθυπουργός. Η όλη υπόθεση «μοιάζει χειρότερη από ό,τι είναι», συνόψισε ένας «γνωστός οικονομολόγος», μιλώντας στο Economist. Με τη σειρά του, το γνωστό περιοδικό ανέλαβε να συνοψίσει τα σημαντικά ζητήματα με τα οποία θα βρεθούν αντιμέτωποι αύριο στην κάλπη οι πορτογάλοι ψηφοφόροι:
«Ενα από αυτά είναι αν μπορούν να εξασφαλίσουν μια σταθερή και αποφασιστική ηγεσία η οποία θα αντιμετωπίσει την κοινωνική αναστάτωση που συνοδεύει την έντονη οικονομική ανάκαμψη από τα ζοφερά χρόνια λιτότητας μετά την οικονομική κρίση του 2008. Ενα άλλο, κοινό σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, είναι αν μπορούν να διατηρήσουν μια συνήθεια ρεαλιστικής συναίνεσης που στην Πορτογαλία απειλείται από το Chega («Αρκετά!»), ένα ταχέως αναπτυσσόμενο ακροδεξιό κόμμα. Θα αποφασίσουν επίσης πόση σημασία θα δίνουν στην ηθική στη δημόσια ζωή». Αξιοποιώντας τη δυσφορία για τις αυξημένες μεταναστευτικές ροές και τις τρύπες που άνοιξαν χρόνια λιτότητας στο κράτος πρόνοιας, ο Αντρέ Βεντούρα, ο πανούργος ηγέτης του Chega, κατάφερε να αυξήσει τα ποσοστά του κόμματός του από μόλις 1,4% το 2019 σε 7,3% το 2022 και 18,1% το 2024, στις πρόωρες εκλογές που προκηρύχθηκαν τότε εξαιτίας ενός άλλου «σκανδάλου», αυτή τη φορά με πρωταγωνιστή τον σοσιαλιστή τότε πρωθυπουργό, και νυν πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντόνιο Κόστα . Το Chega εξασφαλίζει τώρα ένα 17% στην πρόθεση ψήφου.
Πηγή: tanea.gr