Του Νίκου Ρουσάνογλου
Δυναμικές και άμεσες τομές και πολιτικές απαιτούνται προκειμένου να αυξηθεί η προσφορά κατοικιών στην αγορά και να αποκλιμακωθεί το πολύ υψηλό κόστος αγοράς και ενοικίασης, ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα, συγκριτικά με τα πραγματικά εισοδήματα των νοικοκυριών. Η αξιοποίηση των ακινήτων του Δημοσίου, η νομική προστασία των ιδιοκτητών απέναντι σε στρατηγικούς κακοπληρωτές, φορολογικά και πολεοδομικά κίνητρα, ώστε να ξεμπλοκάρουν αναξιοποίητα ακίνητα και εκτάσεις, θεωρούνται βασικοί πυλώνες μιας τέτοιας διαδικασίας.
Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου Οικονομικών και Επαγγελματικών Σπουδών Αθηνών, την οποία παρουσίασε στο πρόσφατο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών ο κ. Γιώργος Δουκίδης, καθηγητής Διοίκησης Επιχειρήσεων, η Ελλάδα έχει το τρίτο υψηλότερο ποσοστό κενών κατοικιών στην Ευρώπη, καθώς 2,3 εκατ. κατοικίες είναι σήμερα κενές. Η μετακίνηση του πληθυσμού προς τα αστικά κέντρα, η συνήθεια για εξοχικές κατοικίες, αλλά και η ύπαρξη πολλών ακινήτων στα χέρια των τραπεζών εξηγούν ένα μέρος αυτού του προβλήματος. Στην Αττική, μάλιστα, υπάρχουν 500.000 κενές κατοικίες, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 24% του συνόλου. Ειδικά στην Αθήνα, το ποσοστό των άδειων σπιτιών εκτιμάται σε 27% ή, αλλιώς, σε 117.000 κατοικίες. Εξ αυτών, μόνο οι 4.500 είναι αποκλειστικά βραχυχρόνιες μισθώσεις.
Ειδικότερα, οι βραχυχρόνιες μισθώσεις συνεισφέρουν στο 5% του ΑΕΠ, υποστηρίζουν περίπου 100.000 θέσεις εργασίας και καλύπτουν το 30% των διανυκτερεύσεων. Όμως μόνο το 95% των παρόχων είναι ιδιώτες, με το μέσο μηνιαίο εισόδημα να διαμορφώνεται λίγο πάνω από τα 600 ευρώ. “Υπάρχουν περίπου 200.000 βραχυχρόνιες μισθώσεις, που αντιστοιχούν μόνο στο 3% των κατοικιών στην Ελλάδα”, τόνισε ο κ. Δουκίδης.
Με τη σειρά του, ο καθηγητής Μιχάλης Αργυρού, επικεφαλής του Οικονομικού Γραφείου του Πρωθυπουργού, επεσήμανε ότι το βασικό ζήτημα στο οικιστικό πρόβλημα αφορά την προσφορά ακινήτων, η οποία πρέπει να αυξηθεί κυρίως μέσω της ίδιας της αγοράς –όπου το ζήτημα της χρηματοδότησης είναι πολύ σημαντικό–, αλλά και μέσω του κράτους, με την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Θέτοντας τον αστερίσκο ότι όλα αυτά οφείλουν να γίνουν με δημοσιονομικά υπεύθυνο τρόπο, ο κ. Αργυρού παρέπεμψε στα προγράμματα “Σπίτι μου 1”, το οποίο έχει ήδη ολοκληρωθεί, και “Σπίτι μου 2”, το οποίο είναι σε καλό δρόμο, ενώ υπενθύμισε την παροχή φορολογικών κινήτρων, ώστε να “μπουν” περισσότερα σπίτια στη μακροχρόνια μίσθωση.
Παράλληλα, ανέφερε και το μέτρο της κοινωνικής αντιπαροχής. Αφού υπογράμμισε την ύπαρξη πολλών κενών κατοικιών, διαμήνυσε ότι “πρέπει να ενισχύσουμε το νομικό πλαίσιο, ώστε να μειώσουμε τη διστακτικότητα των ιδιοκτητών να ενοικιάσουν τα σπίτια τους”. Την ίδια στιγμή, δεν παρέλειψε να σημειώσει την ανάγκη για νέες επενδύσεις, προκειμένου να ανακαινιστούν παλαιά σπίτια ή να χτιστούν καινούργια, ενώ, ερωτηθείς για τη βραχυχρόνια μίσθωση, κατέστησε αναγκαία την υιοθέτηση μιας ισορροπημένης προσέγγισης με σεβασμό προς τις τοπικές κοινότητες.
Μία από τις “εστίες” ακινήτων είναι πλέον και οι τράπεζες και οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων. Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με την κυρία Λίλα Πατεράκη, Chief Real Estate Services Officer της doValue Greece Real Estate Services, μέχρι σήμερα οι τράπεζες και οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων έχουν συγκεντρώσει περίπου 25.000 κατοικίες, η αξιοποίηση των οποίων απαιτεί αρκετό χρόνο. Όπως είπε, η διαδικασία ωρίμανσης αυτών των ακίνητων μπορεί να διαρκέσει από 8 έως 9 μήνες στην καλύτερη ή και 3 με 4 χρόνια σε ακραίες περιπτώσεις. Σε αρκετές περιοχές αποτελεί πρόβλημα το Κτηματολόγιο, με τη μεταγραφή ενός ακινήτου να χρειάζεται από 18 μήνες έως και 2 χρόνια.
