Γέροντες ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος αλλά και του Οικουμενικού Θρόνου που γνωρίζουν και παρατηρούν εδώ και δεκαετίες τους δύο, σχεδόν ενενηκοντούτες σήμερα, εκκλησιαστικούς άνδρες, τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο και τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Ιερώνυμο, λένε ότι «είναι φτιαγμένοι από το ίδιο ράσο». Θέλουν με αυτόν τον τρόπο να περιγράψουν έναν ιδιότυπο, προσωπικό τρόπο επικοινωνίας που έχουν, το ότι ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές μεταξύ τους, στη διάρκεια των πολυετών διακονιών τους, δεν υπερέβησαν ποτέ τα εσκαμμένα. Η αμοιβαία επίγνωση σε βάθος των διακριτών τους ρόλων αλλά και η αμοιβαία εκτίμηση που έχουν ο ένας προς τον άλλον δεν επέτρεψαν την εκδήλωση ακραίων και ανεξέλεγκτων αντιδικιών. Εδώ και δεκαετίες, έχουν παγιώσει μεταξύ τους ένα modus operandi. Δεν ειπώθηκαν ποτέ βαριές κουβέντες που δεν παίρνονται πίσω. Δεν προσέβαλε ποτέ ο ένας τον άλλον. Αντίθετα, πάντα λειτουργούσαν δικλίδες ασφαλείας και δίαυλοι επικοινωνίας μέσω έμπειρων συνεργατών αμοιβαίας εμπιστοσύνης για να επιλύονται ανακύπτοντα ζητήματα.
Οι κόντρες με
τον Χριστόδουλο
Από το μακρινό 2000, πριν από 25 ολόκληρα χρόνια, όταν ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος, δύο μόλις χρόνια μετά την εκλογή του, ξεσήκωσε τους πιστούς με τις λαοσυνάξεις εναντίον της απόφασης της κυβέρνησης Σημίτη να απαλείψει από τις ταυτότητες το θρήσκευμα, Βαρθολομαίος και Ιερώνυμος βρέθηκαν συντονισμένοι στο ίδιο μήκος κύματος, κρατώντας εύλογες αποστάσεις από τον παρορμητικό Χριστόδουλο. «Δεν πρόκειται να ακολουθήσω τέτοιες εξτρεμιστικές ενέργειες. Η Εκκλησία και η Πολιτεία πρέπει να βρουν άλλη γλώσσα επικοινωνίας. Αν με ρωτήσουν οι πιστοί, δεν πρόκειται να δώσω κάλυψη να συμμετέχουν», είχε δηλώσει ο Ιερώνυμος, για να ακολουθήσει ο Βαρθολομαίος: «H Ορθόδοξος Εκκλησία δεν απειθαρχεί προς τους νόμους των κρατών και οφείλει να τους σέβεται».
Ακολούθησε η διένεξη Βαρθολομαίου – Χριστόδουλου το 2004 με αφορμή την εκλογή τριών μητροπολιτών σε μητροπόλεις Νέων Χωρών για τις οποίες δεν ερωτήθη το Φανάρι, με αποτέλεσμα την επιβολή της ακοινωνησίας και της διαγραφής από τα Δίπτυχα του Αρχιεπισκόπου Αθηνών από τη Μείζονα και Υπερτελή Σύνοδο που συνεκλήθη στην Πόλη. Τότε ο Ιερώνυμος, ως μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας και ένας εκ των διεκδικητών του αρχιεπισκοπικού θρόνου της Αθήνας το 1998, δεν πήρε θέση, στηρίζοντας εμμέσως τον Πατριάρχη.
Οταν πλέον ο μακαριστός Χριστόδουλος απεβίωσε το 2008 και εξελέγη ο Ιερώνυμος Αρχιεπίσκοπος, το Φανάρι στάθηκε στο πλευρό τού από Θηβών και Λεβαδείας.
Πολυετής σχέση
και συνεργασία
Η πρώτη σοβαρή κρίση στις σχέσεις των δύο ανδρών, Βαρθολομαίου – Ιερώνυμου, ήρθε δέκα χρόνια μετά, το 2018, λόγω της αδήριτης αναγκαιότητας να λειτουργεί στην Αθήνα αναγνωρισμένος Πατριαρχικός Ναός. Η Εκκλησία της Ελλάδος το καθυστερούσε αυτό αδικαιολογήτως επί δεκαετίες και υπήρχε το παράλογο όλες οι άλλες Εκκλησίες να διαθέτουν επίσημη εκκλησιαστική έδρα με ναό και γραφεία στην Αθήνα, πλην της Μητρός Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως. Μια προσπάθεια που γινόταν με το ναΰδριο του Αγίου Γεωργίου στο Κτήμα Προμπονά δοκίμασε σκληρά τις σχέσεις Αθηνών και Φαναρίου, όμως ακόμα και τις πιο «σκληρές» στιγμές της προστριβής εκείνης δεν επήλθε η διακοπή της λειτουργίας διαύλων επικοινωνίας. Γι’ αυτό και λίγα χρόνια αργότερα παραχωρήθηκε στο Πατριαρχείο ο σεπτός και ιστορικός ναός του Αγίου Νικολάου Πτωχοκομείου στη συμβολή των οδών Βασιλίσσης Σοφίας και Πλουτάρχου.
Φέτος, στις 29 Ιουνίου, ημέρα κατά την οποία θα εορτασθεί η μνήμη του ιδρυτή της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αποστόλου των Εθνών, Παύλου, συμπληρώνονται 175 χρόνια από την παραχώρηση της Αυτοκεφαλίας από το Φανάρι (1850) και παράλληλα συμπληρώνονται 97 χρόνια από την παραχώρηση της επιτροπικής διοίκησης των Μητροπόλεων των Νέων Χωρών στην Εκκλησία της Ελλάδος (1928). Εν έτει 2025, και οι δύο ιεράρχες, Οικουμενικός Πατριάρχης και Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, φέρουν υπευθύνως το ιστορικό βάρος των δύο Εκκλησιών και κινούνται στα ήρεμα νερά μιας πολυετούς προσωπικής σχέσης και συνεργασίας που δεν φαίνονται ικανές να διαταραχθούν για κανέναν και για οποιονδήποτε λόγο.
Πηγή: tanea.gr