Γιατί όλο και περισσότεροι συνταξιούχοι ψηφίζουν Λεπέν

Γιατί όλο και περισσότεροι συνταξιούχοι ψηφίζουν Λεπέν

Όσο περνούν τα χρόνια οι άνθρωποι γίνονται όλο και πιο συντηρητικοί στον τρόπο ζωής και στις πεποιθήσεις τους, κοινωνικές και πολιτικές. Παλαιοί ριζοσπάστες της Αριστεράς μετακινούνται ιδεολογικά προς το Κέντρο, μετατρέποντάς το κάποιες φορές – λόγω ιδιοσυγκρασίας ίσως – κι αυτό σε… ακραίο. Και παλαιοί φιλελεύθεροι Κεντρώοι και Σοσιαλδημοκράτες κάνουν βηματάκια προς την παραδοσιακή Δεξιά. Έχοντας όμως γνωρίσει έστω και μέσα από αφηγήσεις αυτοπτών μαρτύρων τον φασιστικό όλεθρο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι σημερινοί συνταξιούχοι, ακόμα και όσοι αυτοπροσδιορίζονταν Δεξιοί από τα νιάτα τους, αποστρέφονται την άκρα Δεξιά.

Ε λοιπόν, τον 21ο αιώνα η εικόνα αυτή φαίνεται πως αλλάζει άρδην. Οι μνήμες των εποχών της κοινωνικής και κρατικής καταπίεσης και καταστολής έχουν ξεθωριάσει και η λεγόμενη «γκρίζα ψήφος», η ψήφος δηλαδή όσων έχουν διαβεί το 65ο έτος του βίου τους και θεωρούνται σχηματικά ότι έχουν περάσει στην τρίτη ηλικία, κατευθύνεται σε κόμματα και πολιτικούς με πολύ βεβαρυμένο παρελθόν και με ιδέες παραπλήσιες με εκείνες όσων αιματοκύλισαν πριν από 80 χρόνια την Ευρώπη.

Έτσι στη Γαλλία, χώρα με μακρά δημοκρατική παράδοση (αλλά και με εξόχως αυταρχικούς θυλάκους ριζωμένους βαθιά στην κοινωνία, θα πρόσθετε κανείς) οι ηλικιωμένοι στρέφονται τώρα όλο και περισσότερο προς το κόμμα της Μαρίν Λεπέν. Αυτό επιβεβαιώνει έρευνα που διενήργησε η εταιρεία δημοσκοπήσεων Cluster 17 και δημοσίευσε την Πέμπτη το Ίδρυμα Jean Jaurès.

Η κληρονομιά του ονόματος

Η Γαλλία είναι μια χώρα όπου αποτυπώνεται πολύ γλαφυρά η ανασύνθεση του πολιτικού φάσματος που παρατηρείται στην Ευρώπη που ξεκίνησε την τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα με την πολιτική κατίσχυση του οικονομικού φιλελευθερισμού ή νεοφιλελευθερισμού, ενός ρεύματος σκέψης που στην πολιτική εφαρμογή του εκτίναξε τις κοινωνικές ανισότητες και αποδόμησε το κράτος πρόνοιας.

Πρόκειται για τεκτονικές αλλαγές που συντελέστηκαν τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες στις δυτικές κοινωνίες – και δη μετά την κατάρρευση του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού» το 1990 – οι οποίες χαρακτηρίζονται κοινωνικά από τον εστιασμό του δημόσιου διαλόγου σε ταυτοτικά θέματα και εκδηλώνονται πολιτικά πέρα από την απαξίωση της ίδιας της πολιτικής και όσων την ασκούν, από τη γενικότερη απώλεια της επιρροής της παραδοσιακής Δεξιάς στις δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες.

Μέχρι τώρα η «γκρίζα ψήφος», όπως τονίζεται στη μελέτη του αναλυτή του Cluster 17 Στεφάν Φουρνιέ, παρέμενε περισσότερο προσκολλημένη σε εκπροσώπους κομμάτων της Κεντροδεξιάς και της παραδοσιακής (γκωλικής για τους Γάλλους) Δεξιάς για λόγους που συνδέονται με τις «επιπτώσεις της γήρανσης» και την κλασική αίσθηση ότι «ήταν καλύτερα πριν».

