Διάφορες στατιστικές μιλούν για πολλαπλασιασμό των περιστατικών αυτισμού και ΔΕΠΥ, όμως μια Ιρλανδή γιατρός, η Dr Suzanne O’Sullivan, σύμβουλος στη Νευρολογία και συγγραφέας του βιβλίου «The Age of Diagnosis» («Η εποχή της διάγνωσης»), ισχυρίζεται, σε μια νέα συνέντευξή της στους Irish Times, ότι οφείλεται, απλά, στο γεγονός ότι έχουν χαλαρώσει τα διαγνωστικά κριτήρια και ότι στην πραγματικότητα δεν είναι όλες οι διαγνώσεις ωφέλιμες – απεναντίας, κάποιες από αυτές μπορεί να έχουν έως και αρνητικές συνέπειες και για το άτομο και για το κοινωνικό σύνολο.
«Βλέπω πολλούς νέους ανθρώπους, 20 και 30 χρονών, με μια μακρά λίστα από ιατρικές διαγνώσεις. Νιώθω ότι αυτές οι ταμπέλες τοποθετούνται σε πράγματα που στο παρελθόν δεν εθεωρούντο ιατρικά προβλήματα. Το γεγονός ότι τόσο πολλοί νέοι διαγιγνώσκονται με κατάθλιψη, αυτισμό και ένα πλήθος ακόμα ιατρικών καταστάσεων δεν έχει να κάνει με τον τρόπο ζωής αλλά με το ότι έχουν χαλαρώσει τα ιατρικά κριτήρια, με αποτέλεσμα να γίνονται διαγνώσεις και για πιο ήπιες περιπτώσεις» υποστηρίζει η ειδικός.
«Το γεγονός ότι τόσο πολλοί νέοι διαγιγνώσκονται με κατάθλιψη, αυτισμό και ένα πλήθος ακόμα ιατρικών καταστάσεων δεν έχει να κάνει με τον τρόπο ζωής αλλά με το ότι έχουν χαλαρώσει τα ιατρικά κριτήρια, με αποτέλεσμα να γίνονται διαγνώσεις και για πιο ήπιες περιπτώσεις».
Η Dr O’Sullivan συμφωνεί, ότι, για παράδειγμα, μια σοβαρή περίπτωση αυτισμού συνιστά αναπηρία και πως είναι απαραίτητη η διάγνωσή της για την αντιμετώπισή της από την παιδική ηλικία. «Η “ταμπέλα” του αυτισμού δεν είναι ιδιαίτερα επιβλαβής γιατί ο συγκεκριμένος άνθρωπος βρίσκεται σε τόσο μειονεκτική θέση από την αναπηρία του, που μια “ταμπέλα” δεν τον επηρεάζει αρνητικά. Αλλά ας πάμε στην άλλη άκρη του φάσματος και ας υποθέσουμε ότι ένα παιδί, πλέον έφηβος, που σε γενικές γραμμές τα καταφέρνει απλά αντιμετωπίζει συγκεκριμένες δυσκολίες στο σχολείο, διαγιγνώσκεται στο φάσμα». Σε αυτή την περίπτωση η ειδικός πιστεύει ότι οι παρεμβάσεις «είναι πολύ λιγότερο χρήσιμες και μπορεί να μην αντισταθμίζουν τις αρνητικές συνέπειες αυτής της “ταμπέλας”. Γιατί από τη στιγμή που τοποθετείς σε κάποιον μια “ταμπέλα”, υποσυνείδητα υιοθετεί τα χαρακτηριστικά της. Ανεξάρτητα από το πώς του την παρουσιάζεις, μαθαίνει μέσα στον κόσμο τι σημαίνει “αυτιστικός”».
Σχετικά με το ΔΕΠΥ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας), αμφιβάλλει αν είναι μία διαταραχή: «Κάποια παιδιά συγκεντρώνουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τα οποία όμως δεν πιστεύω ότι οφείλονται σε μία αιτία. Όταν αυτά τα χαρακτηριστικά συνδυάζονται, τα παιδιά υποφέρουν γιατί δυσκολεύονται να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους, που ξέρουμε πόσο σημαντική είναι για αυτά. Δεν πιστεύω όμως ότι είναι ίδια η διάγνωση του ΔΕΠΥ σε ενήλικες. Στο παρελθόν η ιδέα αυτής της διάγνωσης ήταν χρήσιμη σε ανθρώπους που δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν καθόλου, σήμερα όμως έχει απλωθεί και αλλάξει, ώστε να περιγράφει μια ομάδα εντελώς διαφορετικών ανθρώπων».
Όπως προσθέτει η ίδια, οι ειδικοί δεν συμφωνούν για τη βιολογική βάση του ΔΕΠΥ. Κάποιοι ψυχίατροι θεωρούν ότι συνδέεται με τα επίπεδα ντοπαμίνης στον εγκέφαλο, αλλά «άλλες μελέτες δεν δείχνουν καμία τέτοια σύνδεση. Αν κάνεις μια νευροαπεικονιστική εξέταση σε κάποιον με σοβαρό ΔΕΠΥ, δεν θα διαπιστώσεις καμία ανωμαλία».
Οι ειδικοί δεν συμφωνούν για τη βιολογική βάση του ΔΕΠΥ. Κάποιοι ψυχίατροι θεωρούν ότι συνδέεται με τα επίπεδα ντοπαμίνης στον εγκέφαλο, αλλά «άλλες μελέτες δεν δείχνουν καμία τέτοια σύνδεση. Αν κάνεις μια νευροαπεικονιστική εξέταση σε κάποιον με σοβαρό ΔΕΠΥ, δεν θα διαπιστώσεις καμία ανωμαλία».
«Είναι ένα πρόβλημα στην ανάπτυξη του εγκεφάλου ή μια ανταπόκριση στις φυσιολογικές πιέσεις της ζωής και ούτω καθεξής;» διερωτάται η γιατρός. «Η ουσία είναι ότι αν δώσεις ένα διεγερτικό φάρμακο σε κάποιον και έχει αποτέλεσμα, δεν σημαίνει ότι ο εγκέφαλός του δυσλειτουργεί. Είναι σαν να δίνεις τεστοστερόνη σε έναν αθλητή και να αποδίδει καλύτερα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχει έλλειψη τεστοστερόνης. Μπορείς να δώσεις φάρμακα στους ανθρώπους για να αλλάξει η συμπεριφορά τους, αλλά αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι υπάρχει νόσημα».
Η ειδικός συμφωνεί ότι «δεν μπορείς να στερήσεις μια διάγνωση από κάποιον αν νιώθει ότι τού κάνει πραγματικά καλό, το ερώτημα όμως είναι αν αυτή η διάγνωση έχει μακροπρόθεσμα οφέλη. Το ελπίζω, αλλά μένει να αποδειχθεί. Αναρωτιέμαι επίσης γιατί να δώσεις μια ιατρική διάγνωση σε κάποιον για να είναι πιο επιεικής με τον εαυτό του, ειδικά αν αυτή επηρεάσει τον ευρύτερο πληθυσμό με τη συγκεκριμένη διαταραχή. Σήμερα τα παιδιά που έχουν ανάγκη από υποστήριξη περιμένουν στην ουρά μαζί με 50χρονους ενήλικες για ένα φάρμακο που βρίσκεται σε έλλειψη».
Δεν χρειαζόμαστε τόσες διαγνώσεις ΔΕΠΥ και αυτισμού, σύμφωνα με μια Ιρλανδή γιατρό και ειδικό στη Νευρολογία appeared first on | Ό,τι έχει σημασία για τις γυναίκες.
Πηγή: marieclaire.gr