Είναι εντελώς ψυχοφθόρο για μία γυναίκα να βιώνει τόσο μισογυνισμό κάθε μέρα

Είναι εντελώς ψυχοφθόρο για μία γυναίκα να βιώνει τόσο μισογυνισμό κάθε μέρα

Όσο συγκαλυμμένη και να είναι, η αηδία μερικές φορές ξεπερνάει τα όρια

Στα 30 μου, νόμιζα ότι είχα δει αρκετά για να αναγνωρίσω το δηλητήριο που κρύβεται κάτω από την επιφάνεια της κοινωνίας μας. Αλλά πρόσφατα, με χτύπησε ένα νέο κύμα απογοήτευσης – άλλο ένα χαστούκι της ανδρικής καφρίλας που ξεπερνάει τα όρια της χυδαιότητας. Όταν ο τράπερ Light κυκλοφόρησε ένα τραγούδι γεμάτο μίσος, μισογυνισμό και άκρως προσβλητικό, ο χαμούλης που ξέσπασε δεν ήταν απλώς ένα σκάνδαλο. Ήταν ένας καθρέφτης που έδειξε πόσο βαθιά ριζωμένη και κανονικοποιημένη έχει γίνει ο μισογυνισμός, ακόμη και στα φαινομενικά ασήμαντα κομμάτια της ζωής μας.

Η αντίδραση στα κοινωνικά δίκτυα, οι καταδίκες στον Τύπο, η οργή που εκφράζεται από ομάδες υπεράσπισης των ατόμων με αναπηρία – όλα δείχνουν μια οδυνηρή πραγματικότητα: τόσο ο μισογυνισμός, η απαξίωση της γυναίκας αλλά και η προσβολή προς οτιδήποτε θεωρείται «αδύναμο», «διαφορετικό» ή «ξένο» δεν είναι μεμονωμένο κρούσμα, δεν είναι καν ένα περιθωριακό ζήτημα. Είναι μέρος του ιστού της καθημερινής μας ύπαρξης.

Ωστόσο αυτό που με ενοχλεί περισσότερο, πέρα ​​από τους προσβλητικούς στίχους, είναι το πώς η κοινωνία –πώς εμείς– αντιδρούμε. Οι άνθρωποι μιλούν για τέτοια τραγούδια σαν να δημιουργήθηκαν στο κενό, σαν να προέκυψαν από κάποια συνωμοσία για να διαφθείρουν τη νεολαία. Αλλά η αλήθεια είναι ότι ο μισογυνισμός, ο σεξισμός, ο ρατσισμός – είναιι παντού. Δεν περιορίζονται σε κομμάτια 3 λεπτών ή προκλητικά βίντεο. Ευδοκιμούν στα σχόλια που παραβλέπουμε, στα αστεία με τα οποία γελάμε, στις τυχαίες προσβολές που απορρίπτουμε.

Έχω ακούσει απόψεις στο διαδίκτυο που αντικατοπτρίζουν αυτήν την αποσύνδεση. Ευτυχώς ξέρω φωτεινούς (κι όχι light) ανθρώπους που οι απόψεις και η στάση ζωής τους μας υπενθυμίζει πώς η κοινωνία θέλει να καταδικάσει το τραγούδι, αλλά κλείνει τα μάτια στην καθημερινή μισογυνία που εκτυλίσσεται στις γειτονιές και τα σπίτια μας. Δεν πρόκειται μόνο για την απαγόρευση ή τη λογοκρισία της τέχνης. Πρόκειται για την αναγνώριση ότι η υποστήριξη μιας τέτοιας μουσικής προωθεί έμμεσα την ομαλοποίηση της ασέβειας. Η πραγματική μάχη είναι στο πώς φερόμαστε ο ένας στον άλλον στην πραγματική ζωή – πώς μεγαλώνουμε τα παιδιά μας, πώς μιλάμε για τις γυναίκες σε τυχαίες συζητήσεις, πώς επιτρέπουμε ή αμφισβητούμε επιβλαβή στερεότυπα και συμπεριφορές.

Ο μισογυνισμός φοράει πολλές μάσκες και ο λόγος μίσους συχνά κρύβεται ως ελευθερία έκφρασης. Αλλά αυτή η «ελευθερία» είναι ψέμα όταν φιμώνει ή απανθρωποποιεί κάποιον. Σκέφτομαι το κορίτσι σε ένα ειδικό σχολείο, που αποκαλείται «καθυστερημένη» και στη συνέχεια υποβαθμίζεται περαιτέρω με άθλια γλώσσα – η αξία της μειώνεται σε αστείο, η αξιοπρέπειά της καταπατείται. Η ικανότητα της κοινωνίας να απορρίπτει και να προσβάλλει κάποιον με βάση τις αναπηρίες του, το φύλο του, την ταυτότητά του – είναι μια αντανάκλαση του πόσο επιφανειακή έχει γίνει η συμπόνια μας.

Και αυτό δεν αφορά μόνο τις λέξεις σε μια οθόνη. Πρόκειται για τις πραγματικές ζωές πίσω από αυτές τις λέξεις. Πρόκειται για το πώς η γελοιοποίηση, η αντικειμενοποίηση και η βία διεισδύουν στον πολιτισμό μας –μερικές φορές μέσω της μουσικής, μερικές φορές μέσω των καθημερινών αλληλεπιδράσεων– και πώς αυτές οι συμπεριφορές σαπίζουν από μέσα προς τα έξω. Γι’ αυτό το να ακούς στίχους που μιλούν για μη συναινετικό σεξ ή σεξουαλική εκμετάλλευση δεν είναι απλώς «καλλιτεχνική έκφραση», είναι μια κοινωνική προειδοποίηση, μια ματιά σε έναν κόσμο που χρειάζεται επείγουσα αλλαγή.