Ωστόσο, η παρακμή των παραδοσιακών κομμάτων στην πολιτική σκηνή, ιδίως των Ρεπουμπλικανών (LR) που είναι η μετεξέλιξη του RPR των προέδρων Σιράκ και Σαρκοζί, σε συνδυασμό με την απόρριψη των πολιτικών του Εμανουέλ Μακρόν, «έχουν μεταφραστεί αυτόματα σε αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων στις κάλπες», γράφει ο Ζακ Πογκάμ στη «Les Echos».

Και η δεσπόζουσα εναλλακτική είναι εν προκειμένω το κόμμα της Μαρίν Λεπέν. Μιλάμε για την κόρη του Ζαν-Μαρί Λεπέν, του ακροδεξιού πρώην αλεξιπτωτιστή που είχε κατηγορηθεί ότι συμμετείχε στις ωμότητες που είχε διαπράξει ο γαλλικός στρατός στον πόλεμο ανεξαρτησίας της Αλγερίας και ο οποίος το 1972 είχε ιδρύσει το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο (FN). «Το πολιτικό στίγμα που άφησε ο πατήρ Λεπέν ξεθωριάζει, καθώς τα άτομα γερνούν και πεθαίνουν και το εκλογικό σώμα ανανεώνεται», σημειώνει στη «Les Echos» ο Στεφάν Φουρνιέ.

Αποδαιμονοποίηση

Να σημειωθεί ότι το «φαινόμενο Λεπέν» είχε επισημανθεί από τους Γάλλους πολιτικούς επιστήμονες από τη δεκαετία του 1980, εποχή που ακόμα κυριαρχούσε στη γαλλική πολιτική σκηνή η αδιαμφισβήτητα ενωτική πολιτική προσωπικότητα του Φρανσουά Μιτεράν.

Ειδικοί και μη είχαν συμφιλιωθεί με την περιθωριακή παρουσία που είχε το Εθνικό Μέτωπο του Ζαν-Μαρί Λεπέν (και ο ίδιος ως πολιτικός) μέχρι τις προεδρικές εκλογές του 2002. Τότε στον πρώτο γύρο ο ακραιφνής ακροδεξιός πολιτικός κέρδισε τον υποψήφιο των Σοσιαλιστών Λιονέλ Ζοσπέν και αντιμετώπισε στην επαναληπτική εκλογή τον Ζακ Σιράκ από τον οποίο βέβαια συνετρίβη, αφού ο Σιράκ συσπείρωσε το σύνολο των ψηφοφόρων του «δημοκρατικού τόξου».

Το σοκ ήταν καθοριστικό για τη γαλλική πολιτική ελίτ και τη διανόηση, αλλά όχι για την κοινή γνώμη και μεγάλα τμήματα των ψηφοφόρων που άρχισαν με την πάροδο των ετών να συμφιλιώνονται και με την όλο και πιο επιδραστική παρουσία του Λεπέν. Παρουσία εκλογική ως επί το πλείστον, γιατί επικοινωνιακά ελάχιστη προβολή είχε – κάτι που ο ίδιος και το κόμμα του εκμεταλλεύθηκαν για να εμφανιστούν ως «αποκλεισμένοι από το διεφθαρμένο πολιτικό και δημοσιογραφικό κατεστημένο».

Το ποσοστό των ηλικιωμένων που ψηφίζουν την Ακροδεξιά από το 2007 είχε έως το 2024 παραμείνει σχετικά σταθερό, περίπου στο 20%

Η «γυάλινη οροφή»

«Μεταξύ των τελευταίων βουλευτικών εκλογών του 2022 και του 2024 η άνοδος της Εθνικής Συσπείρωσης είναι εντυπωσιακή, με το κόμμα να κερδίζει 14 ποσοστιαίες μονάδες και να πηγαίνει από 12% σε 26% των ψήφων μεταξύ των ψηφοφόρων άνω των 65 ετών», υπενθυμίζει ο ερευνητής Φουρνιέ παραπέμποντας σε στοιχεία του Ινστιτούτου Δημοσκοπήσεων Ifop. Παρεμπιπτόντως, η Εθνική Συσπείρωση είναι η μετονομασία και μετεξέλιξη του Εθνικού Μετώπου που αποφάσισε η Μαρίν Λεπέν το 2018 για να απαλλάξει το κόμμα του πατέρα της από αρνητικά συνδηλούμενα και συνειρμούς που τρόμαζαν τους ψηφοφόρους.

