Επίπτωση και πρόληψη για τον καρκίνο παχέος εντέρου

Πώς έχασε ο Μπακογιάννης

Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι ένα από τα συχνότερα νεοπλάσματα που διαγιγνώσκονται στις ανεπτυγμένες χώρες. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα έχει διαπιστωθεί ότι η μέση ηλικία διάγνωσης του καρκίνου παχέος εντέρου μετατοπίζεται προς μικρότερες ηλικίες. Συγκεκριμένα, η μέση ηλικία διάγνωσης ήταν τα 72 έτη το 2000, αλλά μόλις τα 66 έτη το 2020. Σημαντικές θεραπευτικές εξελίξεις έχουν οδηγήσει σε σημαντική βελτίωση της πρόγνωσης των ασθενών η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων μπορεί να ιαθεί εάν η νόσος διαγνωστεί σε αρχικά στάδια.

Παρ’ όλα αυτά, πρόσφατα επιδημιολογικά δεδομένα για τον καρκίνο στις ΗΠΑ έδειξαν ότι ο καρκίνος του παχέος εντέρου και του ορθού είναι η δεύτερη αιτία θανάτου από καρκίνο στον γενικό πληθυσμό και πλέον η πρώτη αιτία θανάτου σε άτομα ηλικίας κάτω από 50 ετών. Η μεταβολή αυτή θεωρείται ότι σχετίζεται κυρίως με τη μεγάλη επίπτωση της παχυσαρκίας τα τελευταία 30 χρόνια, με την αλλαγή του τρόπου ζωής και των καθημερινών διατροφικών συνηθειών σε νεότερα άτομα. Περίπου το ένα τρίτο των ασθενών που διαγιγνώσκονται με καρκίνο παχέος εντέρου και ορθού πριν από την ηλικία των 50 ετών έχουν κληρονομική προδιάθεση για τη νόσο.

Ο καρκίνος του παχέος εντέρου όμως μπορεί να προληφθεί. Η εξέταση αναφοράς είναι η κολονοσκόπηση με την οποία μπορούν να ανευρεθούν προκαρκινικές αλλοιώσεις (πολύποδες) και να εξαιρεθούν αποτρέποντας την εξέλιξή τους σε καρκίνο. Επιπλέον, με τον προσυμπτωματικό έλεγχο μπορεί να ανακαλυφθεί ο καρκίνος του παχέος εντέρου σε πρώιμο στάδιο αυξάνοντας σημαντικά τις πιθανότητες ίασης από τη νόσο. Υπολογίζεται ότι η πενταετής επιβίωση των ασθενών με τοπική νόσο ξεπερνά το 90%.

Οι ισχύουσες οδηγίες των διεθνών επιστημονικών εταιρειών προτείνουν την έναρξη του προσυπτωματικού ελέγχου για τη νόσο στην ηλικία των 45 ετών. Πέρα από την κολονοσκόπηση υπάρχουν και άλλες λιγότερο επεμβατικές μέθοδοι, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο οργανωμένων προγραμμάτων προσυμπτωματικού ελέγχου κάτω από ιατρική καθοδήγηση και παρακολούθηση.

Μία τέτοια μέθοδος είναι η ανεύρεση αιμοσφαιρίνης σε δείγμα κοπράνων. Επιπλέον, θα πρέπει να υπάρχει επαγρύπνηση για συχνά συμπτώματα της νόσου όπως είναι οι διαταραχές των κενώσεων, το κοιλιακό άλγος, το αίμα στα κόπρανα, το αίσθημα κορεσμού τα οποία θα πρέπει να οδηγούν στην αναζήτηση ιατρικής συμβουλής.

Ο Θάνος Δημόπουλος είναι καθηγητής Θεραπευτικής Αιματολογίας – Ογκολογίας, τ. πρύτανης του ΕΚΠΑ

Πηγή: tanea.gr

Facebook
Twitter
Telegram
WhatsApp
Email

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

efimeria_gennimata_1

Νοσοκομείο Γεώργιος Γεννηματάς: Τι απαντά η 1η ΥΠΕ για τις φωτογραφίες με τα φορεία στο παθολογικό ιατρείο των ΤΕΠ

Απαντήσεις για τις δύο φωτογραφίες με φορεία να έχουν γεμίσει το Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του νοσοκομείου «Γεώργιος Γεννηματάς» κατά τη διάρκεια της…