Η εκλογική νίκη του καναδού πρωθυπουργού Μαρκ Κάρνεϊ και των Φιλελευθέρων στέλνει ένα σαφές μήνυμα πολιτικής αντοχής και στρατηγικής προσαρμογής. Με τη στήριξη των πολιτών που αντέδρασαν στις επιθέσεις και τα απειλητικά σχόλια του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, το Φιλελεύθερο Κόμμα κατάφερε να διατηρήσει την εξουσία, αν και χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία που θα του επέτρεπε να κυβερνήσει αυτοδύναμα. Η εκλογική αναμέτρηση, που καταγράφηκε ως ένας σφοδρός πολιτικός αγώνας, καταδεικνύει τη βαθιά πολιτική πόλωση στον Καναδά, καθώς και τις αυξανόμενες πιέσεις από την πλευρά των ΗΠΑ, που έθεσαν υπό αμφισβήτηση τη σταθερή εμπορική σχέση μεταξύ των δύο χωρών. Παρά τις σημαντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο Κάρνεϊ, η νίκη του έχει στρατηγική σημασία, καθώς καλείται να διαπραγματευτεί σθεναρά με την Ουάσιγκτον για να προστατεύσει τα συμφέροντα του Καναδά αλλά και να αναλάβει ηγετικό ρόλο ως υπερασπιστής ενός πολυμερούς συστήματος ενάντια στις πολιτικές προστατευτισμού του αμερικανού προέδρου. Ουσιαστικά ο καναδός πρωθυπουργός και το Φιλελεύθερο Κόμμα πραγματοποίησαν μια εντυπωσιακή πολιτική επιστροφή, ενώ μόλις πριν από μερικούς μήνες όλα έδειχναν ότι οι Συντηρητικοί θα έπαιρναν ξανά στα χέρια τους το τιμόνι της χώρας, υπό την ηγεσία του Πιερ Πουαλιέβρ, έπειτα από τα δέκα χρόνια του Τζάστιν Τριντό στην εξουσία. Ο Κάρνεϊ εκμεταλλεύτηκε την αντίδραση κατά των πολιτικών του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος είχε απειλήσει με δασμούς και υποστήριξε την ιδέα να αποτελέσει ο Καναδάς την 51η πολιτεία των ΗΠΑ.
Οι Φιλελεύθεροι κέρδισαν 168 από τις 343 έδρες της Βουλής των Κοινοτήτων, μόλις 4 λιγότερες από τις 172 που χρειάζονταν για να έχουν πλειοψηφία, ενώ οι Συντηρητικοί ακολούθησαν με 144. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ηγέτης της αντιπολίτευσης δεν κατάφερε να διατηρήσει την έδρα στο Κάρλτον του Οντάριο και στη θέση του εκλέγεται ο Φιλελεύθερος Μπρους Φαντζόι.
Οι κυβερνήσεις μειοψηφίας στον Καναδά σπανίως διαρκούν πάνω από δύο-δυόμισι χρόνια και είναι κάθε άλλο παρά προφανές αν μπορεί να σχηματιστεί βιώσιμη κυβέρνηση. Στην επινίκια ομιλία του, ο Κάρνεϊ ανέφερε ότι η παλιά σχέση του Καναδά με τις ΗΠΑ έχει τελειώσει, ενώ υπογράμμισε τις δύσκολες προκλήσεις που έρχονται. Ο ηγέτης των Συντηρητικών, Πιερ Πουαλιέβρ, παραδέχθηκε την ήττα του και υποσχέθηκε να συνεχίσει να ασκεί πίεση στην κυβέρνηση, ενώ οι ευρωπαίοι ηγέτες συνεχάρησαν τον Κάρνεϊ και δήλωσαν την προθυμία τους να συνεργαστούν στενά σε διεθνή θέματα.
Ο Κάρνεϊ, άλλοτε διοικητής των κεντρικών πιστωτικών ιδρυμάτων του Καναδά και της Βρετανίας δεν σταμάτησε κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του να τονίζει πως οι αμερικανικές απειλές είναι απόλυτα αληθινές. «Θέλουν τους πόρους μας, το νερό μας, οι Αμερικανοί θέλουν τη χώρα μας», προειδοποιούσε και τόνιζε ότι το κλειδί ήταν το ποιος θα μπορούσε να εναντιωθεί στον πρόεδρο Τραμπ με πιο επαρκή τρόπο. Μιλούσε για διατήρηση των καναδικών τελωνειακών δασμών σε αμερικανικά προϊόντα όσο η κυβέρνηση Τραμπ εξακολουθεί να εφαρμόζει τους δικούς της. Εξήγγειλε όμως και ανάπτυξη του εμπορίου με την άρση τελωνειακών και άλλων φραγμών μεταξύ καναδικών επαρχιών και αναζήτηση νέων εξαγωγικών προορισμών, ιδίως στην Ευρώπη.
Απέναντί του, ο συντηρητικός μνηστήρας του πρωθυπουργικού θώκου υποσχόταν μειώσεις φόρων και περικοπές δαπανών, χωρίς απ’ ό,τι φαίνεται να πείσει τους ψηφοφόρους στην 9η ισχυρότερη οικονομία της υφηλίου, που είναι και χώρα-μέλος της G7, να γυρίσουν την πλάτη στους Φιλελεύθερους.
Πηγή: tanea.gr