Εδώ και αρκετούς μήνες, το τοπίο της Κεντροαριστεράς θυμίζει λιμνάζοντα νερά. Οι πρωταγωνιστές μοιάζουν να μένουν καθηλωμένοι σε ένα περιβάλλον που φαίνεται πως κινείται διαρκώς, όμως στο τέλος το μόνο που αλλάζει είναι τα ζευγάρια των αντιπάλων. Από τον Φεβρουάριο και μετά, ειδικά για το ΠΑΣΟΚ, παλιοί κίνδυνοι εμφανίζονται ξανά – το κόμμα που πανηγύριζε τη δημοσκοπική επαναφορά του στον δικομματισμό, βρέθηκε να μάχεται ξανά για τη δεύτερη θέση απέναντι στην Πλεύση Ελευθερίας, ο ΣΥΡΙΖΑ (η εκλεγμένη αξιωματική αντιπολίτευση) δεν ξεκολλάει από τα μονοψήφια, ενώ η Νέα Αριστερά ενίοτε μοιάζει να περιμένει τον χρόνο της διάσπασής της. Υπάρχει τρόπος να αλλάξει η κατάσταση; Το πρώτο βήμα δεν είναι μόνο να «χτιστεί» το αφήγημα, είναι και να γίνει κτήμα όσων ψηφοφόρων αναζητούν σ’ αυτόν τον χώρο μια εναλλακτική στη ΝΔ.
Στην αξιωματική αντιπολίτευση έχουν στη διάθεσή τους ένα πολυ-brand. Δεν υπάρχει πολιτικός επιστήμονας που να μην επισημαίνει πως η επίδραση του ΠΑΣΟΚ στη διαμόρφωση της Μεταπολίτευσης δημιούργησε μια ισχυρή κληρονομιά – που έχει ως αποτέλεσμα να γίνεται αμέσως αναγνωρίσιμο και να είναι οικείο, ακόμα και σε ηλικιακές ομάδες που δεν το έχουν προλάβει στην κυβέρνηση. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι σε μία από τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων δύο μηνών (Pulse), ενώ η πτώση του ΠΑΣΟΚ είναι εμφανής και έχει περάσει στην τρίτη θέση, ήρθε πρώτο με 28% στην ερώτηση «Ποιο κόμμα της αντιπολίτευσης έχει τις περισσότερες πιθανότητες να κυβερνήσει τη χώρα στο μέλλον;». Οχι, εξηγούν οι ειδήμονες των ερευνών, λόγω κυβερνητικού σχεδίου ή ετοιμότητας, αλλά γιατί στην κοινωνική συνείδηση το ΠΑΣΟΚ παρέμεινε, με κάποιον τρόπο, κόμμα που έχει know-how διακυβέρνησης. Η επιχείρηση επανεκκίνησης δεν έχει τόσο σχέση με το ίδιο το πολιτικό brand του κόμματος, αλλά με την ανάγκη να πειστεί η κοινωνική βάση πως η πασοκική δυνατότητα να αποτελέσει τον βασικό αντίπαλο της ΝΔ δεν είναι απλώς αίσθηση, αλλά πραγματικότητα – το μεγαλύτερο πλήγμα που υπέστη το ΠΑΣΟΚ ήταν οι κατηγορίες περί ανικανότητας των στελεχών του, οι οποίες (αν όχι επίσημα, τουλάχιστον σε επίπεδο Ομάδας Αλήθειας) διατυπώθηκαν επανειλημμένα από γαλάζιες φωνές που είχαν στόχο το ενδιάμεσο εκλογικό ακροατήριο των δύο κομμάτων.
Προβληματισμός
Σε αυτούς τους ψηφοφόρους εμφανώς προσανατολίζεται και η Χαριλάου Τρικούπη, ώστε να περιορίσει τις διαρροές εκ δεξιών – παρότι, ακριβώς λόγω της ευρείας απήχησης που δυνητικά έχει το ΠΑΣΟΚ, οι εισροές που εκτόξευσαν το κόμμα στο 18% και το 20% τον περασμένο Ιανουάριο δεν ήταν αυτές από τη ΝΔ, αλλά αυτές από την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ, ειδικά στα αστικά κέντρα. Ψηφοφόρους που σήμερα φεύγουν από το ΠΑΣΟΚ για τον πιο γνώριμο πολιτικό χώρο της Ζωής Κωνσταντοπούλου, η οποία επενδύει αφενός στην κυβερνητική παρακαταθήκη του ΠΑΣΟΚ (τονίζει πως δεν θέλει «να ξεπλύνει πρόσωπα και κόμματα που έχουν ψηφίσει Μνημόνια») και αφετέρου στην υπαρξιακή αναζήτηση στην οποία βρίσκονται οι πρώην σύντροφοί της στον ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα Αριστερά. Σε αυτό το πεδίο, η επιστροφή του ΣΥΡΙΖΑ στα ιστορικά ποσοστά της Αριστεράς αλλά και η άρνηση που επικρατεί στην Πατησίων (παρά την προεδρική εισήγηση) για συνεργασία που θα μπορούσε να θεωρηθεί επανένωση δημιουργούν ένα επικοινωνιακό πλαίσιο που δυσχεραίνει την όποια πολιτική προσπάθεια – για τη Νέα Αριστερά, της οποίας η σύνθεση κανείς δεν αποκλείει σε μερικές εβδομάδες να είναι διαφορετική, ο προβληματισμός είναι υπαρξιακής μορφής.
Ενα από τα σενάρια που επιστρέφουν διαρκώς στα πηγαδάκια είναι η δημιουργία ενός νέου, ενιαίου φορέα – για κάποιους ως σανίδας σωτηρίας και για άλλους ως βρικόλακα που έχει στόχο την υπονόμευση του κομματικού στόχου. Αυτό το μοντέλο, ωστόσο, δεν μπορεί να λειτουργήσει. Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ έχει δεσμευτεί για την αυτόνομη πορεία του κόμματος και έχει λάβει εντολή γι’ αυτό πολύ πρόσφατα από την κομματική βάση – άρα εκ των πραγμάτων στη Χαριλάου Τρικούπη φιλοδοξούν η όποια διεύρυνση να γίνει από το ΠΑΣΟΚ, που θα έχει τη σχετική πρωτοβουλία. Στην πράξη, αυτό αφήνει τον ενιαίο φορέα στα χέρια των υπολοίπων, τη στιγμή που δεν υπάρχει πρόσωπο ικανό και πρόθυμο να ηγηθεί ώστε να ξεπεραστούν οι ενστάσεις που έτσι κι αλλιώς υπάρχουν.
Πηγή: tanea.gr