Σύμφωνα με την κυρία Πατεράκη, από τον Μάιο του 2021 έως σήμερα η doValue έχει πουλήσει 11.000 ακίνητα, συνολικής αξίας 1,4 δισ. ευρώ. Εξήγησε ότι μέχρι πριν από έναν χρόνο μπορούσε κάποιος να συμμετάσχει στους πλειστηριασμούς μόνο με ίδια κεφάλαια, πλέον όμως υπάρχουν τράπεζες που χρηματοδοτούν τον ενδιαφερόμενο με εγγύηση το ακίνητο που βγαίνει στον πλειστηριασμό, κάτι που, σύμφωνα με την κυρία Πατεράκη, θα αλλάξει ακόμα περισσότερο την αγορά. Σημείωσε ότι οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων έχουν καταθέσει στα αρμόδια υπουργεία εμπεριστατωμένη πρόταση με παρεμβάσεις που θα επιταχύνουν αρκετές διαδικασίες και θα ανοίξουν τον δρόμο για να βγει στην αγορά μεγαλύτερος αριθμός ακινήτων, συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης.
Από την πλευρά του, ο Χάρης Δούκας, δήμαρχος Αθηναίων, έκανε λόγο για μια δύσκολη συγκυρία, καθώς τα ενοίκια έχουν αυξηθεί κατά 90% τα τελευταία επτά χρόνια. Αφού επεσήμανε ότι οι τρέχουσες επιδοτήσεις δεν είναι αρκετά ελκυστικές για τους πολίτες, επικεντρώθηκε στη σημασία εξασφάλισης πόρων με στόχο την αύξηση του αποθέματος κατοικιών. Προς αυτή την κατεύθυνση, χαιρέτισε την πρόταση του διοικητή της ΤτΕ, Γιάννη Στουρνάρα, για επιστροφή του φόρου ακινήτων στους δήμους. Παράλληλα, προσέδωσε ιδιαίτερη σημασία στην ανάγκη θεσμικής παρέμβασης για τα εγκαταλελειμμένα κτίρια, κάποια εκ των οποίων είναι ιδιοκτησίας του Δημοσίου. “Φανταστείτε αυτά τα χιλιάδες κτίρια να “γυρίσουν” και να γίνουν κοινωνικές κατοικίες”, υποστήριξε χαρακτηριστικά, αν και εξέφρασε τον προβληματισμό του για την απουσία του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου.
Αναφερόμενος στο μέτρο του “παγώματος” νέων αδειών για βραχυχρόνια μίσθωση στα τρία δημοτικά διαμερίσματα της Αθήνας, ο δήμαρχος υπογράμμισε ότι έχει δημιουργηθεί ένα παρατηρητήριο που παρακολουθεί τα δεδομένα σε πραγματικό χρόνο. Με βάση αυτά τα στοιχεία, υπάρχουν ακόμα επτά περιοχές οι οποίες βρίσκονται στα όρια του υπερκορεσμού. Κουκάκι, Μετς και μερικές ακόμα περιοχές περιμετρικά του εμπορικού κέντρου είναι κάποιες εξ αυτών.
Αντίστοιχα, στο πολεοδομικό “μέτωπο”, ο κ. Δημήτρης Μανουσάκης, διευθύνων σύμβουλος και νομικός εκπρόσωπος της Savills στην Ελλάδα, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στα προβλήματα της εκτός σχεδίου δόμησης, με πολλά ακίνητα να μην μπορούν να αξιοποιηθούν, ενώ αρκετά δεν έχουν ακόμη καταφέρει να τακτοποιήσουν τις πολεοδομικές τους παραβάσεις, παρά τους διαδοχικούς νόμους που έχουν ψηφιστεί από το 2010.
Στα προβλήματα που έχουν γεννήσει οι δικαστικές αποφάσεις για τον ΝΟΚ αναφέρθηκε και ο Νικόλαος Κουλοχέρης, συνιδρυτής και εταίρος, Machas & Partners Law Firm. “Οι επενδυτές αναζητούν αξιοπιστία και ταχύτητα και τέτοιες αποφάσεις αποτελούν σοβαρά χτυπήματα στην αγορά. Στην Ελλάδα τα προβλήματα είναι σαν Λερναία Ύδρα”, είπε ο κ. Κουλοχέρης, φέρνοντας παραδείγματα πελατών της εταιρείας του σε Χαλάνδρι και Άλιμο. Μίλησε επίσης και για τα εμπόδια που βάζουν η γραφειοκρατία και οι αργές διαδικασίες σε μεγάλες επενδύσεις από το εξωτερικό, υποστηρίζοντας ότι για αυτόν τον λόγο υπάρχει μεγάλη διαφορά από το ενδιαφέρον για επενδύσεις που θα μπορούσαν να γίνουν σε σχέση με τον αριθμό που υλοποιούνται τελικά.
Πηγή: capital.gr