Το ποσοστό των ηλικιωμένων που ψηφίζουν την Ακροδεξιά από το 2007 είχε έως το 2024 παραμείνει σχετικά σταθερό, περίπου στο 20% κατά μέσο όρο, σύμφωνα με το Ifop. «Η εκτίναξη στο 26% αξίζει επομένως να αναλυθεί, παρότι ακολουθεί την άνοδο του RN σε όλα τα τμήματα της κοινής γνώμης και σε όλες τις ηλικιακές ομάδες του εκλογικού σώματος», επισημαίνει ο συγγραφέας της μελέτης.

Το κόμμα της Μαρίν Λεπέν είναι αυτό που θα ωφεληθεί περισσότερο από την αποσύνθεση της ψήφου των Ρεπουμπλικανών

Ταυτότητες

Καθώς τα θέματα της μετανάστευσης και της ασφάλειας γίνονται ολοένα και πιο διαδεδομένα στον δημόσιο διάλογο, η επικράτηση αυτών των ανησυχιών μεταξύ των ηλικιωμένων αποτελεί «αποφασιστικό στοιχείο για την εκλογική επιτυχία του RN», συνεχίζει ο Στεφάν Φουρνιέ. Και εξηγεί: «Στο ζήτημα της θρησκευτικής πρακτικής και του Ισλάμ, το χάσμα μεταξύ των γενεών φαίνεται να είναι το πιο σημαντικό. Το 84% των ατόμων άνω των 65 ετών δηλώνουν υπέρ της απαγόρευσης της μαντίλας στα Πανεπιστήμια, σε σύγκριση με το 72% που είναι ο μέσος όρος και με το 49% των ατόμων ηλικίας 18-24 ετών».

Αν η ψήφος για τον προεδρικό κομματικό συνασπισμό του Μακρόν εξακολουθεί να βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ψήφο των ηλικιωμένων, το κόμμα της Μαρίν Λεπέν είναι αυτό που θα ωφεληθεί περισσότερο από την αποσύνθεση της ψήφου των Ρεπουμπλικανών, δηλαδή της παραδοσιακής Δεξιάς, σημειώνεται στη μελέτη. Για τους δεξιών αποκλίσεων ψηφοφόρους, η απογοήτευση από τον απολογισμό της πρώτης θητείας του Εμανουέλ Μακρόν και από την μέχρι τώρα πορεία της δεύτερης θητείας του σε θέματα ασφάλειας και μετανάστευσης, θα μπορούσε να εξηγήσει αυτή την εκλογική μετατόπιση προς την Ακροδεξιά.

«Οι ηλικιωμένοι πολίτες τοποθετούνται σε μια ‘κοινωνικοπολιτική συνέχεια’ όπου κυριαρχούν θέματα που βασίζονται στην ταυτότητα του ατόμου και συνδέονται με την έκφραση μιας συγκεκριμένης κοινωνικής δυσφορίας», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Φουρνιέ.

Η Εθνική Συσπείρωση υποστηρίζει πλέον αναφανδόν την Ουκρανία

Λύκοι και αρνάκια

Ασφαλώς η Μαρίν Λεπέν δεν έμεινε μόνο στην αλλαγή του τίτλου του κόμματος που κληρονόμησε από τον πατέρα της, διατηρώντας βέβαια το επίθετο «εθνικός» ως δηλωτικό της ταυτότητάς του. Προσπάθησε να μεταρρυθμίσει πτυχές του προγράμματος και να διαγράψει ιδεολογικές αναφορές που θα μπορούσαν να τρομάξουν τους συνταξιούχους.

Έτσι η Εθνική Συσπείρωση υποστηρίζει πλέον αναφανδόν την Ουκρανία, εγκατέλειψε τις ευρωσκεπτικιστικές της καταβολές (η ίδια η Λεπέν δεν απέκλειε ακόμα και ένα Frexit), απομακρύνθηκε από τις δημοσιονομικά επικίνδυνες ιδέες της για μείωση της ηλικίας συνταξιοδότησης στα 60 έτη και εν γένει εξορθολογικοποίησε τις θέσεις του κόμματος στα οικονομικά ζητήματα.