Αυτό που είναι ακόμη πιο σπαρακτικό είναι ότι σε πολλές χώρες, τα άτομα με αναπηρίες έχουν την ευκαιρία να ευδοκιμήσουν, να ζήσουν αυθεντικές ζωές με αξιοπρέπεια. Εδώ, εξακολουθούμε να έχουμε τόσους πολλούς καλλιτέχνες trap που τροφοδοτούν μια τρέλα από τη δεκαετία του ’80 – τροφοδοτώντας μια κουλτούρα που βλέπει τις γυναίκες ως αντικείμενα, τα άτομα με αναπηρία ως απόκληρους και την ευαλωτότητα ως ατάκα. Είναι προσβλητικό και επικίνδυνο.

Αλλά δεν αφορά μόνο την τέχνη ή τους στίχους – αφορά εμάς και το πώς ανεχόμαστε, αγνοούμε ή απορρίπτουμε αυτά τα μηνύματα. Η σιωπή, ο εφησυχασμός ή ακόμα και το γέλιο σε μισογυνιστικά αστεία – όλα συμβάλλουν σε ένα τοξικό περιβάλλον όπου το μίσος βρίσκει γόνιμο έδαφος. Αν θέλουμε αλλαγή, ξεκινά με την αναγνώριση αυτών των μοτίβων, την καταγγελία τους και την άρνηση να ομαλοποιήσουμε τέτοιους στίχους και συμπεριφορές.

Τελικά, πιστεύω ότι αυτό που πραγματικά χρειαζόμαστε είναι μια κοινωνική μετατόπιση – μια συλλογική άρνηση να δεχτούμε το μίσος, τα στερεότυπα, τη βία. Θα πρέπει να μεγαλώνουμε τα παιδιά μας διαφορετικά, σεβόμενοι τους άλλους άνευ όρων και προστατεύοντας τους ευάλωτους – είτε πρόκειται για άτομα με αναπηρία, γυναίκες είτε για οποιονδήποτε περιθωριοποιημένο από την κοινωνία. Η τέχνη θα πρέπει να μας ανυψώνει, να μας εμπνέει και να μας προκαλεί – όχι να χρησιμεύει ως αγωγός μίσους.

Επειδή, ειλικρινά, το χειρότερο μέρος όλων αυτών δεν είναι μόνο το τραγούδι ή η οργή – είναι η συνειδητοποίηση ότι τόσοι πολλοί από εμάς έχουμε εσωτερικεύσει την ίδια την μισογυνία και το μίσος στα οποία ισχυριζόμαστε ότι αντιτιθέμεθα. Και αυτό είναι που κάνει τόσο ψυχοφθόρο το να είσαι γυναίκα σήμερα – γνωρίζοντας ότι μέσα στον θόρυβο και το χάος, κάποιο μέρος της κοινωνίας εξακολουθεί να μας υποτιμά, να μας απορρίπτει και να επιδιώκει να μας φιμώσει με λόγια, πράξεις και αδιαφορία.

Από τότε που ξέσπασε η οργή, ο τράπερ ζήτησε συγγνώμη – η οποία απευθυνόταν ειδικά σε άτομα με αναπηρίες, αναγνωρίζοντας τον πόνο που προκάλεσε με ορισμένους στίχους. Ενώ αυτή η συγγνώμη είναι σημαντική και απαραίτητη, μοιάζει ατελής. Είναι ένα βήμα, ναι, αλλά δεν αντιμετωπίζει τη ρίζα του βαθύτερου ζητήματος: τους ίδιους τους στίχους. Δεν υπήρξε καμία γνήσια μεταμέλεια ή αναγνώριση της μισογυνίας που είναι ενσωματωμένη στο τραγούδι. Στην πραγματικότητα, είμαι βέβαιη ότι δεν θα υπάρξει τέτοια συγγνώμη ποτέ.

Και αυτή η σιωπή –αυτή η άρνηση να αντιμετωπίσουμε τη μισογυνία– λέει πολλά. Υπογραμμίζει την άβολη αλήθεια: για πολλούς στον κλάδο και όχι μόνο, η προσβολή και η υποβάθμιση των γυναικών συχνά θεωρείται απλώς μέρος του παιχνιδιού. Η αποκάλυψη μιας μορφής μίσους δεν σημαίνει αυτόματα δέσμευση για αλλαγή ή λογοδοσία. Αν μη τι άλλο, μας υπενθυμίζει ότι κάποιο μίσος είναι τόσο κανονικοποιημένο, τόσο αποδεκτό, που η ίδια η συγγνώμη γίνεται κούφια, ένα απλό δείγμα σε μια κοινωνία που εξακολουθεί να ανέχεται ή να κλείνει τα μάτια σε μια τέτοια κραυγαλέα ασέβεια.

Η πραγματική συγγνώμη θα ήταν η αναγνώριση της βλάβης – μια γνήσια παραδοχή ότι τέτοιοι στίχοι δεν είναι απλώς λόγια αλλά αντανακλάσεις μιας επικίνδυνης στάσης. Μέχρι τότε, το μόνο που απομένει είναι η θλίψη που τίποτα δεν φαίνεται να αλλάζει πραγματικά και ότι ο μισογυνισμός συνεχίζει να είναι ενσωματωμένος στον ιστό του πολιτισμού, έτοιμος να παραβλεφθεί εφόσον πουλάει ή ικανοποιεί ένα συγκεκριμένο κοινό.

Πρέπει να απαιτούμε καλύτερα. Όχι μόνο για τον εαυτό μας, αλλά και για όλους όσους αξίζουν ίσο σεβασμό, αξιοπρέπεια και καλοσύνη. Μας αξίζει ένας καλύτερος κόσμος.

Πηγή: allyou.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