Πέντε κλασικοί παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα – υψηλή αρτηριακή πίεση, υψηλή χοληστερόλη, παχυσαρκία, διαβήτης και κάπνισμα – στην ηλικία των 50 ετών μπορούν να μειώσουν το προσδόκιμο ζωής κατά περισσότερα από 10 χρόνια.
Αυτή είναι η διαπίστωση διεθνούς μελέτης, που παρουσιάστηκε στο Επιστημονικό Συνέδριο του Αμερικανικού Κολεγίου Καρδιολογίας 2025.
Τα ευρήματα, που δημοσιεύθηκαν και στο The New England Journal of Medicine, δείχνουν ότι οι αλλαγές στον τρόπο ζωής και η διαχείριση των κινδύνων στη μέση ηλικία μπορεί να έχουν σημαντική επίδραση.
Αυτοί οι πέντε παράγοντες αντιπροσωπεύουν περίπου το 50% της παγκόσμιας επιβάρυνσης από καρδιαγγειακά νοσήματα.
Η μείωση της πίεσης και η διακοπή του καπνίσματος είχαν τη μεγαλύτερη επίδραση.
Οι ειδικοί εξήραν τα ευρήματα της μελέτης τονίζοντας ότι με μια απλή εξέταση στη μέση ηλικία – στα 50 έτη – μπορεί να προβλεφθεί ο κίνδυνος εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων, όπως το έμφραγμα και το εγκεφαλικό, καθώς και ο συνολικός κίνδυνος θνησιμότητας.
Η ερευνητική ομάδα ανέλυσε δεδομένα από περισσότερα από δύο εκατομμύρια άτομα σε 39 χώρες.
Η παρακολούθηση διήρκεσε έως και 47 χρόνια. Διαπιστώθηκε ότι για τις γυναίκες με όλους τους παράγοντες κινδύνου στην ηλικία των 50, τα καρδιαγγειακά επεισόδια εμφανίζονταν 13 χρόνια νωρίτερα από τις συνομήλικές τους χωρίς αυτούς τους κινδύνους, ενώ στους άνδρες σχεδόν 11 χρόνια νωρίτερα.
Ο κίνδυνος θανάτου παρουσίαζε παρόμοια τάση. Χωρίς παράγοντες κινδύνου, ο κίνδυνος θανάτου ήταν 53% για τις γυναίκες και 68% για τους άνδρες.
Με όλους τους παράγοντες, αυξανόταν σε 88% για τις γυναίκες και 94% για τους άνδρες.
Οι γυναίκες με όλους τους παράγοντες είχαν μείωση στο προσδόκιμο ζωής κατά 14,5 έτη, ενώ οι άνδρες κατά σχεδόν 12 έτη.
Το ευχάριστο μήνυμα της μελέτης είναι η διαπίστωση ότι με την τροποποίηση του τρόπου ζωής και την αντιμετώπιση των παραγόντων κινδύνου, μπορούν να μειωθούν οι πιθανότητες για καρδιαγγειακές νόσους και θάνατο, ακόμη και στη μέση ηλικία.
Η μείωση της υψηλής πίεσης μεταξύ 55 και 60 ετών καθυστέρησε τα καρδιαγγειακά επεισόδια κατά 2,4 χρόνια στις γυναίκες και 1,2 χρόνια στους άνδρες.
Τα ευρήματα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην κλινική πρακτική.
Τα αποτελέσματα μας καλούν σε στοχευμένες παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων παραγόντων κινδύνου, ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία της μέσης ηλικίας.
Η υπέρταση και το κάπνισμα θα πρέπει να αποτελέσουν τον κύριο στόχο της πρωτογενούς πρόληψης.
Ο Κώστας Τσιούφης είναι καθηγητής Καρδιολογίας ΕΚΠΑ – Α’ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Αθηνών
Πηγή: tanea.gr