Επιπλέον παρότι ηλικιακά βρίσκεται στην ακμή της καριέρας ενός πολιτικού (γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1968), όχι μόνο όρισε διάδοχο αλλά ανέδειξε ήδη από το 2022 στην προεδρία της Εθνικής Συσπείρωσης έναν φωτογενή νέο πολιτικό, τον Ζορντάν Μπαρντελά. Ο Μπαρντελά, ο οποίος το Σεπτέμβριο κλείνει μόλις τα 30, είναι μια προσωπικότητα πιο φρέσκια από τη Μαρίν Λεπέν, πιο συναινετική και άφθαρτη, δίχως συνειρμικές συνδέσεις με το αμαρτωλό παρελθόν (συνεργασία με τους Ναζί) και την απωθητική φρασεολογία της γαλλικής Ακροδεξιάς.

Η πρόσφατη καταδίκη

«Ενόψει των επόμενων εκλογικών αναμετρήσεων και ιδιαίτερα των δημοτικών εκλογών θα μπορέσει η Εθνική Συσπείρωση να βασιστεί στην ψήφο των ηλικιωμένων για να ενισχύσει τη δυναμική της σε ολόκληρο το εκλογικό σώμα;», αναρωτιέται ο ρεπόρτερ της «Les Echos».

Την απάντηση επιχειρεί να δώσει ο πολιτικός αναλυτής της Cluster 17: «Η πρόσφατη πρωτόδικη καταδίκη της Μαρίν Λεπέν (για υπεξαίρεση ευρωπαϊκών πόρων) σε τετραετή φυλάκιση και κυρίως σε πενταετή στέρηση του δικαιώματος του εκλέγεσθαι που αποκλείει την υποψηφιότητά της στις προεδρικές εκλογές του 2027, θα μπορούσε να αποδυναμώσει τις προσπάθειές της για εξωραϊσμό της εικόνας της δικής της και του κόμματος, ιδιαίτερα απέναντι σε μια μερίδα του εκλογικού σώματος που αποτελείται από ηλικιωμένους, σχετικά εύπορους και μορφωμένους ψηφοφόρους», σημειώνει ο Φουρνιέ.

Υπό το πρίσμα αυτό εξηγείται εύκολα η πολύ μικρή απήχηση που έχει η Εθνική Συσπείρωση μεταξύ των συνταξιούχων πρώην στελεχών συγκριτικά με την απήχηση που έχει στους συνταξιούχους πρώην υπαλλήλους και εργάτες. Κάτι που υποδηλώνει ότι, τουλάχιστον για τους μορφωμένους και ευκατάστατους συνταξιούχους, η «γυάλινη οροφή» σε ό,τι αφορά την εκλογική απήχηση της γαλλικής Ακροδεξιάς δεν έχει σπάσει. Αλλά δεν αποτελούν αυτοί την πλειοψηφία των συνταξιούχων ψηφοφόρων.

«Στους ηλικιωμένους ψηφοφόρους η προσπάθεια αύξησης της αξιοπιστίας της Λεπέν και του κόμματός της κυρίως στα οικονομικά ζητήματα, που διαμορφώνονται ως ιδιαίτερα σημαντικά ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2027, δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Επιπλέον γι’ αυτούς που έχουν προσωπική άποψη για τον βίο και την πολιτεία του Ζαν-Μαρί Λεπέν, παραμένει το βάρος του παρελθόντος από το οποίο η Μαρίν Λεπέν πασχίζει διαρκώς να απαλλαγεί», συμπεραίνει ο Ζακ Πογκάμ στη «Les Echos».

Σε κάθε περίπτωση, η πρόσφατη καταδίκη της Λεπέν αποτέλεσε ένα αναπάντεχο πλήγμα για τη γαλλίδα πολιτικό, το μέγεθος των συνεπειών του οποίου μένει να αποτυπωθεί εκλογικά.

Πηγή: ΟΤ

Πηγή: in.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